..........................................................
Από το "ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ"* του Ιάκωβου Καμπανέλλη (1922-2011)
*Σημείωση:Απόσπασμα από την 3η εικόνα του έργου που γράφτηκε το 1958-59 για το θίασο Βασίλη Διαμαντόπουλου - Μαρίας Αλκαίου και παίχτηκε το 1959 στο τότε "Νέο Θέατρο", σημερινό "Αλάμπρα"
…ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Βασιλιά μου, πολύ λίγα έχω να σου πω γιατί και ο Βασιλιάς ο θείος σου πολύ λίγα είπε σε μένα! Μού έδωσε μόνο αυτό το γράμμα και το κλειδί για το κιβώτιο!
ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Θεόδωρε, θείος μας είναι, μεγαλύτερος είναι, ας μην τον παρεξηγούμε… Πού είναι το κλειδί;
ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Η επιθυμία του θείου σου είναι, να διαβάσεις πρώτα το γράμμα!
ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Ο,τι θέλει ο θείος!... Αυτός ο λαμπρός συγγενής!... Δώσ’ μου το γράμμα…
(Το παίρνει απ’ τα χέρια του ΘΕΟΔΩΡΟΥ και προσπαθεί να το ανοίξει).
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ: Πρόσεξε μην το σκίσεις.
ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Άνοιξέ το εσύ, που έχεις λεπτά χεράκια!
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ (Το παίρνει το ανοίγει): Τι ωραίος γραφικός χαρακτήρ!
ΦΩΝΕΣ: Άντε, λοιπόν, Μεγαλειότατε… Διάβαζε… Διάβαζε…
ΒΑΣΙΛΙΑΣ (Στον ΠΡΙΓΚΗΠΑ): Διάβασέ το εσύ, εγώ δεν…
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ: Με τη φωνή του Βασιλέως πρέπει ν’ ακουστεί!...
ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Έχει στεγνώσει το στόμα μου και νιώθω ένα κόμπο εδώ να!...
ΣΠΥΡΟΣ: Δεν πειράζει… Όλοι το ίδιο έχουμε πάθει.
ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΩΝΕΣ (Γελαστά): Όλοι αφέντη!... Όλοι!
ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Έτσι, ε; Γούστο έχουμε.
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ: Προσοχή! Προσοχή! Η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς ομιλεί!
ΒΑΣΙΛΙΑΣ (διαβάζει δυνατά): «Αγαπητέ μου ανιψιέ, έλαβον και εχάρην δια την υγείαν σου καθώς και ημείς δόξα τω Θεώ υγιαίνομεν. Μα τι γίνεται με εσάς, βρε ανιψιέ; Μού ζητείς δανεικά δια δεκάτην φοράν! Αλλά τι έγινε με τα τόσα δάνεια, που σου έκαμα, δια να σωθείτε οριστικώς, καθώς μού έγραφες κάθε φορά; Τα εφάγατε και ευρίσκεσθε πάλι εις την αυτήν αθλίαν κατάστασιν; Και τι νομίζετε δια εμάς; Ότι μαζεύουμε τα λεφτά εις τον δρόμον; Επειδή, λοιπόν, αν σας στείλω χρήματα θα τα φάτε κι αυτά και θα γίνετε χειρότεροι και θα γυρεύετε κι άλλα, εκάθισα και σκέφτηκα τι μπορεί να σας σώσει μια και καλή δια να γλιτώσω κι εγώ κι εσείς. Νομίζω ότι βρήκα τη λύση και σού τη στέλνω μέσα σ’ ένα κιβώτιο μαζί με τις ευχές μου».
ΦΩΝΕΣ: Ζήτωωωωωωω!
ΒΑΣΙΛΙΑΣ: «Σε φιλώ και λοιπά και λοιπά…» (Στον ΘΕΟΔΩΡΟ). Άνοιξέ το!...
ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Η επιθυμία του θείου σου, Μεγαλειότατε… είναι να το ανοίξεις εσύ!
ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Κατάλαβα! (Παίρνει το κλειδί απ’ το χέρι του ΘΕΟΔΩΡΟΥ).
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ: Δώσ’ το του παιδιού, άσε και το παιδί να κάνει κάτι…
ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Έλα μπράβο, γιε μου…
(Του δίνει το κλειδί. Ο ΠΡΙΓΚΗΠΑΣ το παίρνει και με καμάρι για την εντολή πάει ν’ ανοίξει το κιβώτιο. Το ξεκλειδώνει και μόλις ανοίξει το σκέπασμα, μια γαϊδουροκεφαλή στερεωμένη σε ελατήριο τινάζεται από μέσα. Ταλαντεύεται και γκαρίζει δυνατά. Ο ΠΡΙΓΚΗΠΑΣ τρομάζει και πέφτει πίσω. Απ’ όλα τα στόματα βγαίνει μια λαχταρισμένη φωνή. Μετά από μικρή σιωπή και παγωμάρα, ο ΠΡΙΓΚΗΠΑΣ σηκώνεται και παίρνει ένα άλλο γράμμα που κρέμεται απ’ το στόμα της γαϊδουροκεφαλής…)
ΠΡΙΓΚΗΠΑΣ: Κι άλλο γράμμα…
ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Δώσε μου το!...
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ: Πετάξτε το!... Περιφρονήστε τον!...
ΒΑΣΙΛΙΑΣ (Το ανοίγει με φούρια): Γιατί κυρά μου; Θείος μας είναι, πλούσιος είναι… μπορεί να χωρατεύει… (Διαβάζει)
«Αγαπητέ ανιψιέ…
Ο στρατός μου και ο στόλος μου έρχονται να σε βοηθήσουν! Παραδοθείτε αμαχητί κι εγώ θα λύσω το οικονομικό σας πρόβλημα άπαξ δια παντός! Όσο για τη στρατιωτική κατάληψη της χώρας σου από το στρατό μου, θα βρούμε μια άλλη ονομασίας για να μη σας κακοφανεί!... Έρχομαι!... Σε φιλώ, ο θείος σου και προστάτης σου και λοιπά και λοι…»
(Το γράμμα του φεύγει απ’ το χέρι και πέφτει. Ο ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΗΣ ξεσπά σε τρανταχτά γέλια, και πιάνοντας την κοιλιά του βγαίνει, ενώ άλλοι παρακολουθούν θλιμμένοι)
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ: Διαλυθείτε, παρακαλώ, άλλως θα αναγκασθώ να μεταχειριστώ βίαν!...
(Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ παίρνει απ’ το χέρι τη ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ και μπαίνουν βιαστικά στο παλάτι! Ο ΠΡΙΓΚΗΠΑΣ τρέχει πίσω τους. Ο ΘΕΟΔΩΡΟΣ ακολουθεί τον ΠΡΙΓΚΗΠΑ. Ο ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ κάτι γυρεύει)
ΚΟΥΜΠΑΡΟΣ: Πάλι μονάχους μας αφήσανε!
ΣΠΥΡΟΣ: Όχι δα! Δε βλέπεις; (Ζυγώνοντας στη γαϊδουροκεφαλή). Μας την αφήσανε όλη δικιά μας!
ΦΙΛΙΠΠΟΣ: Δηλαδή, τι πάει να πει αυτό, βρε παιδιά, δεν έχω ακόμα καταλάβει…
ΠΡΩΤΟΜΑΣΤΟΡΑΣ: Πόλεμος…
ΦΙΛΙΠΠΟΣ: Τι πάει να πει πόλεμος, ποιος θα πολεμήσει…;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Για δες εκεί και περιμέναμε οικονομική βοήθεια.
ΚΟΥΜΠΑΡΟΣ: Τώρα τι κάνουμε, μου λέτε τι κάνουμε;
ΣΠΥΡΟΣ: Ό,τι καταλαβαίνεις κάνε… Εγώ για τον εαυτό στα απαυτά μου (φεύγει)…
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ**
Αχ, τι ντροπή, τέτοια ντροπή,
Μάνα μου και πώς βγαίνει!
Μηδέ κι αν τρέξει ο ποταμός
Μάνα μου δεν την πλένει.
Τι να μού κάνουν δάκρυα δυο
Και στεναγμοί σαράντα δυο,
Μανούλα μου.
Κλαίω και το μάτι στεγνό (τι κι αν το δάκρυ μου νωπό)
Βουβό το στόμα και πικρό
Μανούλα μου.
Και τρέχω κάποιον για να βρω
Να με ρωτά, να τον ρωτώ
Τι θα γενεί, τι θα γενεί
Ποιος θα το βρει, ποιος θα το πει
Μανούλα μου.
(Στη διάρκεια του τραγουδιού ο λαός σκορπά και φεύγει, ο ΠΡΙΓΚΗΠΑΣ παίρνει τη γαϊδουροκεφαλή στα χέρια του, ο ΠΟΛΥΚΡΑΤΗΣ τραβά το κιβώτιο μες στο παλάτι)
** Σημείωση: Το "Τραγούδι της Ντροπής" έχει γίνει γνωστό με τον τίτλο "Μανούλα μου". Αυτό έγινε μετά από συμφωνία του συγγραφέα-στιχουργού Καμπανέλλη με τον Μάνο Χατζιδάκι που ενέταξε το τραγούδι με άλλη λειτουργία στην "Οδό Ονείρων", μουσικοθεατρική παράσταση τρία χρόνια αργότερα δηλ. το 1962. Το αίσθημα ωστόσο που αποπνέει το τραγούδι παρά τους διαφορετικούς λόγους παρέμεινε το ίδιο, και είναι η βαθιά ντροπή που μπορεί να αισθανόμαστε μετά από μια καταστροφή, είτε προσωπική, είτε κοινωνική, είτε εθνική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου