.........................................................
Ηanna, δεν είναι η βροχή....
Σήμερα που είναι
Κυριακή κι έχω και τη γιορτή μου, (είπα χτες), θα επιδοθώ σε παραλήρημα, θα
διολισθήσω σε αυταρέσκεια επιτρεπτή μόνο λόγω του προνομίου που χαρίζει το όνομα,
το οποίο ακόμα γιορτάζω με χαρά, αν και φανατικά άθεη και παιδιόθεν δύσπιστη,
τουλάχιστον, στα εκκλησιαστικά.
Η Αγία Άννα, η Παναγία και ο μικρός Ιησούς υπό Νταβίντσι |
Το όνομα Άννα
λοιπόν είναι το εβραϊκό Χάννα, που σημαίνει χάρις, τα βρίσκεις αυτά στο Γκουγκλ
εύκολα τώρα πια, το όνομα της μητέρας της Παναγίας, γιαγιάς του Ιησού. Στα
ελληνικά η Άννα είναι όνομα πολύ αγαπητό, κι από ό,τι έμαθα πριν πλουτίσω το
λεξιλόγιο μου, πολύ πριν πάω σχολείο, πολύ πριν υποψιαστώ την ύπαρξη της
Γραμματικής, στη γενική κάνει ‘της Άννας’. Κλίνεται το όνομα μου δηλαδή, κι ας
είναι εβραϊκό, όπως και το Μαρία. Η Μαρία της Μαρίας, εβραϊκό κι αυτό, αλλά
εξελληνισμένο. Έχουμε αυτή την κακή συνήθεια της γενικής, που δίνει ένα σίγμα
στ θηλυκά, το οποίο πιθανότατα το παίρνει από τα αρσενικά, διότι θα έχετε
παρατηρήσει ότι τα αρσενικά αντιστοίχως χάνουν ένα σίγμα στη δική τους γενική:
ο Μάκης, του Μάκη, κλπ. Ενδιαφέρον αλισβερίσι το οποίο αν δεν ψυχαναλύθηκε κάποτε ελπίζω να ψυχαναλυθεί στο
μέλλον, ποιος χάνει και ποιος κερδίζει από τα ‘πάθη των ονομάτων’ ειδικά τις
γενικές τις κτητικές, ξέρετε τώρα.
Μπορεί κάποτε να
τα καταργήσουμε όλ’ αυτά, η γλώσσα εξελίσσεται, δεν ξέρεις τι θα της συμβεί
μεθαύριο, αλλά προς το παρόν τα έχουμε, τις γενικές των θηλυκών και των
αρσενικών, όσο ξένη κι αν είναι η προέλευση των λέξεων. Οπότε δεν καταλαβαίνω
γιατί όλα τα θηλυκά που λήγουν σε άλφα και ήτα δεν πρέπει να κλίνονται, όσο
εξωτικά και/ή μισητά είναι, όπως η τρόικα ας πούμε. Η οποία τρόικα πριν γίνει
δανειστής ήταν άμαξα με τρία άλογα και τη θυμάμαι να διασχίζει τις στέπες της
Ρωσίας στις μεταφράσεις του Τσέχωφ και του Ντοστογιέφσκι, καθώς και να εμφανίζεται για πρώτη φορά ως μεταφορά στη
σοβιετική- ρωσική πολιτική. Τρόικα ήταν τότε τρεις άντρες αρχηγοί, δεν θυμάμαι
ποιοι, θυμάμαι όμως πεντακάθαρα ότι κλινόταν: η τρόικα, της τρόικας.
Θέλω να πω ότι η λέξη έχει μακριά καριέρα στην ελληνική
γλώσσα ώστε δικαιούται τουλάχιστον τα πάθη κάθε θηλυκού, μια αξιοπρεπή γενική
με σίγμα, πέραν όλων των άλλων. Δεν θα χάσει τίποτε η ελληνική οικονομία αν
δώσει αυτό το σίγμα πλουσιοπάροχα, με την παλιά και παραδοσιακή φιλοξενία και
ανιδιοτέλεια. Δεν καταλαβαίνω την τσιγκουνιά των μισών πολιτικολογούντων του
ραδιοφώνου και της τηλεόρασης που επειδή ξέχασαν τη γραμματική του Δημοτικού
μας βασανίζουν εμάς τις καλές μαθήτριες καθημερινά, όχι μόνο με τις περικοπές
που επιβάλει η τρόικα αλλά και με περικοπές που επιβάλουν εκείνοι στην τρόικα,
για εκδίκηση ίσως.
Ύστερα όμως οι περικοπές πιάνουν κι άλλες αθώες λέξεις
και ονόματα. Η Μάλτα ας πούμε, δεν κάνει στη γενική της Μάλτας, όοοοχι. Της
Μάλτα! Και φυσικά το ίδιο παθαίνει η Βολιβία, η Ουρουγουάη, η Παραγουάη, και
λοιπές. Η δε πόλη του Μεξικού, αν και ουδέτερη, κολλάει την ασθένεια: της
κοτσάρουν μια γενική στα καλά καθούμενα, αλλά όχι την κατάληξη: η πόλη του
Μεξικό! Η καημένη η Λατινική Αμερική
πληρώνει τις αμαρτίες του εκλατινισμού της. Παίρνουμε εκδίκηση για τον αφανισμό
των Ινδιάνων. Κινδυνεύει και η Βραζιλία.
Της Αργεντινής θα της το χαρίσουμε επειδή την έχουμε ως παράδειγμα
χρεοκοπίας.
Τώρα θα μου πείτε, εδώ ο κόσμος καίγεται κι εσύ
ασχολείσαι με τις γενικές; Ε, ναι, έχουμε όλοι τις αδυναμίες μας, τους κάλους
μας. Εξάλλου περίμενα τη γιορτή μου για να ξεσπάσω, εκμεταλλευόμενη την
επιείκια που χαρίζεται στις εορτάζουσες. Έχω μια βίδα μ’ αυτή τη δυσκαμψία των
ξένων λέξεων. Διακρίνω κάτι σαν κόμπλεξ ώρες- ώρες απέναντι τους. Σα να
σιχαινόμαστε και ταυτόχρονα να φοβόμαστε να τις πιάσουμε στο στόμα μας. Κάποτε
πρέπει κι αυτή η στάση να ψυχαναλυθεί.
Ορίστε, τα είπα και ξεθύμανα, μη μου κρατάτε κακία,
πέρασε κι η γιορτή της αγίας Άννας, ή/και αγίας Άννης που έλεγαν οι παλιοί,
αδίστακτοι άνθρωποι, το παράκαναν πια κι εκείνοι. Ένα σίγμα εμένα μου φτάνει,
είμαι ολιγαρκής.
Από το Protagon http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.8emata&id=20492
Παρασκευή, 7 Δεκεμβρίου 2012
Grafitti
Χειμωνιάτικο
βράδυ, μεγάλη νύχτα ξεκινά, κι ένα δεκάχρονο βγαίνει προς Μοναστηράκι και Ψυρρή
να πουλήσει λουλούδια. Σ’ ένα σκοτεινό στενό σταματάει λίγο και
ψάχνει την τσέπη του, βγάζει ένα σπρέι μπογιάς και πιάνει να μουτζουρώνει την κυλινδρική μεταλλική
επιφάνεια ενός στύλου της τροχαίας. Είναι πολύ λεπτός ο σωλήνας που διάλεξε,
αλλά φαίνεται δεν τολμάει να πάει σε κάτι μεγαλύτερο. Εξάλλου όλα είναι
πιασμένα εκεί γύρω, τοίχοι πολυκατοικιών, κατεβασμένα ρολά μαγαζιών, πλαίσια
παραθύρων, παλιές πέτρινες μάντρες. Παντού έχουν γράψει κάτι, ζωγραφίσει, μουτζουρώσει
ή απλώς λερώσει. Οι πιο μεγάλες και καλλιτεχνικές συνθέσεις αναδίδουν την
κατάθλιψη που βασανίζει την πόλη, οι μικρότερες είναι πιο καταγγελτικές, όλες
είναι γεμάτες γωνίες, οξείες γωνίες, οξύτατες. Όλες έχουν κάτι το εκρηκτικό, το
απειλητικό. Ακόμα και μια πράσινη πανδαισία που τριγυρίζει την είσοδο κάποιας
πολυκατοικίας αποτελείται μόνο από μυτερούς κάκτους. Λόγχες ξεπηδάνε από
χαμηλούς θάμνους με άλλες λόγχες και τυλίγουν την εξώπορτα με λογχοειδή φυτά. Ατέλειωτες
οδοντοστοιχίες με μυτερά δόντια εμφανίζονται σε κάθε χαμόγελο.
Κοριτσάκια κι αγοράκια στα γκράφιτι είναι λιπόσαρκες
φιγούρες ετοιμοθάνατων από φυματίωση που κατηγορούν την κοινωνία. Μια η
τεχνοτροπία κι ένα το θέμα στα γκράφιτι, το αδιέξοδο που δημιουργεί η ίδια η
επιφάνεια εργασίας, η απελπισία των κατοίκων πίσω από τους τοίχους. Αληθινή ή
υποθετική, μόνο αυτή ενδιαφέρει κι εμπνέει. Πόλη σε μισώ, πόλη με μισείς, φωνάζουν
τα γκράφιτι. Το φωνάζουν χρόνια τώρα, πολύ πριν από την κρίση. Στη μεγάλη
αφθονία επάνω άρχισαν, εξάλλου οι μπογιές είναι ακριβές. Είναι σπορ που
αντιστέκεται όμως.
Ο μικρός ανθοπώλης δυσκολεύεται να γράψει κάτι στη στενή
σωλήνα. Κοιτάζει πίσω του μήπως κανείς
το βλέπει, μήπως το μαλώσουν ή το διώξουν. Παιδεύεται, ιδρώνει μέσα στο κρύο,
κρατάει και τα λουλούδια, δυσκολεύεται. Ξεκλέβει χρόνο και φοβάται να ξανοιχτεί
στο χώρο. Άλλοι έχουν συνεργεία,
βγαίνουν παρέες, κουβαλούν στα σακίδια ολόκληρο σετ μπογιές. Πλούσιοι και
φτωχοί, από βόρεια κι από νότια προάστια, από δυτικές συνοικίες κι από
γειτονιές του κέντρου. Μαθητές γυμνασίου και λυκείου δίνουν ραντεβού τις νύχτες
κοντά σε μέρη με άγραφες επιφάνειες. Αντί για γράψιμο, γκράφιτι. Χαρτζιλίκια
θυσιάζονται για αγορά σπρέι. Μερικές φορές γίνονται επίσημες προσκλήσεις, από
τα τρόλεϊ, τα τρένα, ακόμα κι από διευθυντές σχολείων. Ελάτε παιδιά να
δημιουργείστε, κοπιάστε. Αφού θα μουτζουρωθούν που θα μουτζουρωθούν, σκέφτονται
κάποιοι, ας το κάνουμε τουλάχιστον οργανωμένα, μπας και προκύψει κάτι
καλαίσθητο. Αυτό που προκύπτει όμως έχει πάντα τη σφραγίδα του υλικού, κατά
κάποιο τρόπο, και το υλικό δεν είναι μόνο οι τοίχοι κι η μπογιά, είναι κι αυτή
η κατάθλιψη, μια απελπισία σχεδόν υποχρεωτική, κλισέ απελπισία, κλισέ αδιέξοδο,
κλισέ κατάθλιψη που δεν αφήνει και πολλά περιθώρια πρωτοτυπίας. Ωστόσο όλοι οι
νέοι οφείλουν να περάσουν από κει, είναι στάδιο μύησης, να βγάλουν τον
επιθετικότητα από την απότομη άνοδο της τεστοστερόνης στους τοίχους, να τους
γεμίσουν απειλητικές αιχμές κάθε σχήματος.
Και καλύτερα γκράφιτι παρά άλλα χειρότερα, σκέφτονται πολλοί και
ξαναπιάνουν μοιρολατρικά τη βούρτσα και τον ασβέστη. Ή δεν την πιάνουν. Σιγά
και τι έγινε;
Στο στενό του κύλινδρο ο μικρός πλανόδιος κοιτάζει το
έργο του χωρίς σιγουριά. Δεν κατάφερε σ’ αυτή την καμπύλα επιφάνεια να παράγει
αρκετές γωνίες. Νοιώθει πως είναι φτωχός,
μικρός και μόνος, και κρίμα τα λεφτά για το παλιοσπρέι. Το κοιτάζει
απογοητευμένος, κάνει να το πετάξει, ύστερα το κρατάει, το κρύβει σ’ ένα παλιό
τσαντάκι στη μέση του. Πρέπει να περιμένει να μεγαλώσει λίγο. Πιάνει τα
λουλούδια αγκαλιά, ξεκινά για το νυχτοκάματο.
Από το Protagon http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.8emata&id=20426
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου