............................................................
Τσαρλς Μπουκόφσκι
(1920 - 1994)
Ανθρώπινη φύση*
Συμβαίνει εδώ και καιρό.
μια νεαρή σερβιτόρα εκεί που παίρνω καφέ
στον ιππόδρομο.
"Πώς πάει σήμερα;" ρωτάει.
"Καλά πάει, κερδίζω", απαντάω.
"Και χτες κερδίσατε, ε;"
ρωτάει.
"Ναι", λέω, "και προχτές".
Δεν ξέρω τι είναι ακριβώς αλλά
πιστεύω ότι έχουμε ασύμβατες
προσωπικότητες. Συχνά υποβόσκει εχθρικός
τόνος στους διαλόγους μας
"Μού φαίνεται ότι είστε ο μόνος
εδώ πέρα που όλο κερδίζει",
λέει, χωρίς να με κοιτάζει,
δυσαρεστημένη.
"Σοβαρά;" απαντάω.
Και το πολύ παράξενο:
όποτε χάνω, η κοπέλα
δεν είναι ποτέ
εκεί.
Ίσως έχει ρεπό ή δουλεύει
σε άλλον πάγκο.
Κι εκείνη στοιχηματίζει και χάνει.
Πάντα χάνει.
Και παρ' ότι μπορεί να έχουμε
Ασύμβατες προσωπικότητες λυπάμαι για λογαριασμό της.
Αποφασίζω την επόμενη φορά που θα τη δω
να της πω ότι
χάνω.
Αυτό κάνει λοιπόν.
Όταν με ρωτάει "πώς πάει;"
Λέω, "θεέ μου, δεν μπορώ να το καταλάβω,
Χάνω, δε με θέλει με τίποτα, σ' όποιο άλογο
Και να ποντάρω, τερματίζει τελευταίο!"
"Αλήθεια;" ρωτάει
"Αλήθεια", λέω.
Το κόλπο πιάνει.
Χαμηλώνει το βλέμμα
και ένα από τα πλατύτερα χαμόγελα
που έχω δει ποτέ είναι σαν να σκίζεται
το πρόσωπό της στα δύο.
Παίρνω τον καφέ μου, της αφήνω γερό φιλοδώρημα,
Φεύγω για να δω
τον πίνακα.
Αν πέθαινα στο φλεγόμενο αυτοκίνητό μου στην εθνική
οδό
στοιχηματίζω πως θα 'ταν ευτυχισμένη για καμιά βδομάδα!
Πίνω μια γουλιά καφέ.
Τι είναι τούτο πάλι;
'Εβαλε μια οκά γάλα,
Αν και ξέρει πως τον πίνω σκέτο.
Μες στον ενθουσιαμό της,
το ξέχασε,
τη χαμούρα.
Να τι κέρδισα από το ψέμα που είπα.
*από το βιβλίο "Η λάμψη της αστραπής πίσω από το βουνό" (εκδόσεις "Ηλέκτρα")
Τσαρλς Μπουκόφσκι
(1920 - 1994)
Ανθρώπινη φύση*
Συμβαίνει εδώ και καιρό.
μια νεαρή σερβιτόρα εκεί που παίρνω καφέ
στον ιππόδρομο.
"Πώς πάει σήμερα;" ρωτάει.
"Καλά πάει, κερδίζω", απαντάω.
"Και χτες κερδίσατε, ε;"
ρωτάει.
"Ναι", λέω, "και προχτές".
Δεν ξέρω τι είναι ακριβώς αλλά
πιστεύω ότι έχουμε ασύμβατες
προσωπικότητες. Συχνά υποβόσκει εχθρικός
τόνος στους διαλόγους μας
"Μού φαίνεται ότι είστε ο μόνος
εδώ πέρα που όλο κερδίζει",
λέει, χωρίς να με κοιτάζει,
δυσαρεστημένη.
"Σοβαρά;" απαντάω.
Και το πολύ παράξενο:
όποτε χάνω, η κοπέλα
δεν είναι ποτέ
εκεί.
Ίσως έχει ρεπό ή δουλεύει
σε άλλον πάγκο.
Κι εκείνη στοιχηματίζει και χάνει.
Πάντα χάνει.
Και παρ' ότι μπορεί να έχουμε
Ασύμβατες προσωπικότητες λυπάμαι για λογαριασμό της.
Αποφασίζω την επόμενη φορά που θα τη δω
να της πω ότι
χάνω.
Αυτό κάνει λοιπόν.
Όταν με ρωτάει "πώς πάει;"
Λέω, "θεέ μου, δεν μπορώ να το καταλάβω,
Χάνω, δε με θέλει με τίποτα, σ' όποιο άλογο
Και να ποντάρω, τερματίζει τελευταίο!"
"Αλήθεια;" ρωτάει
"Αλήθεια", λέω.
Το κόλπο πιάνει.
Χαμηλώνει το βλέμμα
και ένα από τα πλατύτερα χαμόγελα
που έχω δει ποτέ είναι σαν να σκίζεται
το πρόσωπό της στα δύο.
Παίρνω τον καφέ μου, της αφήνω γερό φιλοδώρημα,
Φεύγω για να δω
τον πίνακα.
Αν πέθαινα στο φλεγόμενο αυτοκίνητό μου στην εθνική
οδό
στοιχηματίζω πως θα 'ταν ευτυχισμένη για καμιά βδομάδα!
Πίνω μια γουλιά καφέ.
Τι είναι τούτο πάλι;
'Εβαλε μια οκά γάλα,
Αν και ξέρει πως τον πίνω σκέτο.
Μες στον ενθουσιαμό της,
το ξέχασε,
τη χαμούρα.
Να τι κέρδισα από το ψέμα που είπα.
*από το βιβλίο "Η λάμψη της αστραπής πίσω από το βουνό" (εκδόσεις "Ηλέκτρα")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου