Στα χρόνια των γονιών και των παππούδων μας, όταν το πένθος χτυπούσε κάποιο σπίτι, έριχναν μαύρα πανιά πάνω στους καθρέφτες. Να μην κοιτάζεις το πρόσωπό σου, να βυθίζεσαι στον πόνο χωρίς την αντανάκλαση της παντοδύναμης ζωής.
Οι μαύρες οθόνες που εισέβαλαν στα σπίτια μας χτύπησαν αίφνης τις καμπάνες του πένθους, που έχει εισβάλει στις ζωές μας σαν λεγεώνα βάρβαρου κατακτητή κι όμως ανεπαισθήτως. Ανεπαισθήτως, όσο συνέβαινε ο θάνατος του διπλανού. Του ανώνυμου μετανάστη, του τεμπέλη δημοσίου υπαλλήλου, του φακελάκια γιατρού, του κοπανατζή εκπαιδευτικού, του φωνακλά ναυτεργάτη, του κακομαθημένου σκουπιδιάρη, του φοροφυγά εμποράκου.
Οι μαύρες οθόνες έγιναν καθρέφτες της μαύρης μας ζωής. Είδαμε το πένθος να μπαίνει από παντού στο σπίτι, σαν την ομίχλη εκείνου του αξέχαστου τραγουδιού του Γιάννη Σπανού, με τη φωνή της Αρλέτας, πάνω στο ποίημα του Βύρωνα Λεοντάρη: "Κι όσα για σένα είχες ελπίσει, έχουνε όλα τώρα πια σβήσει".
"Σκιά ήταν ό,τι για ζωή αγαπήθη
ήχος στεγνός μιας άδειας λέξης
σαν ήρθε η ώρα να διαλέξεις
είπες ας φράξουν τη φωτιά άλλα στήθη
 
ποτάμι που έχει μείνει ξερή η κοίτη
πώς να 'χεις έτσι ξεστρατίσει
σου άξιζε σένα αλλιώς να ζήσεις
η ομίχλη μπαίνει από παντού στο σπίτι"
Κι εκεί που κλαψουρίζαμε στα πληκτρολόγια για τη δόξα της πλατείας Ταξίμ και τη δική μας ανυπαρξία, αρπαχτήκαμε ο καθένας από το μόνο πράγμα που του έχει απομείνει και βρεθήκαμε ξανά στον δρόμο. Άλλος απ' τη Λιλιπούπολη και τον τσαμπουκά του Χατζιδάκι, άλλος απ' τη φωνή της Ελένης Χατζηαργύρη και της Βάσως Μανωλίδου, άλλος από την οργή για το "αποφασίζομεν και διατάσσομεν", άλλος απ' τους άλλους, που ξαναγίνονται "εμείς".
Δεν με νοιάζει πόσοι είμαστε, ξέρω όμως ποιοι. Εμείς που λέγαμε γελώντας μεταξύ μας πως, αν μας έλεγαν ότι θα ξημεροβραδιαζόμαστε στην Αγία Παρασκευή για να υπερασπιστούμε την ΕΡΤ, θα το θεωρούσαμε ανέκδοτο. Εμείς, που λέγαμε ότι πρώτη φορά νιώσαμε την ΕΡΤ τόσο δική μας. Εμείς, που δεν δουλέψαμε ποτέ στο Δημόσιο, ούτε στην ΕΡΤ. Εμείς, που λέγαμε ότι η "κλειστή" ΕΡΤ ήταν η καλύτερη ΕΡΤ που είχαμε ποτέ, η μόνη ανοιχτή που υπήρξε.
Δεν υπερασπιζόμαστε μόνο, ούτε κυρίως, τους δημοσιογράφους και τους τεχνικούς της κρατικής τηλεόρασης, ούτε βεβαίως το ειδησεογραφικό και πολιτικό προϊόν που παρήγε η ΕΡΤ, το οποίο καθοριζόταν από τους εκάστοτε κυβερνώντες κι από τις εκάστοτε (ασθενέστατες, κατά τη γνώμη μου), αντιστάσεις που συναντούσαν. Και δεν είναι τυχαίες οι αναφορές όλων στο Τρίτο Πρόγραμμα του Μάνου Χατζιδάκι, στις Ορχήστρες και στη ραδιοφωνική συντροφιά που φτάνει στις εσχατιές της χώρας. Εκεί βρίσκουμε κοινό σημείο αναφοράς στον πολιτισμό, στο φως της ομορφιάς. Στον πολιτισμό και στην ελευθερία της έκφρασης.
Δεν βγήκαμε στον δρόμο όταν επέβαλαν τα χαράτσια στα σπίτια μας, βγήκαμε όταν η ομίχλη μπήκε από παντού στο σπίτι. Στη χώρα που γέννησε τη Φιλοσοφία, τη Δημοκρατία και το Θέατρο, ο συμβολισμός αυτός είναι ευλογία. Κι αυτοί που αύριο θα κυβερνήσουν -και πρέπει να κυβερνήσουν- ας μην τον ξεχάσουν ούτε για μια στιγμή...