..............................................................
ΔΙΑΒΑΤΗ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΙΑΒΑ...
Όλα διαβαίνουν κι όλα μένουν,
όμως το διάβα είναι για μας,
το διάβα που χαράζει δρόμους
σαν αυλακιές της θάλασσας.
ΔΙΑΒΑΤΗ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΙΑΒΑ...
Όλα διαβαίνουν κι όλα μένουν,
όμως το διάβα είναι για μας,
το διάβα που χαράζει δρόμους
σαν αυλακιές της θάλασσας.
Ποτέ δεν γύρεψα τη δόξα
ούτε αλησμόνητο έχω λόξα
εγώ ό,τι έψαλλα να μείνει.
Τους μύχιους κόσμους αγαπώ
που ’χουνε σώμα ανάερο
σαν φυσσαλίδες μες στη δίνη.
Μ’ αρέσει όπως τους ιστορούν
ο ήλιος και το δειλινό,
όπως πετούν στον ουρανό,
και τρέμουν και αιφνίδια σπουν…
Ποτέ δεν γύρεψα τη δόξα…
Διαβάτη, αφήνεις μόνο σου ίχνος
το διάβα σου όσο προχωράς·
διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
το φτιάχνεις ο ίδιος όπως πας.
Το φτιάχνεις όπως πας ο ίδιος
κι εκεί που στρέφεις και κοιτάς
φαίνεται πίσω σου ο δρόμος –
σ’ αυτόν πια δεν ξαναγυρνάς.
Διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
μόνο αυλακιές της θάλασσας.
Πάει καιρός που ηχώ κραυγής,
δω που φορούν τα δάση αγκάθια,
ξεσήκωσε ένας ποιητής.
«Διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
το φτιάχνεις ο ίδιος όπως πας...»
Βήμα το βήμα, στίχο το στίχο.
Έσβησε αυτός, στης ξενιτιάς
τα χώματα έγειρε τα μαύρα.
Να κλαίει τον είδαν φεύγοντας:
«Διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
το φτιάχνεις ο ίδιος όπως πας…»
Βήμα το βήμα, στίχο το στίχο.
Όταν σωπαίνουν τα πουλιά,
κι ο ποιητής γυρνάει στα ξένα
κι η προσευχή δεν βοηθά.
«Διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
το φτιάχνεις ο ίδιος όπως πας…»
Βήμα το βήμα, στίχο το στίχο.
ΑΝΤΟΝΙΟ ΜΑΤΣΑΔΟ
"Proverbios y cantares XXIX",
Campos de Castilla (1912)
ούτε αλησμόνητο έχω λόξα
εγώ ό,τι έψαλλα να μείνει.
Τους μύχιους κόσμους αγαπώ
που ’χουνε σώμα ανάερο
σαν φυσσαλίδες μες στη δίνη.
Μ’ αρέσει όπως τους ιστορούν
ο ήλιος και το δειλινό,
όπως πετούν στον ουρανό,
και τρέμουν και αιφνίδια σπουν…
Ποτέ δεν γύρεψα τη δόξα…
Διαβάτη, αφήνεις μόνο σου ίχνος
το διάβα σου όσο προχωράς·
διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
το φτιάχνεις ο ίδιος όπως πας.
Το φτιάχνεις όπως πας ο ίδιος
κι εκεί που στρέφεις και κοιτάς
φαίνεται πίσω σου ο δρόμος –
σ’ αυτόν πια δεν ξαναγυρνάς.
Διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
μόνο αυλακιές της θάλασσας.
Πάει καιρός που ηχώ κραυγής,
δω που φορούν τα δάση αγκάθια,
ξεσήκωσε ένας ποιητής.
«Διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
το φτιάχνεις ο ίδιος όπως πας...»
Βήμα το βήμα, στίχο το στίχο.
Έσβησε αυτός, στης ξενιτιάς
τα χώματα έγειρε τα μαύρα.
Να κλαίει τον είδαν φεύγοντας:
«Διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
το φτιάχνεις ο ίδιος όπως πας…»
Βήμα το βήμα, στίχο το στίχο.
Όταν σωπαίνουν τα πουλιά,
κι ο ποιητής γυρνάει στα ξένα
κι η προσευχή δεν βοηθά.
«Διαβάτη, δεν υπάρχει διάβα,
το φτιάχνεις ο ίδιος όπως πας…»
Βήμα το βήμα, στίχο το στίχο.
ΑΝΤΟΝΙΟ ΜΑΤΣΑΔΟ
"Proverbios y cantares XXIX",
Campos de Castilla (1912)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου