...Πώς πάνε τα πράγματα μερικές φορές! σκέφτομαι. Να έχω καταλήξει τώρα πια να τρέφω πιο τρυφερά αισθήματα για τον Ανδρέα παρά για τον πατέρα μου. Εννοείται τα τελευταία δέκα χρόνια περίπου, γιατί προηγουμένως, και κυρίως το πρώτο διάστημα που μετακομίσαμε στην Κρήτη, θα τον σκότωνα αν μπορούσα. Κι αυτό γιατί ο Ανδρέας ό,τι κάνει το κάνει από δική του επιλογή και μόνο, ενώ η μάνα μου από την άλλη, ε, είναι μάνα μου. Κι όσο για τον πατέρα μου τον συγχωρεμένο, δεν ξέρω πια αν νιώθω τίποτα, ούτε καν αν ένιωθα ποτέ τελικά, έφυγε και νωρίς που λένε. Αν και σίγουρα κάτι ένιωθα. Όλα τα παιδιά κάτι νιώθουν για τον πατέρα τους σε τελευταία ανάλυση, όσο απόμακρος κι αν είναι. Μα τώρα που μπορώ να ξαναδώ τα συναισθήματά μου από μακριά, ξέρω πως ο θάνατός του δεν μ’ άγγιξε όσο θα μπορούσε, κι ίσως όσο θα ‘πρεπε, και μάλιστα δεδομένων των συνθηκών. Κι ούτε το λέω τώρα μετά απ’ όσα συνέβησαν εν τω μεταξύ. Ήταν κάτι καινούργιο για μένα τότε, σίγουρα η πρώτη και ουσιαστική επαφή μου με το θάνατο, που γι’ αυτόν το λόγο θα μπορούσε να είναι και κάτι τρομακτικό, ειδικά αφού επρόκειτο για ένα τόσο δικό μου άτομο. Κι όμως, σε μένα ήταν παράλληλα και διεγερτικό, exciting, ακόμη και thrilling, βασικά η συνειδητοποίηση πως είχα μόλις μπει σε μια καινούργια φάση της ζωής μου, όχι απαραίτητα χειρότερη από τη μέχρι τώρα, τότε εννοώ, έτσι πίστευα, αλλά και ταυτόχρονα η περιέργεια να δω πώς θα είναι, φουλ στην καύλα απ’ την άλλη συμπτωματικά εκείνο το διάστημα, και κυρίως στην καύλα του ν’ ανακαλύπτω τον εαυτό μου, το σώμα μου, τη φαντασία μου, τις δυνατότητές μου, ένα σκέτο παρανάλωμα ήμουν. Ένα πάντως ήταν σίγουρο: ότι θα μου έσπαγε τη ρουτίνα. Θυμάμαι πως έκλαιγα και παράλληλα παρακολουθούσα τον εαυτό μου στο βλέμμα των άλλων, και ναρκισσευόμουνα μ’ αυτό. Και δώσ’ του να κλαίω περισσότερο. Ένιωθα τόσο τρυφερά για τον εαυτό μου τότε, τον λάτρευα στη σκέψη πως όλοι είχαν επίσης τόσο τρυφερά αισθήματα για μένα. Το καημένο το ορφανό! Κι όχι ένα οποιοδήποτε ορφανό, αλλά παιδί ενός σημαντικού πατέρα, έτσι πίστευα τότε, που πήγε τόσο άδικα, τόσο μαρτυρικά, σχεδόν ακόμη και ηρωικά! Θυμάμαι όμως τώρα πως έκλαψα και κάποια στιγμή πραγματικά, όταν σκέφθηκα το χέρι του μπαμπά να κρατά το δικό μου που έκαιγε από τον πυρετό, όλη νύχτα άγρυπνος σ’ ένα θάλαμο στο Παίδων, εκεί γύρω στα επτά μ’ οκτώ. Ή ίσως εννιά. Τώρα που το σκέφτομαι βέβαια, το ίδιο διάστημα πάνω κάτω θα πρέπει να ‘χε αρχίσει να πηδάει τη Χρυσούλα. Ας είναι. Που όμως είχα πιέσει τον εαυτό μου να θυμηθώ τη σκηνή του νοσοκομείου, για να μπορέσω να νιώσω τρυφερά γι’ αυτόν και να κλάψω στ’ αλήθεια! Ακόμη και τώρα όταν το θυμηθώ δεν μπορώ να μη μαλακώσω, μέχρι του σημείου και να βουρκώσω, για να σπεύσω να σκεφθώ αμέσως μετά so what?, ποιος πατέρας δε θα ‘μενε στο προσκεφάλι του παιδιού του που κινδυνεύει από βρογχοπνευμονία; Παιδιά έχω κι εγώ τώρα και καταλαβαίνω. Αλλά απ’ την άλλη, σκέφτομαι τώρα, λέγεται αγάπη αυτό, όταν ο πόνος για το θάνατο κάποιου δεν σου βγαίνει αυτόματα, ενστικτωδώς, αλλά θα πρέπει να πατήσεις πρώτα το σχετικό κουμπάκι και να θυμηθείς ωραία και συγκινητικά πράγματα, για να μπορέσεις να κλάψεις, επειδή και συ ο ίδιος θεωρείς πιο φυσιολογικό το να κλαις από το να μην κλαις; Don’t Know…
…Το καλό με την τέχνη είναι ότι μπορείς να παίξεις αρκετά, με την πολυφωνία φερ’ ειπείν ή με ένα ανοιχτό τέλος, οπότε αφήνεις περιθώρια για πολλαπλές, ιδεολογικές κυρίως ερμηνείες, που μας ενδιαφέρει εδώ, ή τουλάχιστον θα ενδιέφερε την ΕΟΚ. Μπορείς κάλλιστα να κρυφτείς ως χαμαιλέων πίσω από τις απόψεις κάποιων συγκεκριμένων ηρώων και ν’ αποσιωπήσεις τις δικές σου. Μπορείς εν ολίγοις να κάνεις σναφ, ε, κανείς δεν κάνει σναφ, και ειδικά τελευταία, για να βγει να το δηλώσει κιόλας μετά, αλλά τέλος πάντων υποτιθέμενο σναφ, με θύμα μετανάστες, αφού θα είναι ο βασικός όρος για τη χρηματοδότηση, και να βγεις από πάνω και να πεις, α, εγώ το ‘κανα για να ευαισθητοποιήσω τον κόσμο στο θέμα της μετανάστευσης! Και happy οι γραφειοκράτες της ΕΟΚ απ’ την πλευρά τους και καλυμμένοι, happy κι εσύ που εισέπραξες το παχυλό κονδύλι κι έκανες την καύλα σου, happy κι οι όποιες οργανώσεις από την ευρωπαϊκή επικράτεια υποστηρίζουν τα δικαιώματα των μεταναστών, και happy και το πανεπιστήμιο, στο τέλος, που του πήγες και λεφτά. Χρειάζεται βέβαια και κάποιο μέσο η ιστορία, κάποιο λαδωματάκι, ε, έτσι θα σου δώσουν τα λεφτά οι κύριοι αξιωματούχοι των Βρυξελλών;, γιατί, για το μεγάλο σου ταλέντο, που ποτέ δεν γνώρισαν, ή για τα όμορφά σου μάτια; Εν πάση περιπτώσει, θα δω τι μπορεί να κάνω προς αυτήντην κατεύθυνση, να εντοπίσω ίσως κάποιον Έλληνα εκεί μέσα και να του την πέσω. Αν χρειασθεί, βέβαια, γιατί μπορεί και να μη χρειασθεί καν, αν αυτό που θα βγάλουν οι νεαροί εδώ είναι μια μαλακία…
Snuff: [επικρατέστερος ορισμός] Είναι μια ταινία στην οποία παρακολουθούμε μια δολοφονία· η δολοφονία είναι πραγματική και εκτελείται με σκοπό την κινηματογραφική της καταγραφή και τη συνακόλουθη εμπορική της εκμετάλλευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου