Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2018

"ΓΙΑΤΙ Η ΧΑΡΑ" ποίημα του Ιωάννη Ν. Γρυπάρη σχολιασμένο από τον φίλο στο fb Κώστα Κουτσουρέλη (facebook, 1/12/2018)

............................................................









Ιωάννης Ν. Γρυπάρης
(1870 - 1942) 









 

ΓΙΑΤΙ Η ΧΑΡΑ


Γιατὶ ἡ χαρά, ἡ λίγη μας χαρὰ
σὲ λύπη θὰ μᾶς βγάλη·
σὰν σύγνεφον ἡ θλίψη μᾶς ἐσκέπασε
καὶ γέρνομε στὴ θλίψη τὸ κεφάλι.


Λυώνω, ἀδερφή, κι ἀπόκρυφη
σὲ σώνει ψυχοπόνια·
φεύγουν οἱ μαῦροι γερανοὶ καὶ παίρνουνε
στὰ μαῦρα τους φτερὰ τὰ χελιδόνια.


Γιατί ἡ χαρά, ἡ λίγη μας χαρὰ
σὲ λύπη νὰ μᾶς βγάλη;
ἐξεχειμωνιαστήκαμε
σὲ ξένους τόπους, ξένους πάλι.


ΙΩΑΝΝΗΣ Ν. ΓΡΥΠΑΡΗΣ



Από τα ποιήματα που έχουν ταλαιπωρηθεί πολύ εκδοτικά, ιδίως το πρώτο δίστιχο, και είναι ακατανόητα στο μονοτονικό. (Στο διαδίκτυο κυκλοφορεί πολλαπλώς πετσοκομμένο...)
Παρασυρμένοι προφανώς από την φαινομενική επανάληψη του ίδιου -σχεδόν "ερωτήματος" στην πρώτη και την τελική στροφή, ακόμη και η εκδότρια του Ιδρύματος Ουράνη, ακόμη και ο Μ. Αναγνωστάκης στην ανθολογία του "Χαμηλή Φωνή" οξύνουν το εναρκτήριο "ΓΙΑΤΙ" ωσάν να πρόκειται για το ερωτηματικό μόριο: γιατί = για ποιον λόγο; (Η ανθολογία του Αναγνωστάκη πάντως είναι τυπωμένη χωρίς βαρείες.)
Ή άνω τελεία όμως προειδοποιεί ότι πρόκειται για τον αιτιολογικό σύνδεσμο που βαρύνεται: γιατὶ = επειδή. Και η ελαφρά αλλά ουσιώδης μετατροπή του ρήματος "βγάλη" όπου το προτασσόμενο "θὰ" γίνεται "νὰ" επιτείνει την προειδοποίηση: κάτι άλλο, διαφορετικό δηλώνεται εδώ. Ο Ηλίας Λάγιος που το έχει έτσι, εκδίδει, είμαι βέβαιος, σωστά. Και λέω "είμαι βέβαιος", επειδή δεν έχω δει τις πρώτες δημοσιεύσεις τις φροντισμένες από τον ποιητή ή τα τυχόν σωζόμενα χειρόγραφα του ποιήματος. Έχω εμπιστοσύνη όμως στην λογιοσύνη και το αίσθημα το ποιητικό του Λάγιου.
Με άλλα λόγια: το ποίημα ξεκινά στην πρώτη στροφή του με την παραίτηση της διαπίστωσης: είναι γεγονός τετελεσμένο, η χαρά θα μας βγάλει σε λύπη. Καταλήγει όμως σε ερώτημα, σε παράπονο, ίσως στην αγωνία, στην απόπειρα μιας αμφισβήτησης ενδεχομένως, μιας αντίδρασης στο αναπόδραστο, στην αναζήτηση του λόγου για τον οποίο η χαρά μας είναι λιγόζωη και καταδικασμένη να πέσει στα βρόχια της λύπης. Ερώτημα στο οποίο στο τελευταίο δίστιχο δίνεται ως απάντηση οριστική κι απεγνωσμένη η παραδοχή της ριζικής ξενότητας. Ας προσεχθεί η τριπλή αντήχηση του "ξε":
ἐξεχειμωνιαστήκαμε
σὲ ξένους τόπους, ξένους πάλι.

Κώστας Κουτσουρέλης

Δεν υπάρχουν σχόλια: