«...Μείναμε χωρίς όνειρο, χωρίς ψωμί»
Γ. Ρίτσος

Δύο μορφές φόβου φαίνεται ότι διοργανώνουν το εκλογικό παιχνίδι και διαβρώνουν την πολιτική του διάσταση (γιατί το ζήτημα της επαγγελματικής αγωνίας πολλών από τους πολιτικούς δεν είναι ακριβώς πολιτικό).
1. Ο φόβος του αγνώστου. Θεμελιώνεται στην σκέψη «ξέρω τα όρια της πτώσης μου, αλλά φοβάμαι, πιο πολύ από την ίδια τη συντελεσμένη πτώση, την αόριστη και ενδεχόμενη μελλοντική πτώση». Η Αριστερά έρχεται μεν, αλλά ως συνάρτημα του μέλλοντος και της φυσικής του ασάφειας. Το μέλλον (η επερχόμενη Αριστερά) είναι άγνωστος, ανοριοθέτητος παράγοντας. Άρα; «Προτιμώ τη υπαρκτή, αλλά σχετικά οριοθετημένη αθλιότητα από τον αχανή κίνδυνο. Ας κάτσω στ' αυγά μου».
2. Ο άλλος φόβος πατάει ακριβώς στα ίδια σημεία με τον προηγούμενο, αλλά είναι ανεστραμμένος. Είναι ο φόβος της ίδιας της πραγματικότητας. Είτε η διαρκής διεύρυνση των επιθετικών μέτρων που θίγουν προσωπικά τον καθένα, είτε η διαρκής ψευδολογία (δεν υπάρχουν άλλα μέτρα κ.λπ.) και οι δυσάρεστες φορολογικές εκπλήξεις, είτε η υπαρκτή ακραία εκπτώχευση από την οποία δεν έχεις τι άλλο να χάσεις, στοιχειοθετούν έναν πραγματωμένο, αβάσταχτο φόβο. Το «μέλλον δεν μπορεί να είναι χειρότερο, αφού ήδη ζω το χείριστο». Ο πρώτος φόβος φαίνεται να ευνοεί την κυβερνητική λογική, ο δεύτερος την Αριστερά. Δεν νομίζω...
Οι δύο μορφές φόβου είναι αποκλίνουσες και συνδεόμενες. Ζυγίζουν τα ίδια πράγματα, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Την πραγματικότητα και το αύριο. Το σημερινό πολιτικό τοπίο, λοιπόν, εκτείνεται στις εκδοχές του φόβου και στις παραλλαγές μιας πολυποίκιλης αβεβαιότητας. Η σύνθεση των φόβων, του «επικίνδυνου» μέλλοντος και του άθλιου παρόντος, δεν επιτρέπει ούτε την ώριμη πολιτική λειτουργία, ούτε την ορθολογική απόφαση, ούτε την αντοχή και το πείσμα. Το αντίθετο. Παράγουν μια διαφορετική και παρόμοια ανυπομονησία και μια διαφορετική και παρόμοια ενδοτικότητα. Η ίδια η πολιτική δομή του φόβου είναι ανταγωνιστική με την Αριστερά. Γιατί η Αριστερά είναι (πρέπει να είναι) συνθήκη κριτικής νηφαλιότητας. Σε αρκετές περιπτώσεις -ακόμη και σε πολεμικές περιόδους- η Αριστερά διέθετε τη νηφαλιότητα της ίδιας της επαναστατικής σύλληψης1, κατόρθωνε μια έλλογη οργάνωση του ιστορικού χρόνου. Βλέπεις, συνδυάζεις, διαβλέπεις, αποφασίζεις. Αυτός είναι ο κανόνας. Έτσι αποκτά νόημα η τόλμη και δεν εξαντλείται στην απλή τραχύτητα ή τον τσαμπουκά. Αποκτά νόημα το σχέδιο και δεν γίνεται απλό, αμυντικό αντι-σχέδιο στην εκάστοτε κυβερνητική πρωτοβουλία.
Τα δύο σκέλη του φόβου, παρ' ότι αποκλίνοντα, ενισχύονται από βαθιά εγκατεστημένες κοινές, λαϊκές αντιλήψεις, νοοτροπίες, ώσεις. Είναι η διαδεδομένη (μετεμφυλιακή σε μεγάλο βαθμό) κουλτούρα τού «να κάνεις τη δουλειά σου και να μην κοιτάς τον άλλον». Αυτή η αντίληψη (διαλεκτική ανάπτυξη και τροφοδότης του φόβου) γεννάει συντηρητισμό, αντι-αλληλεγγύη, την αυτοαναφορικότητα που βλέπουμε σε σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος. Μορφοποιεί τον εύθραυστο, ανασφαλή, τρεμουλιαστό, πάντα με δεύτερες σκέψεις, κρυψίνοα μικροαστό, τον έτοιμο για τη μεγαλύτερη λούφα, αλλά και την ψευδοσυλλογική «σπαθιά»: Εννοώ τον μικροαστικό «ριζοσπαστισμό» - τον τρόπο που μια ομάδα ή πρόσωπο πίεσης λύνει ένα αυστηρά στενό συνδικαλιστικό ή προσωπικό πρόβλημα, ερήμην των άλλων και της χώρας. Εννοώ την καλλιέργεια της ψευδαισθητικής εξέγερσης που με μια κοφτή σπαθιά «αλλάζω τα πάντα, κόβω δρόμο, πηδάω την ουρά, τέμνω το Μνημόνιο, αίρω το κακό, εξαφανίζω τον εφιάλτη». Εννοώ τον «ριζοσπαστισμό» τού να είσαι την κατάλληλη στιγμή δίπλα στο κατάλληλο πρόσωπο για να υποβάλεις την κατάλληλη απόφαση. Αυτή η πολιτική κουλτούρα του καταφερτζή ψιθυριστή έχει ταϊστεί από τον πολυετή τύπο πολιτικής λειτουργίας και πολιτικής ανάπτυξης. Αυτά τα σύνδρομα και οι συμπεριφορές δεν εξελίχθηκαν απλώς στον πολλαπλό φόβο που βλέπουμε σήμερα, αλλά ήταν πάντα τα επιλεγμένα εργαλεία μορφοποίησης και διαπλάτυνσης του φόβου.
Το φοβογόνο, λοιπόν, πλαίσιο αποδυναμώνει τις δυνατότητες της Αριστεράς, ούτως ή άλλως. Το γνωρίζουμε: αν αποτύχει η Αριστερά, θα μαζικοποιηθεί ο φασισμός. Όχι ενδεχομένως ο φασισμός κάποιου κλειστού σχήματος, αλλά ο διάχυτος πολυπολιτικός φασισμός, που ήδη διατρέχει τη μέση συνείδηση, τη μέση αντίληψη, που φωλιάζει ληθαργικός στη μέση μικροαστική αντίληψη. Αυτός που αποτελεί την αναγωγή, την ποιοτική μετάλλαξη των συνδρόμων που προσπάθησα να περιγράψω στα προηγούμενα. Ο φόβος, λοιπόν, μοιάζει να είναι ένα προμελετημένο πεδίο, μια επιμελής πολιτική κατασκευή, όχι μόνο της σημερινής συνθήκης, που ακινητοποιεί και αδρανοποιεί όλα τα εργαλεία εκλογίκευσης. Δυστυχώς πέρα κι απ' την κυβέρνηση, τους 180, το 2015 ή το 2016.
 
* O Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ
dsevastakis@arch.ntua.gr
 
1 Πέρα από τη μεγάλη σύλληψη του ΕΑΜ, τα αιτήματα και η πολιτική δράση της Αριστεράς για την ολοκλήρωση του αστικού κράτους από τη δεκαετία του '60 και εντεύθεν, υπήρξαν μεγάλες πολιτικές χειρονομίες