Τρίτη 4 Μαρτίου 2014

Το «ελεύθερο σκιτσάρισμα» του Παπαδιαμάντη (04 Μαρ 2014 | tvxsteam tvxs.gr)

.....................................................




Το «ελεύθερο σκιτσάρισμα» του Παπαδιαμάντη

tvxs.gr/node/121528
 
 
Σαν σήμερα γεννιέται στη Σκιάθο,  στις 4 Μαρτίου του 1851, ο «άγιος των ελληνικών γραμμάτων», ο κοσμοκαλόγερος,  ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911).  Το Tvxs παραθέτει αποσπάσματα για τον μετρ του διηγήματος από την Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Λίνου Πολίτη.
Ο Πολίτης εντάσσει τον Παπαδιαμάντη μαζί με τον Καρκαβίτσα στους σημαντικότερους συνεχιστές του ηθογραφικού διηγήματος που εισήγαγε ο Γ. Βιζυηνός. Ωστόσο αναδεικνύει επίσης τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Παπαδιαμάντη:




Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είχε παρουσιαστεί από νωρίς (1879) με μυθιστορήματα  ιστορικά και περιπετειώδη, περνά κι αυτός όμως στο ηθογραφικό διήγημα, που το καλλιεργεί πια σχεδόν αποκλειστικά για μια ολόκληρη 25ετία. Τα διηγήματά του ξεπερνούν τα 200, δεν έχουν όμως όλα την ίδια αξία. Τα επιτυχημένα όμως είναι πολλά και σημαντικά.



Ζωγραφίζουν σχεδόν όλα, περιστατικά και ανθρώπινους τύπους του πατρικού του νησιού, της Σκιάθου, που παίρνουν ζωή και κίνηση από τη νοσταλγία του συγγραφέα. Η νοσταλγία είναι το βασικό και το μόνιμο στοιχείο στον Παπαδιαμάντη, είναι η δύναμη και η αδυναμία του.



Το έργο του, από την εποχή που ζούσε ακόμη ως τις μέρες μας, έγινε πολλές φορές στόχος της κριτικής, που έφτασε άλλοτε ως το υπερβολικό εγκώμιο και τον θαυμασμό και άλλοτε ως την υποτίμηση και την άρνηση. Η αρνητική κριτική επεσήμανε τη χαλαρή σύνθεση των διηγημάτων του, την απουσία ενός σχεδίου, την έλλειψη βούλησης καλλιτεχνικής. Όμως, όπως στα σκίτσα πολλών ζωγράφων, η δύναμη του Παπαδιαμάντη υπάρχει σε αυτό ακριβώς το ελεύθερο σκιτσάρισμα.



Πέρα από το «ηθογραφικό» υπόβαθρο, ο Παπαδιαμάντης έχει συλλάβει μερικά βασικά και όχι τόσο ευκολοσύλληπτα χαρακτηριστικά του νεοελληνικού χαρακτήρα, έχει δεσμεύσει μέσα στα διηγήματά του κάτι από αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε νεοελληνική λαϊκή μυθολογία.

Στη γλώσσα,  δεν έκανε το αποφασιστικό βήμα από την καθαρεύουσα προς τη δημοτική όπως πολλοί άλλοι της γενιά τους. Η καθαρεύουσά του όμως είναι εντελώς προσωπική και ιδιότυπη, ακόμα και ανόμοια. 
Κατά τον Λίνο Πολίτη, στη γλώσσα του Παπαδιαμάντη υπάρχουν τρεις αναβαθμοί:1) Στους διαλόγους χρησιμοποιεί σχεδόν φωτογραφικά αποτυπωμένη την ομιλούμενη λαϊκή γλώσσα, πολλές φορές και με τους σκιαθίτικους ιδωματισμούς. 2) Υπάρχει και μια άλλη γλώσσα για την αφήγηση, με  βάση βέβαια την καθαρεύουσα, αλλά με πρόσμειξη πολλών στοιχείων της δημοτικής, και αυτό αποτελεί ίσως το πιο προσωπικό του ύφος. 3) Και τέλος μια προσεγμένη και αυστηρή καθαρεύουσα, η παραδομένη από την παλαιότερη γενιά γλώσσα της πεζογραφίας, που ο Παπαδιαμάντης την επιφυλάσσει στις περιγραφές καθώς και στις λυρικές του παρεκβάσεις.

Από την πληθωρική παραγωγή του Παπαδιαμάντη, ο Λίνος Πολίτης ξεχωρίσει για πριν το 1900:  Η νοσταλγία,  το Ολόγυρα στη λίμνη, το εκτεταμένο και πλατύ αφήγημα Βαρδιάνος στα σπόρκα και το Έρωτας στα χιόνια με τη λυρική του μελαγχολία.
Μετά το 1900 ο λυρικός τόνος κυριαρχεί περισσότερο: Όνειρο στο Κύμα, Ρεμβασμός του Δεκαπενταύγουστου και το εκτενέστερο, σαν λυρική εξομολόγηση Ρόδινα ακρογιάλια.
Το πιο δυνατό έργο της τελευταίας δεκαετίας του Παπαδιαμάντη είναι Η Φόνισσα (1903). Κεντρική μορφή στο μεγάλο αυτό αφήγημα είναι η Φραγκογιαννού ( η φόνισσα). Εξήντα χρονών πια, καθώς αναλογίζεται τα περασμένα της, διαπιστώνει πως η γυναίκα είναι πάντα σκλάβα: των γονιών της ανύπαντρη, του άντρα της παντρεμένη,  ύστερα των παιδιών και στο τέλος των παιδιών των παιδιών της.

Έτσι συλλαμβάνει την ιδέα να σκοτώνει τα μικρά κορίτσια, για να τα σώσει από τα βάσανα. Και με την έμμονη αυτή ιδέα, θα διαπράξει μια σειρά από φόνους και κυνηγημένη από την αστυνομία θα πνιγεί την ώρα που ζητά καταφύγιο σε μια εκκλησία κοντά στη θάλασσα, «εις τον λαιμόν τον ενώνοντα τον βράχον του ερημητηρίου με την ξηράν, εις το ήμισυ του δρόμου μεταξύ της θείας και της ανθρώπινης δικαιοσύνης».


Πηγή: Πολίτης, Λίνος, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, 11η ανατύπωση, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 2002, σ. 203-206.


Δεν υπάρχουν σχόλια: