...............................................................
tsalapatis.blogspot.gr
Παραίτηση
Στη ζέστη το φως γίνεται
βάρος. Αλλάζει τις ζυγαριές των σωμάτων, πίνει τον ιδρώτα σου μέχρι να
σε στεγνώσει. Ενώ πέφτει κάθετα οι δρόμοι στέκονται προσοχή και όλοι
τους γίνονται ανηφόρες.
Το υδραργυρικό σου βάδισμα, αυτό που δεν μετριέται αλλά μετράει τη
γύρω θερμοκρασία. Η εξάντληση. Που όταν συναντά την αδιαφορία σου ή την
αδυναμία σου να την τινάξεις από πάνω σου γίνεται παραίτηση.
Τα σώματα είναι κινούμενες αποτυπώσεις. Κουβαλούν μαζικά συναισθήματα, τάσεις, διαθέσεις.
Τα συναντάς στους δρόμους της Αθήνας, στους δρόμους της Κυψέλης. Δεν
προσπαθούν να αποδείξουν, δεν προσπαθούν καν να δείξουν, απλώς υπάρχουν.
Σε αναποδογυρισμένα καφάσια κοντά στα περίπτερα και γύρω από το
μπουκάλι, σε πολύκοσμα παγκάκια μέσα στη βουή της στριμωγμένης
συναναστροφής, σε ημίγυμνα μπαλκόνια όπου το σώμα έκθετο και εκτεθειμένο
φορά τις ατέλειές του, κρέμεται προσπαθώντας να αποφύγει τη ζέστη.
Είναι απόλυτα ορατό αδιαφορώντας για την ίδια την όραση. Είναι η αφή
του καύσωνα αυτή στην οποία λογοδοτεί το σχήμα του. Η ύπαρξη στάζει σαν
κλιματιστικό που κάποιος ξέχασε ανοιχτό και έφυγε.
Στους δρόμους της Αθήνας η παραίτηση έχει γίνει νόμισμα που δεν
ανταλλάσσει ούτε ανταλλάσσεται. Εισχωρεί στα σώματα σαν ένα τέλος που
δεν τελειώνει, μόνο μένει εκεί και εκκρεμεί.
Δεν έχει κίνηση, μόνο έναν παλμό μηχανικό. Συνδυάζει την άργητα με τη
βιασύνη σε έναν μόνιμο μετεωρισμό πάντα εκτός χρόνου. Κουτσαίνει ενώ
πολιορκείται από τρέξιμο και ποτέ δεν προλαβαίνει.
Ολα αυτά τα χρόνια που πέρασαν, όλα αυτά τα χρόνια που πλησιάζουν
μουντά υπάρχουν μέσα στο σώμα μας. Και θα παραμείνουν εκεί. Σαν περιττό
λίπος της ζωής, σαν ασυμμετρία στο σχήμα του ανθρώπου, σαν το τέλος μιας
αναβολής που τελικά αναβλήθηκε.
Οι δρόμοι μοιάζουν να συνομιλούν με την παραίτηση των σωμάτων.
Σπασμένα πεζοδρόμια κατά μήκος, σαν να τα ποδοπάτησε ο ίδιος ο χρόνος με
τα χοντρά του δευτερόλεπτα, σπασμένα πλακάκια, τρύπιες υδρορροές,
ξέχειλοι κάδοι.
Ενα πλήθος βουτάει απόψε το δάχτυλο στη σούπα σου, κατουράει τις
γωνίες, καίει τα καχεκτικά σου οπωροφόρα. Ερημωμένα βράδια κατά μήκος
των κλειστών μαγαζιών.
Ακόμα κι εσύ που μεγάλωσες εκεί δεν μπορείς τώρα να ανασύρεις από τη
μνήμη την τότε βουή του δρόμου. Υποθέτεις, συνεχώς υποθέτεις, ολόκληρη η
μνήμη σου μια υπόθεση, σαν να τη δανείστηκες από κάποιον άλλο και τώρα
να μαθαίνεις να τη μιλάς.
Ο δήμος της Αθήνας είναι η πιο παρατημένη γωνιά του σύμπαντος. Ισως
όχι το κέντρο, αλλά οι γειτονιές που το κέντρο κρύβει κάτω από το χαλί.
Τα παράκεντρα είναι μακρινά όσο τα σύνορα της χώρας.
Κανείς δεν θα ενδιαφερθεί για τις περιοχές όπου δεν πατάνε οι
τουρίστες. Περιοχές φωταγωγοί της κάθετης πτώσης του φωτός. Εδώ οι
πληγές δεν έχουν τίποτα το εκκωφαντικό. Είναι μικρές ιστορίες, μικρές
ιδιωτικές συντριβές.
Εδώ δεν βλέπεις τις αιτίες, μόνο τις επιπτώσεις. Τα ήσυχα αποτελέσματα από την πέρα βοή.
Η παραίτηση που νιώθεις μοιάζει με παραδοχή. Οταν η προοπτική
στραγγίζεται, μοιάζει όλα να συνηγορούν πως δεν είναι κρίση αυτό γύρω,
είναι μια νέα κανονικότητα.
Και ακόμα και η παροδικότητα είναι ένα μόνιμο στοιχείο της. Οσο και
να περιμένεις το τέλος της, το σώμα είναι ειλικρινές. Δεν αντέχει.
Κλατάρει.
Και στους δρόμους αυτούς οι αισιόδοξοι ακούγονται χαζοχαρούμενοι ή
ύποπτοι. Εδώ δεν έχει φάρμακα που θεραπεύουν, έχει μόνο αναλγητικά που
ξεχνούν τον πόνο, που προμηθεύουν το μόνιμο παρόν με παύσεις, που
τρέχουν τον χρόνο προς το μέλλον.
Και τα σώματα συνεχίζουν την καθημερινή τους ανηφόρα, τη σκυφτή, την καμπουριασμένη, την παραιτημένη.
Κάθε πληγή και κάθε γδάρσιμο, κάθε χτύπημα και κάθε πτώση, κάθε
εξάντληση και κάθε παραίτηση. Είναι δικά μας. Με αυτά θα χτίσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου