Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

"Κλειστόν λόγω πένθους..." ένα μήνυμα που άφησα σε γονείς και συναδέλφους εκπαιδευτικούς τον Μάρτη του 2010 όταν ήμουν δάσκαλος σε δημοτικό σχολείο στην Πεύκη...

..........................................................







Αγαπητοί γονείς και συνεργάτες,

                      

     Βρίσκομαι στην ανάγκη να σας εξηγήσω γιατί φέτος με τα παιδιά σας δεν θα γιορτάσουμε ανοιχτά τη Εθνική μας επέτειο για την 25η Μαρτίου. Πρωτοστάτησα σ’ αυτήν την επιλογή – και έχω και τη συμπαράσταση των περισσοτέρων συναδέλφων του σχολείου μας - βαθύτατα λυπημένος, αλλά και οργισμένος μετά τις τελευταίες πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις.

    

     Επειδή πιστεύω



     ότι ο δάσκαλος δεν πρέπει να είναι ένας μονάχα επαγγελματίας του δημοσίου τομέα που απλώς κάνει τη δουλειά του αδιαφορώντας γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω του,

     ότι ο δάσκαλος πρέπει να είναι πάνω απ’ όλα  ε ν ε ρ γ ό ς    π ο λ ί τ η ς  που παιδαγωγεί όχι μόνο με τη δουλειά του, αλλά και αγωνιζόμενος για το κοινό καλό,   

     ότι πατρίδα δεν είναι μόνο ο τόπος, δεν είναι μόνο το νόημα  και τα σύμβολά της, αλλά πάνω απ’ όλα  ο ι  ά ν θ ρ ω π ο ι  που τη ζουν,

     ότι πατριωτικά δεν πρέπει να είναι μόνο τα λόγια μας, αλλά κυρίως τα έργα μας και οι πράξεις μας,  

     ότι πατριωτισμός δεν είναι μόνο αμετροέπεια, επίδειξη, πόζα, φιγούρα και κομπορρημοσύνη, αλλά περισυλλογή και περίσκεψη πριν την υπεύθυνη και κοινωνικά δίκαιη απόφαση και πράξη,



     για όλ’ αυτά επικοινωνώ μαζί σας με τις ίδιες σκέψεις και με τις ίδιες κουβέντες που μοιράστηκα με τους συναδέλφους, και ελπίζω και εύχομαι τη  βαθύτερη συνεργασία μας.



  

          Κλειστόν λόγω πένθους…





           Αγαπητοί συνάδελφοι και φίλοι,



     Αυτές τις μέρες που ετοιμάζουμε στα σχολειά μας τις γιορτές για την 25η Μαρτίου, τυχαίνει να ζούμε – τι ειρωνεία! -  αντί για στιγμές εθνικής ανάτασης, στιγμές εθνικής ταπείνωσης και για την πλειονότητα του λαού μας στιγμές απόλυτης κοινωνικής ντροπής.       

     Και είναι μέρες εθνικής ταπείνωσης, καθώς οι «οικογενειάρχες» της Ελληνικής Οικογένειας τρέχουν ως άσωτα παιδιά της Ευρωπαϊκής Οικογένειας και εκλιπαρούν την «ευσπλαχνία» του Ευρωπαίου πατέρα, μπας και εκταμιεύσουν κάμποσα δισεκατομμυριάκια – με όποιους τοκογλυφικούς όρους αυτός θέλει – για να μπορέσουμε να πορευτούμε τα επόμενα 1, 2, 3, άντε 5, χρονάκια, γιατί ετοιμόρροπο είναι, λέει ο δικός μας πατέρας, το σπίτι μας και θα πέσει να μας πλακώσει, ό λ ο υ ς, ένοχους κι αθώους, αμαρτωλούς και αναμάρτητους, αναξιόπιστους και αξιόπιστους. Ή αν δεν πέσει να μας πλακώσει, θα πρέπει, αυτό το λέει ο Ευρωπαίος πατέρας μας, να το πουλήσουμε, μαζί με τα Ολυμπιακά μας έργα και τα νησιά μας, μαζί με την Λεωφόρο Βωβού (Κηφισίας, ήθελα να πω) και την Ακρόπολη, μαζί με το Mall  και τη Βιστωνίδα μας. Κι αυτό γιατί οι δικοί μας «οικογενειάρχες», που εμείς τους εκλέξαμε, εξαπατούσαν τόσα χρόνια τον Ευρωπαίο λέγοντάς του ότι όλα καλά πηγαίνουν και Ολυμπιακούς αγώνες και διαγωνισμούς τραγουδιού Eurovision οργανώνουμε, χρυσά μετάλλια και πρώτα βραβεία κατορθώνουμε, και εκσυγχρονίζουμε το κράτος μας, και οι πολίτες μας ευημερούν, εμείς, ο περιούσιος και ανάδελφος λαός μας, μαζί και η μικρά και πτωχή, πλην τιμία Ελλάς! Όμως αυτός ο άκαρδος και φιλοχρήματος Ευρωπαίος δεν μας πιστεύει πια και γι’ αυτό από δω και πέρα δε χαρίζει, μόνο δανείζει, και να κάτσουμε καλά γιατί μπορεί και να μας αγοράσει αν το συνεχίσουμε το παραμύθι!

     Και είναι για μας μέρες κοινωνικής ντροπής, γιατί

- δεν ήμασταν εμείς που κάναμε «δωράκια» στον εαυτό μας παίρνοντας μίζες από συμβάσεις του Δημοσίου με ιδιώτες,

- δεν ήμασταν εμείς που παίζαμε και βγάζαμε λεφτά στο Χρηματιστήριο,

- δεν ήμασταν εμείς που φτιάχναμε παράνομες σομόν βίλλες και «αναψυκτήρια»,

- δεν ήμασταν εμείς που παίρναμε τις δουλειές στους Ολυμπιακούς αγώνες των ντοπαρισμένων ελληνόπουλων – τι ντροπή! ,

- όπως δεν ήμασταν εμείς που χαρίζαμε δημόσια γη σε ξενοδοχο-επιχειρηματίες,

- ούτε παίρναμε μίζες από τη Siemens,

- ούτε κάναμε τη φιγούρα μας καίγοντας πάρκα στη Φιλοθέη,

- δεν κάναμε εμείς «δουλειές» στα σχολειά μας όπως άλλοι στις εκκλησιές μας,    

- κι ούτε εξαπατούσαμε τους ευρωπαίους συνεταίρους μας, αλλά και τους συμπολίτες μας, παραποιώντας οικονομικούς δείκτες και στατιστικές.

- και τώρα, δεν είμαστε εμείς που φοροδιαφεύγουμε με off-shore εταιρείες (διακηρύσσοντας «ηθικόν το νόμιμον»),

- ούτε προσμένουμε χρυσοφόρες εθελούσιες  εξόδους και πλουσιοπάροχες συντάξεις

     Κι αν τα παραπάνω αφορούν το παρόν και το πρόσφατο παρελθόν,

- δεν είμαστε εμείς που, εδώ και τριάντα χρόνια ζητάμε φακελάκι και γρηγορόσημο για να κάνουμε τη δουλειά μας,

- ούτε είμαστε εμείς που διοριστήκαμε με ρουσφέτι ή ως μέλη κλαδικών οργανώσεων κάποιου  κινήματος ή κόμματος εξουσίας.

     Είμαστε όμως εμείς που τόσα χρόνια διαφθοράς και  καταστροφής του κοινωνικού μας ιστού, του φυσικού μας περιβάλλοντος, της αισθητικής μας και του ήθους μας, με παθητική συνενοχή σιωπούσαμε μπροστά σ’ αυτό το διαρκές έγκλημα, παρασυρμένοι, ίσως και τυφλωμένοι, από το δέλεαρ της ατομικής καλοπέρασης. Και τώρα οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί αυτής της καταστροφής απλώνουν το μακρύ χέρι του κράτους να αρπάξει από μας ό,τι και όσο κρίνουν, αυτοί που κάποτε δε θέλαμε να τους μοιάσουμε, που πρέπει μάλιστα να φέρουμε, άλλη μια φορά, μπροστά τους τα παιδιά μας να γιορτάσουν και να παρελάσουν με την  ίδια μονότονη και κούφια εθνικοφροσύνη, και να κάνουμε πως δεν βλέπουμε ότι με τα λόγια τους, αλλά κυρίως με τα έργα τους, τα έχουν οδηγήσει στον κυνισμό και στο χαβαλέ, στο ρατσισμό, στην αποπολιτικοποίηση και στον ατομικισμό. Δεν πρέπει να σιωπούμε άλλο…

     Ξέρετε είμαι 53 χρονών και υπήρξαν στη ζωή μου καιροί που ονειρεύτηκα και για τον εαυτό μου αλλά και για την πατρίδα μου. 1973, 1974, 1981, 1989, 1996, 2004…Αρκετοί από σας στους ίδιους καιρούς ονειρευτήκατε. Ονειρευτήκατε να έχουν αντίκρισμα στη ζωή οι όροι «πατρίδα», «συλλογικότητα», «κοινωνική ευθύνη», «αλληλεγγύη»  «δικαιοσύνη», «μπέσα» και «φιλότιμο». Οι πολιτικοί και οι εκπρόσωποι της διοίκησης άδειασαν με τα έργα τους μέσα σε 30 χρόνια τους μαστραπάδες από το νερό αυτών των όρων, οι σημασίες τους έκαναν φτερά και πέταξαν μακριά, «μας πήραν για πεθαμένους κι έφυγαν…» που λέει κι ο ποιητής. Εμείς τώρα, που είμαστε στο δικό μας «εμείς» του Μακρυγιάννη, πενθώντας για το χαμένο νερό τόσων χρόνων, θα σκάψουμε για το καινούριο σιωπηλά αφοσιωμένοι στη δουλειά μας. Καμιά λάμψη, κανένας ήχος και καμιά μουσική γιορτής. Σκοπός μας το νερό.



                                  Μανώλης Γιούργος       

                          ο δάσκαλος της ΣΤ’-2 τάξης

                         του 2ου Δημ. Σχολείου Πεύκης




Δεν υπάρχουν σχόλια: