............................................................
Ηλίθιος
Σχεδόν κάθε φορά που
επισκέπτομαι κάποιο πολυκατάστημα, σαν έρθει η ώρα να επιλέξω ένα ταμείο
για να πληρώσω, μένω με την εντύπωση ότι διάλεξα την πιο αργή ουρά,
παρακολουθώντας άλλους πελάτες παραδίπλα να κινούνται ταχύτερα από
εμένα. Τι κι αν γνωρίζω ότι υπάρχει μαθηματική ερμηνεία του φαινομένου,
καθότι ανάμεσα σε πολλά ταμεία είναι πολύ μικρή η πιθανότητα να διαλέξω
αυτό με τη γρηγορότερη ροή; Βράζω στο ζουμί μου, τα βάζω με την αιώνια
–τάχα- γκαντεμιά μου και περιμένω σκυθρωπός τη σειρά μου.
Αντίστοιχη κατάσταση αντιμετώπισα τις προάλλες που επισκέφτηκα ένα
θηριώδες κατάστημα παιχνιδιών, από εκείνα όπου τα παιχνίδια παίζουν μόνα
τους, τσιρίζοντας ήχους υψηλής συχνότητας, τα μεγάφωνα στριγγλίζουν
συνεχώς ενοχλητικά σποτ και χοντροκομμένα παιδικά τραγούδια κι οι
υπάλληλοι φαίνεται να μη βλέπουν την ώρα να δραπετεύσουν απ’ την
τετράωρη βάρδια τους.
Σαν έφτασε η στιγμή της δικής μου απόδρασης, στήθηκα σε μια ουρά και
περίμενα, παρακολουθώντας -ως συνήθως- τα διπλανά ταμεία να κινούνται
γρηγορότερα απ’ το δικό μου. Μπροστά μου ένας μεσόκοπος μπαμπάς με τρία
παιδάκια, θα πήγαιναν Δημοτικό. Λίγα πράγματα κρατούσαν, μα σαν ήρθε η
ώρα να πληρώσουν, έβγαλαν οι μπόμπιρες ένα σακουλάκι γεμάτο ψιλά και το
απίθωσαν επάνω στο ταμείο.
Γέμισε ο τόπος δεκάλεπτα, εικοσάλεπτα και πάμπολλα χάλκινα
ψιλολοΐδια· σάστισα εγώ, σάστισαν κι οι παραπίσω μόλις αντιλήφθηκαν την
κατάσταση. Κάποιοι από την ουρά άρχισαν να την κοπανάνε για παραδιπλανά
ταμεία, οι πιο κοντινοί ντραπήκαμε να δείξουμε τη δυσφορία μας τόσο
γλαφυρά και στυλωθήκαμε εκνευρισμένοι αναμένοντας την εξέλιξη.
Ο εκνευρισμός είναι μεταδοτικός, λένε, και η κοπέλα στο ταμείο δεν
αποτέλεσε εξαίρεση· κάτι που αγχώθηκε απ’ τη βουβή μουρμούρα μας, κάτι η
κούραση της ημέρας, άρχισε να κάνει λάθη στο μέτρημα, χτίζοντας και
γκρεμίζοντας διαρκώς πυργάκια από κέρματα. Προσπαθούσε κι ο μπαμπάς, που
αισθανόταν άσχημα για την καθυστέρηση, να την βοηθήσει, με αποτέλεσμα
να την μπερδεύει ακόμη περισσότερο κι ο εκνευρισμός της ουράς είχε
πιάσει ταβάνι.
Ωσπου κάποια στιγμή ο πατέρας των παιδιών στράφηκε προς το μέρος μας,
άπλωσε απολογητικά τα χέρια του προς τα παιδιά και ψέλλισε αμήχανα:
«Μας συγχωρείτε, θέλανε απλώς να ξοδέψουνε τα κάλαντά τους».
Αμέσως γλύκανε η ουρά και ξεθόλωσε και η ταμίας, που τέλειωσε το
μέτρημα στο άψε σβήσε. Απόμεινα να κοιτάζω τα τρία γλυκύτατα κεφαλάκια
να κρατούν τα δώρα τους, θυμήθηκα τον πρότερο ανώφελο εκνευρισμό μου κι
αισθάνθηκα παντελώς ηλίθιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου