Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2018

"Οι μεταλλαγές της καθεστωτικής ιδεολογίας" γράφει ο Κύρκος Δοξιάδης* ("Εφημερίδα των Συντακτών", 27.02.2018)

.............................................................

 

Οι μεταλλαγές της καθεστωτικής ιδεολογίας


Τα αυταρχικά καθεστώτα δεν χρειάζονται την ιδεολογία. Η κρατική βία αρκεί για να διατηρείται η κυριαρχία τους – για όσο βέβαια διατηρείται. Το αυταρχικό κοινοβουλευτικό καθεστώς που επικράτησε στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο πόλεμο διήρκεσε λιγότερο από δύο δεκαετίες – οι εγχώριες και ξένες δυνάμεις που το στήριζαν αναγκάστηκαν να προσφύγουν στη λύση της στρατιωτικής δικτατορίας. Αλλά και αυτή δεν άντεξε περισσότερο από μια επταετία – κατέρρευσε παταγωδώς, συμπαρασύροντας στην πτώση της σημαντικό κομμάτι των μετεμφυλιακών αντικομμουνιστικών θεσμών.
Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι το μετεμφυλιακό καθεστώς δεν είχε τη δική του ιδεολογία. Η περίφημη «εθνικοφροσύνη» όμως ήταν μια ιδεολογία η οποία, αντί να επιτελεί τη στοιχειώδη λειτουργία της κάθε ηγεμονικής ιδεολογίας, ήτοι την εξασφάλιση της συναίνεσης διά μέσου της πειθούς και της επιτυχούς συγκρότησης τρόπων σκέψης και επιθυμίας, συνόδευε απλώς τη διαιρετική τομή στην ελληνική κοινωνία που συντηρούσε η θεσμική βία, καταγράφοντας στη σφαίρα των ιδεών το ανάλογο αξιακό πλαίσιο: «εθνικόφρονες εναντίον συμμοριτών».
Δεν περισσεύει χώρος σε τούτο το μικρό κείμενο για να αναφερθώ στο τι συνέβη από πλευράς ιδεολογικής στην Ελλάδα κατά το διάστημα των περίπου μιάμισης με δύο δεκαετιών που μεσολάβησε από την πτώση της δικτατορίας έως την παγκόσμια επικράτηση του –νεοφιλελεύθερου, πλέον– καπιταλισμού.
Το βέβαιο είναι ότι το ιδεολόγημα της «εθνικοφροσύνης» το απαρνήθηκαν και οι ίδιοι οι δεξιοί – δεδομένου κιόλας πως οι «υπερεθνικόφρονες» χουντικοί είχαν κριθεί υπεύθυνοι για την τραγωδία της Κύπρου. Βέβαιο επίσης είναι ότι η περίφημη «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς», που ορισμένοι δεξιοί χρησιμοποιούν ως προπαγανδιστικό τέχνασμα για να φορτώσουν όλα τα δεινά της μεταδικτατορικής ελληνικής κοινωνίας στην Αριστερά, ήταν απλώς μια ένδειξη ότι το αστικό καθεστώς μετά τη Μεταπολίτευση δεν είχε τίποτε στο δικό του ιδεολογικό οπλοστάσιο για να αντικαταστήσει την πλήρως αποτυχημένη «εθνικοφροσύνη».
Εχω αναφερθεί (πολύ πρόσφατα αλλά και πολύ παλιά) στο πώς το εγχώριο αστικό καθεστώς προσπάθησε και σε μεγάλο βαθμό κατάφερε να εκμεταλλευτεί το «Σκοπιανό» προκειμένου να επιτύχει επιτέλους την περιπόθητη ιδεολογική ηγεμονία που ποτέ του δεν είχε καν πλησιάσει κατά τα μεταπολεμικά χρόνια. Κάτι που παρουσιάζει επιπρόσθετο ενδιαφέρον όμως είναι ότι περίπου την ίδια εποχή –αρχές με μέσα δεκαετίας 1990–, σε παγκόσμιο επίπεδο, με την επικράτηση ακριβώς του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, ο τελευταίος άρχισε να ασκεί τη δική του ιδεολογική ηγεμονία σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητα από τους θεσμούς εκείνους διά των οποίων η αστική τάξη παραδοσιακά ασκούσε την ηγεμονία της – που σημαίνει, μεταξύ άλλων, ανεξάρτητα από τους εκπαιδευτικούς μηχανισμούς και από τα πολιτικά κόμματα.
Ο Μαρξ είχε ήδη δείξει πώς η ιδεολογία του καπιταλισμού είναι εγγενής στο ίδιο το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα. Αυτό που είναι όμως όντως καινούργιο στην παρούσα περίοδο, και που αποτελεί κεντρικό χαρακτηριστικό του νεοφιλελευθερισμού, είναι πως η καθαυτό καπιταλιστική ιδεολογία, ήτοι, σχηματικά, η ιδεολογία της «ελεύθερης αγοράς» και του «ανταγωνιστικού ατόμου», διαχέεται και κυριαρχεί απ’ άκρου εις άκρον του κοινωνικού σώματος και της καθημερινής ζωής, χωρίς να χρειάζεται τη βοήθεια κάποιων διακριτών από την οικονομία μηχανισμών.
Αν τα αυταρχικά καθεστώτα δεν έχουν ανάγκη την ιδεολογία, ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός δεν έχει ανάγκη ξεχωριστούς ιδεολογικούς μηχανισμούς. Η ίδια η καπιταλιστική οικονομία μετατρέπεται σε έναν γιγάντιο και πανίσχυρο ιδεολογικό μηχανισμό που ισοπεδώνει ή αφομοιώνει στο διάβα του ό,τι τολμάει να του αντισταθεί. Και τούτο συμβαίνει παράλληλα με την υποβάθμιση της καθαυτό πολιτικής ισχύος των πολιτικών θεσμών διά μέσου της εξάρτησής τους από την ανεξέλεγκτη λειτουργία των διεθνών χρηματοπιστωτικών θεσμών και μηχανισμών.
Η περίφημη «απαξίωση της πολιτικής» δεν συνίσταται τόσο στην απογοήτευση του κόσμου από τους «διεφθαρμένους» ή «ανίκανους» πολιτικούς, αλλά πρώτα απ’ όλα στο γεγονός πως το ίδιο το κυρίαρχο καπιταλιστικό σύστημα έχει «απαξιώσει» πολιτικά πρόσωπα και κόμματα, υπό την έννοια ότι πλέον δεν τα χρειάζεται – ούτε θεσμικά αλλά ούτε και ιδεολογικά. Κορυφαίο επίκαιρο παράδειγμα τούτης της «απαξίωσης»: σχεδόν σύσσωμο το αμερικανικό κατεστημένο χλευάζει και περιφρονεί τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος με τη συμπεριφορά του διαρκώς προξενεί την υποψία ότι έχει επιλεγεί επίτηδες για να αποτελεί εύκολο στόχο σε αυτήν ακριβώς την «απαξίωση της πολιτικής».
Πιστεύω πως σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να κατανοήσουμε και τις ιστορίες σκανδάλων και διαφθοράς που τελευταία ταλανίζουν ιδιαίτερα και την ελληνική πολιτική ζωή. Το αστικό πολιτικό προσωπικό φαίνεται πως είναι πιο επιρρεπές πλέον σε τέτοιου είδους «ατασθαλίες», αφού αισθάνεται πως ούτως ή άλλως στον σύγχρονο καπιταλισμό παίζει ρόλο κομπάρσου.


*καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια: