Η λαμπερή ρηχότητα μιας εικοσαετίας
Tης Mαριαννας Tζιαντζη
Ίσως το πιο ενδιαφέρον σόου από την πενιχρή
φετινή προσφορά
εορταστικών προγραμμάτων
ήταν η βιντεοσκοπημένη συναυλία για τα 20
χρόνια του Φοίβου, που είχε δοθεί το καλο-
καίρι στο ΟΑΚΑ, και μεταδόθηκε
τη
νύχτα των Χριστουγέννων από τον
ΑΝΤ1. Είναι αυτονόητο ότι το
«ενδιαφέρον»
δεν ταυτίζεται πάντα με το τερπνό
(τουλάχιστον για όλους). Η
εκδήλωση αυτή
εικονογραφεί με εύγλωττο τρόπο το λαϊφ-
στάιλ, την κυρίαρχη
αισθητική, τα ινδάλ-
ματα και τη λαϊκοπόπ ψυχή της ανέμελης
ελληνικής
εικοσαετίας πριν από την κρίση. Από
αυτή την άποψη παρουσιάζει και
ιστορικό
και όχι μόνο στενά μουσικό ενδιαφέρον.
Ο ταλαντούχος Φοίβος είναι ο μουσικο-
συνθέτης των μεγάλων επιτυχιών, των
πλατι-
νένιων και των χρυσών δίσκων. Την τελευταία
εικοσαετία έγραψε
εκατοντάδες πασίγνωστα
τραγούδια, όπως το εμβληματικό «Ολα καλά,
όλα
καλά» του Σάκη Ρουβά. Ολα τα golden
boys και girls του πενταγράμμου ήταν
εκεί.
Τραγούδησαν οι Δέσποινα Βανδή, Αντζελα
Δημητρίου, Νίκος
Μαζωνάκης, Βασίλης Καρράς,
Αντώνης Ρέμος, Καίτη Γαρμπή, Ελλη Κοκκίνου
και άλλοι πολλοί, συχνά με τη συνοδεία
πολυμελούς μπαλέτου - εξάλλου,
στην Ελλάδα
της κρίσης υπάρχει υπερπροσφορά καλών
χορευτών, ντόπιων και
αλλοδαπών.
Η «δυνατή Ελλάδα» σε όλο το νεοπλουτίστικο
μεγαλείο της, σε όλη τη
λαμπερή ρηχότητά της.
Πολλοί σταρ, πολλά δωδεκάποντα, πολλές
περι-
ποιημένες γυναικείες χαίτες, πολλοί ανεμι-
στήρες που ανέμιζαν τις
ποδήρεις τουα-
λέτες των τραγουδιστριών, αλλά και ακριβά
νεανίζοντα
κουρελάκια. Αντρες πολλά βαρείς
με τζιν παντελόνι, καλοραμμένο σακάκι,
ενίοτε και με ουισκοκοιλιά (η κοιλιά της ευημερίας,
όχι της ψωμοφαγίας),
μες στην αρχοντιά και
στον νταλκά.
Το κοινό φαινόταν ενθουσιασμένο.
Ελληνικός στίχος, βεβαίως, ευρωπαϊκό
περιτύλιγμα, όμως πανταχού παρούσα ήταν
η μέχρι χθες χορτασμένη (και όχι
πια
λαγγεμένη) Ανατολή.
Κάποια τραγούδια έμοιαζαν προφητικά:
«Στην Αφρική θα πάω με τους Μασάι
που ελληνικά κανείς τους δεν μιλάει...».
Και στους Μασάι και στο Ντουμπάι θα
πήγαιναν σήμερα πολλοί, όχι όμως για
αισθηματικούς λόγους, αλλά για να βρουν
δουλειά.
Ενας αναλφάβητος άνεμος ξιπασιάς σαν να
έπνεε πάνω από το στάδιο, ένας
άνεμος που
ερχόταν από το πρόσφατο παρελθόν, προτού
πεθάνει η
δισκογραφία, προτού σκωροφαγωθεί
το «Gucci φόρεμα» και αρχίσουν να
ρημάζουν
οι μεγάλες πίστες, οι «ναοί του πολιτισμού»,
όπως είχαν
χαρακτηριστεί. Ομως αυτά τα
τραγούδια αγαπήθηκαν, μίλησαν στην
καταναλωτική ψυχή μας. Και καθώς τα
ακούμε σήμερα, καταλαβαίνουμε γιατί
το «Downton Abbey» και το «Parade’s End»
τρώνε τη σκόνη της «Σιλά» και
του «Σουλεϊμάν».
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου