Κυριακή 8 Απριλίου 2012

"Πολιτικό διάβημα υπογεγραμμένο με αίμα" του Σταυρου Λυγερου και "Η στοχοποίηση των αθώων" του Πασχου Μανδραβελη ("Καθημερινή", 6/4/2012) Η βία που ερχόταν εδώ και καιρό, είναι πλέον κοντά...

.............................................................


Πολιτικό διάβημα υπογεγραμμένο με αίμα 




Tου Σταυρου Λυγερου

Οποια γνώμη κι αν έχει κανείς για το περιεχόμενο του μηνύματος που άφησε ο αυτόχειρας συνταξιούχος φαρμακοποιός Δημήτρης Χριστούλας, θα συμφωνήσει ότι το τραγικό διάβημά του διαπέρασε την ελληνική κοινωνία. Δεν είναι μόνο ότι το υπέγραψε με το αίμα του και μάλιστα κατά τρόπο τελετουργικό. Ούτε είναι μόνο η ξεκάθαρη και δεδηλωμένη πολιτική πρόθεση του αυτόχειρα. Είναι κυρίως το γεγονός ότι οι Ελληνες, στη μεγάλη πλειονότητά τους, αναγνώρισαν σ’ αυτό το δραματικό και οργισμένο σημείωμα μια πραγματικότητα ή μια απειλή για το δικό τους βίο, όταν τα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια συνεχώς πολλαπλασιάζονται.
Αυτή η αυτοκτονία δεν θα μπορούσε να είχε συμβεί πριν από 3-4 χρόνια. Αλλά ακόμα κι αν είχε συμβεί, θα είχε αντιμετωπισθεί ως μεμονωμένο και ακραίο περιστατικό. Το δραματικό διάβημα του Δημήτρη Χριστούλα απέκτησε τόσο μεγάλη πολιτική εμβέλεια, επειδή ακριβώς εισπράχθηκε από την κοινή γνώμη ως προϊόν της πολιτικής του Μνημονίου. Πολύ σωστά, οι πολίτες δεν αντιλαμβάνονται την κρίση σαν ένα είδος φυσικής καταστροφής, αλλά ως αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών. Κατηγορούν την άρχουσα τάξη -ειδικότερα το κατεστημένο πολιτικό προσωπικό- όχι μόνο για τον τρόπο που χειρίσθηκε τις τύχες της χώρας πριν εκδηλωθεί η κρίση, αλλά και για τον τρόπο που τις χειρίζεται μετά την εκδήλωσή της.
Είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού ότι η ελληνική κοινωνία έχει φθάσει στα όριά της. Από τα τέλη του 2010 ήταν ορατό διά γυμνού οφθαλμού ότι η διάψευση της ελπίδας για υπέρβαση της κρίσης άρχισε να απονομιμοποιεί την εξουσία. Ηταν η εποχή που, βομβαρδιζόμενοι από κάθε είδους προπαγανδιστές, οι Ελληνες παρέπαιαν, παλινδρομώντας ανάμεσα στην κατάθλιψη, την απόγνωση, την αυτομαστίγωση και την οργή. Απ’ όλες αυτές τις αντιφατικές ψυχολογικές τάσεις κυριάρχησε αναπόφευκτα η οργή, επειδή το εντεινόμενο οικονομικοκοινωνικό κραχ κατέστησε για πρώτη φορά μεταπολεμικά αδύνατη την αναπαραγωγή της υφιστάμενης κοινωνικής δομής. Το κοινωνικό τοπίο γίνεται ολοένα και πιο εύφλεκτο.
Το γεγονός ότι οι λαϊκές αντιδράσεις στην ασκούμενη πολιτική είναι μάλλον σποραδικές δεν είναι καθόλου ένδειξη κοινωνικής ευστάθειας. Το αντίθετο μάλιστα. Οι πολίτες έχουν συνειδητοποιήσει ότι καμία κινητοποίηση δεν είναι ικανή να επηρεάσει την κυβερνητική πολιτική, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Το καζάνι, όμως, βράζει. Επιβεβαιώνοντας το βιβλικό ρητό «μωραίνει Κύριος ον βούλεται απωλέσαι» οι εξουσιαστικές ελίτ αρνήθηκαν εξαρχής να δουν την πραγματικότητα. Για την ακρίβεια, το σύνδρομο εξάρτησης και η καθεστωτική τους τύφλωση τις ωθεί να συμπεριφέρονται με τυχοδιωκτισμό που τρομάζει. Εμμένουν σε μια πολιτική, η οποία παροξύνει το αίσθημα βαθιάς ταπείνωσης κι αδιεξόδου. Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, είναι η ενεργοποίηση του ενστίκτου κοινωνικής αυτοσυντήρησης που καθιστά ολοένα και πιο πιθανό το ενδεχόμενο μιας κοινωνικής έκρηξης, η οποία θα είναι εκ των πραγμάτων τυφλή και βίαιη.

αλλά και...
 

Η στοχοποίηση των αθώων



Tου Πασχου Μανδραβελη

Τελικώς από την «αγανάκτηση» δεν κινδυνεύουν 
μόνο οι πολιτικοί, οι οποίοι εξ ορισμού 
πλέον είναι «εχθροί του λαού». Δεν 
κινδυνεύουν μόνο δημοσιογράφοι από 
τις αστειότητες που θέλουν να περνιούνται 
για αστειάκια. Κινδυνεύουν και όσοι 
τούς μοιάζουν· όχι ιδεολογικά, αλλά 
φατσικά. Ενας τέτοιος είναι και ο 
σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός, ο οποίος 
ένιωσε στο πετσί του τον 
φασισμό των «Αγανακτισμένων». 
Οπως γράφει η κ. Βένα Γεωργακοπούλου 
(Lifo, 4.4.2012), ο σκηνοθέτης «δέχτηκε 
άγρια επίθεση από δύο νεαρούς που, 
όπως λέει, “με πήρανε για κάποιο γνωστό 
δημοσιογράφο”. Αμύνθηκε, ούρλιαξε, 
είπε ότι είναι άνθρωπος του θεάτρου. 
Οταν κατάλαβαν το λάθος τους, οι 
“συμπαθέστατοι, σαν φοιτητές, 
25χρονοι” το έβαλαν στα πόδια. 
“Ο ένας μού είπε με ύφος Σταυρόγκιν: 
συγγνώμη, ρε φίλε, έχεις δίκιο, 
σε βαρέσαμε κατά λάθος”».
Η αλήθεια είναι πως ο γνωστός 
(στους εγγράμματους, μόνο) σκηνοθέτης 
μοιάζει με κάποιον δημοσιογράφο 
που διάφοροι της Προόδου και 
ακόμη αριστερότερα έχουν 
στοχοποιήσει στους δικτυακούς 
τους τόπους. Τον αναφέρουν 
ως «ρουφιάνο», «παπαγαλάκι» 
και άλλα συναφή ακροαριστερά. 
Ετσι καλλιέργησαν το κλίμα ώστε οι 
«συμπαθέστατοι, σαν φοιτητές, 25χρονοι» 
να κάνουν τα υπόλοιπα· να γίνουν, δηλαδή, 
χουλιγκάνοι στο όνομα της «επανάστασης». 
Ετρεξαν να δείρουν έναν άνθρωπο – όχι 
αθώο, γιατί και ο δημοσιογράφος είναι 
αθώος για όσα γράφει – αλλά παντελώς 
άσχετο. Η τύφλωση της αγανάκτησης 
προχωράει και όποιον πάρει ο χάρος.
Ο κύκλος των «ενόχων» που πρέπει 
να ματώσουν διαρκώς διευρύνεται. 
Πρώτα ήταν οι πολιτικοί· παλιοί και νέοι, 
που έχουν δύο χρόνια στη 
Βουλή. Μετά συμπεριελήφθησαν οι 
δημοσιογράφοι. Τώρα κινδυνεύουν 
και όσοι τους μοιάζουν. Σε 
λίγο, «ύποπτος αντιεπαναστατικής 
αντίληψης» θα είναι κάθε πολίτης της 
χώρας. Δυστυχώς, η χώρα ζει ένα ατύχημα 
εν εξελίξει. Η κρίση έβγαλε στην επιφάνεια 
όλες τις παθογένειες που χρόνια καλλιεργούνταν· 
αλλά τις έβγαλε με την πιο απεχθή τους 
μορφή. Η βία έγινε καθημερινότητα, 
όχι μόνο πέριξ των διαδηλώσεων, όπου 
πενήντα με εκατό χουλιγκάνοι καταστρέφουν 
κάθε λίγο και λιγάκι το κέντρο, αλλά και 
στις γειτονιές ή στις συναυλίες. Οπως 
έγινε με τον λαϊκισμό, η Αριστερά 
καλλιέργησε την αναγκαιότητα της 
βίας, αλλά η Ακροδεξιά θα τη 
χρησιμοποιήσει αποτελεσματικότερα.
Παρά την «αγανάκτηση» που ένιωσε 
στο πετσί του, ο κ. Λιβαθινός παραμένει 
αισιόδοξος. «Η βία γύρω μας με θλίβει. 
Είμαστε στο έλεος εξήντα ανθρώπων, 
οι τριάντα μάς τρομοκρατούν το πρωί, 
οι άλλοι τριάντα το βράδυ. Αλλά ενδιάμεσα 
πάλλεται μια τεράστια βουβή μειονότητα, 
που στέλνει τα παιδιά της στο σχολείο, 
πηγαίνει στη δουλειά, διαβάζει βιβλία, 
έρχεται στο θέατρο. Από αυτούς θα προέλθει 
μια τεράστια αλλαγή. Ηδη ο κόσμος 
μπαΐλντισε από την ξεπερασμένη 
κοινοτοπία της σπασμένης βιτρίνας».
Εχει και μια καλή εξήγηση για όσα 
ζούμε: Για τους νεαρούς, που του 
επιτέθηκαν στα Εξάρχεια, ξέρει ποιοι 
φταίνε. «Οι γονείς και οι δάσκαλοι», λέει .
«Το είδα στο βλέμμα τους. Παιδιά που 
τα έστειλαν να δουν τηλεόραση, που 
δεν τους είπαν παραμύθια, για τον 
Παπαδιαμάντη και τον Σαίξπηρ 
και πού είναι το Εθνικό Θέατρο. 
Παιδιά που τα άφησαν έρμαια. 
Τώρα θερίζουμε ό,τι σπείραμε. Λέει 
κάπου ο Γκόγκολ: “Mην γκρινιάζεις στον 
καθρέφτη, αν η μούρη σου είναι στραβή”.  
Νομίζω ότι είναι η φράση της εποχής μας».


Δεν υπάρχουν σχόλια: