Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Βασίλης Παπαβασιλείου - Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός καταρτίζει τη δική του αλφαβήτα για την A.V. ("Athens Voice", 4/4/2012)

..........................................................

Βασίλης Παπαβασιλείου

Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός καταρτίζει τη δική του αλφαβήτα για την A.V.


 
image
τεύχος: 386 - 04/04/2012 
 
Μετά από επιθυμία του Βασίλη Παπαβασιλείου, διαβάστε, αν θέλετε, την Αλφαβήτα του ακούγοντας τη μουσική του «Cosi fan tutte» του Μότσαρτ.

 






Απολογισμός/Αθήνα: Για τον απολογισμό είναι νωρίς. Για την Αθήνα ποτέ δεν είναι αργά. Παρόλο που δεν πρόκειται για πόλη αλλά για εποικιστικό μόρφωμα. Πόλη μπορεί να ξαναγίνει. Από άλλους. Οι οποίοι ενδέχεται και να την αγαπήσουν. Γιατί το στέγνωμα της αγάπης, που λέει και ο ποιητής, είναι πάντοτε ένας παράγοντας ολέθρου.
Βαρβαρότητα: Δεν υπάρχει τεκμήριο πολιτισμού που να μην είναι στην άλλη του όψη τεκμήριο βαρβαρότητας. Η κάθε φάση μας κουβαλάει την αντίστοιχη απειλή βαρβαρότητας, ακόμα και μέσα στις υψηλότερες πολιτισμικές μας κατακτήσεις.
Γήρας: Υπάρχουν άνθρωποι που τελειώνει η ζωή τους χωρίς να το έχουν αντιληφθεί. Υπάρχουν άνθρωποι που ήσαν γηρασμένοι προτού καν ξεκινήσουν το βίο τους. Στην παθογένεια που ενσάρκωσε η ελληνική Μεταπολίτευση, έχουμε δει 20άρηδες με το όραμα της συνταξιοδότησης στα μάτια. Το μη-βιολογικό γήρας έχει να κάνει με το μαρασμό της επιθυμίας. Κι αυτός ο μαρασμός δεν συνοδεύει απαραίτητα τις μεγάλες ηλικίες.
Διαφθορά: Ο κάθε άνθρωπος είναι ευεπίφορος σε κινήσεις που του εξασφαλίζουν με τη μικρότερη προσπάθεια, το μεγαλύτερο αποτέλεσμα. Όταν ένα σύνολο ανθρώπων απεμπολήσει το δημιουργικό του στοίχημα, όταν έχεις μία χώρα όπου το 73-75% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος προέρχεται από την κατανάλωση, έχεις μία χώρα εξ ορισμού εκτεθειμένη. Αν όχι διεφθαρμένη, εκτεθειμένη 100%. Η διαφθορά δεν είναι μεταφυσική έννοια. Η διαφθορά ενοικεί εκεί όπου οι άνθρωποι παραιτούνται από την αγωνία της δημιουργίας πραγμάτων, της δημιουργίας αξιών, της δημιουργίας πλούτου. Γιατί ο πλούτος, σε αντίθεση με τα «φράγκα», παραπέμπει και σε ένα σύστημα αξιακό.
Ελλάδα/Έρωτας: Έχω την εντύπωση ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα στην ουσία ζητά μια δεύτερη ευκαιρία. Πιστεύω ερωτικής τάξεως. Εάν δεχθούμε ότι στον έρωτα αποθεώνεται «η ικανότητα του θαυμάζειν», που έλεγε και ο Πλάτωνας, νομίζω ότι η αναγκαιότητα καλεί σήμερα την Ελλάδα σε μια επανανακάλυψη ακριβώς του στοιχείου του θαυμασμού, που έχει εκλείψει στις μέρες μας σε τραγικό βαθμό. Γιατί ο θαυμασμός εκλείπει εκεί όπου καλλιεργείται καταναγκαστικά ο αυτοθαυμασμός. Η φρεναπάτη της Μεταπολίτευσης ήταν ένα σχολείο αυτοθαυμασμού για τους Έλληνες. Ένα σχολείο διαστροφικού, άγονου ναρκισσισμού, που δε γεννά τίποτα.
Θεός/Θάνατος/Θέατρο: Αυτά τα τρία «Θ» είναι η ένδοξη λειτουργία του Άλλου. Για τους Άλλους πεθαίνουμε, για τους Άλλους παίζουμε θέατρο. Και ο Θεός, επίσης, προκύπτει από τα αποτελέσματα της ενέργειάς του, των ενεργημάτων του, πάνω στους Άλλους, στους θνητούς.
Κρίση: Την ανακαλύψαμε γιατί υπήρχε. Έτσι κι αλλιώς η κρίση είναι ο κοινός μας κλήρος. Υπάρχω σημαίνει «υπάρχω εν κρίση». Και υπό αυτή την έννοια, ο πειρασμός είναι μεγάλος, να ενδώσει δηλαδή κανείς σε μία πρακτική όπου είναι ταυτόχρονα κριτής, κατήγορος και εισαγγελέας κι αυτό είναι μία από τις πιο άθλιες εκδοχές της ανθρώπινης έκφρασης. Η εποχή μας πάσχει από το σύνδρομο του γενικευμένου εισαγγελισμού.
Ντροπή: Είναι η λεζάντα της ύπαρξης. Με άλλον τρόπο, βέβαια, στις λεγόμενες «κοινωνίες της αιδούς», όπως οι αρχαϊκές, με άλλον τρόπο στη φάση της επικράτησης του μονοθεϊσμού, όταν η ντροπή έγινε πιο ενοχική. Η ντροπή είναι ένα έμμεσο ελατήριο για τη δημιουργία.
Νεοέλληνες: Είναι ξεκάθαρο σήμερα πως πήραμε το δρόμο της ατομικής προκοπής και της συλλογικής χρεοκοπίας. Εγώ λοιπόν δεν αισθάνομαι ότι έχω κανένα δικαίωμα να ντρέπομαι για κανέναν. Ίσως ένα αίσθημα ντροπής που αφυπνίζεται σήμερα λόγω κρίσης έχει να κάνει με τη συνειδητοποίηση της ελλειμματικής λογοδοσίας. Την τελευταία διετία μοιάζει σα να έχει συντελεστεί για τους Νεοέλληνες ένα είδος εκδημοκρατισμού της ντροπής.
Πολιτικοί: Δεν φταίνε. Από την ώρα που η ισορροπία ανάμεσα στα μεγέθη της οικονομίας και της πολιτικής, τα τελευταία σαράντα χρόνια, έχει προφανέστατα κριθεί υπέρ της οικονομίας, οι πολιτικοί έγιναν θεράποντες του οικονομικού μεγέθους. Κι όχι μόνο σε ελληνικό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην Ελλάδα, καθώς μπήκε το εύκολο χρήμα, το κοινοτικό και των δανείων, δεν αποτέλεσε αυτή η κατάσταση αντικείμενο αναστοχασμού.
Πολίτες: Η ίδια κρίση που μαστίζει τη σφαίρα του πολιτικού μας συστήματος εκδηλώνεται και στην ατροφία της πολιτικής μας συνείδησης και πράξης. Κι αυτό το εξασφαλίσαμε με αντάλλαγμα μιας καταναλωτικού τύπου ευημερίας που προερχόταν από το μοίρασμα χρημάτων, τα οποία δεν παρήγαμε εμείς, ενός πλούτου για τον οποίο δεν μοχθήσαμε εμείς. Έγινε, λοιπόν, ένα συνενοχικό συμβόλαιο ανάμεσα στον πολίτη και στον πολιτικό κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Όμως, ποιος Γερμανός ή Φινλανδός, αν του έφτιαχνες ένα τέτοιο πλαίσιο επί περίπου δύο αιώνες, δεν θα ήταν πρόθυμος να ανταλλάξει την καλοπέρασή του ή την ησυχία του με μία ψήφο προς ένα συγκεκριμένο βουλευτή ή ένα συγκεκριμένο πολιτικό «τζάκι»;
Ραγιαδισμός/Ρήξη: Και τα δύο έχουν σχέση με την ιστορία της νέας Ελλάδας. Ο ραγιαδισμός από τα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας συνεχίστηκε με όρους πελατειακού συστήματος στο νέο Ελληνικό κράτος. Οι δυνάμεις εκείνες που θα συγκροτούσαν ένα στοίχημα διαφορετικού τύπου στην Ελλάδα ήταν πάντοτε ελλειμματικές ή ατροφικές. Οι δυνάμεις της δημιουργικής ρήξης, δηλαδή. Η χώρα πληρώνει κατά κάποιον τρόπο το χρόνιο έλλειμμα δυνάμεων τέτοιου είδους, όπως και το έλλειμμα της αστικής της τάξης, το οποίο χαρακτήρισε την ύπαρξη του κράτους από τα γεννοφάσκια του.
Σαματάς: Ο σαματάς προκύπτει μέσα σε ένα περιβάλλον όπου δεν επιτρέπεται η ομαλή λειτουργία της αναπνοής. Ο σαματάς είναι παιδί μιας σειράς κινήσεων που έχουν να κάνουν με το πώς χτίζονται οι πόλεις μας, πώς χτίζονται τα σπίτια μας, ποια σχέση κλειστού-ανοιχτού χώρου μάς περιβάλλει. Ο σαματάς είναι το σκηνικό της ζωής μας. Ο ρυθμός και η έντασή του αντιστοιχούν στη σπασμωδικότητα της αναπνοής μας. Η αναπνοή έχει δύο φάσεις. Την εισπνοή, δηλαδή την υποδοχή του κόσμου. Και την εκπνοή, δηλαδή την τοποθέτησή μας μέσα στον κόσμο. Διαταράχθηκε αυτή η λειτουργία. Και αυτή τη διαταραχή τη ζούμε πιο έντονα στις σύγχρονες ελληνικές πόλεις και ειδικά στην Αθήνα. Είναι το πρόβλημα της συλλογικής και ατομικής μας αναπνοής που αποκρυσταλλώνεται σε σαματά.
ΥΠΠΟΤ: Ο πολιτισμός στην Ελλάδα είναι μια έννοια που κάποτε φιλοδόξησε να πει τα πάντα και κατέληξε να μη σημαίνει τίποτα. Υπό αυτή την έννοια, κι αυτό το υπουργείο πληρώνει το τίμημα για την αοριστία αυτού του όρου πάνω στην οποία θεμελιώθηκε. Έτσι, αναλώνεται μόνο ως λειτουργός συσσιτίου, διανέμοντας επιχορηγήσεις και δημιουργώντας ψευδή προβλήματα και ψευδείς παραστάσεις για αυτό που ονομάζουν «πολιτική για τον πολιτισμό».
Χρήματα: Είναι μια τέχνη να τα επιδιώκεις, μια εργασία. Δε νομίζω ότι τα κατάφερα ποτέ σε αυτό τον τομέα. Έχω χρήμα τόσο όσο μου επιτρέπει η ικανότητά μου να δουλεύω και να παράγω. Επίσης, σα σκοπό στη σκηνοθεσία της ελευθερίας μου, είπα όχι στο ενδεχόμενο απόκτησης περιουσιακών στοιχείων. Είπα ναι σε ένα είδος ακτημοσύνης.
Ψηφίζω: Η ιδέα του δημοψηφίσματος που κατέστρεψε τον Γιώργο Παπανδρέου επανέρχεται μέσα από το περιτύλιγμα των εκλογών. Κι εμείς είμαστε, κατά κάποιον τρόπο, τρόφιμοι ενός σωφρονιστηρίου που βγαίνουμε μια Κυριακή και πάμε σε μια κάλπη να κάνουμε «ελεύθερα» τις επιλογές μας με την προϋπόθεση ότι θα είναι οι ορθές. Έχουμε λοιπόν να σκεφτούμε ως τρόφιμοι του «Σωφρονιστηρίου-Αναμορφωτηρίου η Ελλάς» αν αποδεχόμαστε την ιδιότητα του τροφίμου, αν προσερχόμενοι στα εκλογικά κέντρα τη νομιμοποιούμε. Καμιά φορά λέω, με τέτοιο συντελεστή θεατρικότητας του πραγματικού, τι λόγο ύπαρξης έχει η δουλειά μου; Μάλλον η ιστορική συγκυρία έχει ταλέντο, παραφράζοντας τον Ζουβέ.
Ώρα να…: …σκεφτούμε ότι σε αυτό τον κόσμο, όπου ερχόμαστε μια φορά κουβαλώντας το δώρο της ζωής, μπορεί να μην υπάρχει θέση για την κατακτημένη εσαεί ευτυχία, μπορεί να ζούμε από την όχθη της αδικίας τον πόθο της δικαιοσύνης, αλλά, παρ’ όλα αυτά, μπορεί να υπάρχει χαρά. Για μένα αυτό το «παρ’ όλα αυτά» είναι υψίστης σημασίας. Κι αν χρειαστεί να του δώσω ένα όνομα, θα ήταν: Μότσαρτ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: