...............................................................
Με κριτική ματιά στην εκάστοτε εξουσία
Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος
να ολοκληρώσει η στήλη τις καλοκαιρινές αναφορές της -μετά κι από αυτό
το τονωτικό διάλειμμα στην τακτικότητά της-, παρά με τον ετεροχρονισμένο
έπαινο σε μια παραγωγή που, κι αν τριγύρισε στα διάφορα θερινά θέατρα,
δυστυχώς βρέθηκε φέτος εκτός ελληνικού φεστιβάλ.
Η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» σε σκηνοθεσία Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη
Δούνια οφείλει να μείνει στη μνήμη των θεατών της -και στην αντίληψη των
υπολοίπων- τουλάχιστον για έναν λόγο: γιατί επιχείρησε -και κατόρθωσε-
να βρει τη χρυσή εκείνη τομή του αρχαίου δράματος και του Ευριπίδη·
συγκεκριμένα, ανάμεσα στο παλιό τυπικό και τη νεωτεριστική ανάγκη· να
επιδώσει μια λύση σε ένα εξαιρετικά δίσημο -και παρερμηνευμένο- κείμενο
όπως αυτό της «Ιφιγένειας».
Η ανάγνωση του έργου στηρίχτηκε -όπως ενημερώνει το δελτίο Τύπου- σε
μια κριτική ματιά στον κόσμο της εξουσίας, σε ένα έργο το οποίο, ας μην
το λησμονούμε, ξεκινά με μια εξαπάτηση -μ’ ένα κάλπικο γράμμα- για να
καταλήξει σε μια συλλογική παραίσθηση -σε ένα ανακουφιστικό όραμα
απενεχοποίησης. Στο ενδιάμεσο υπάρχει η πολύ αληθινή θυσία μιας αθώας
νέας και της αθωότητας της νιότης της… Αν πάρουμε στα σοβαρά τα λεγόμενα
της «Ιφιγένειας», οφείλουμε να αμφιβάλλουμε πια, όχι μόνο για τον
ηρωισμό των ηρώων μας, αλλά και για την ιστορικότητα της ιστορίας μας.
Για την απόφαση της Ιφιγένειας, που καταφθάνει στην Αυλίδα σαν
μελλόνυμφη και μελλοθάνατη μαζί, και για τη μεταστροφή της από φοβισμένο
κοριτσόπουλο σε σύμβολο αυτοθυσίας έχουν βέβαια γραφτεί πολλά… Της
μετάλλαξης αυτής έχουν προηγηθεί η αντίστοιχη μεταστροφή του Αγαμέμνονα
-από αρνητή σε υποστηρικτή της φρικτής απόφασης-, του Μενέλαου, ακόμα
και της Κλυταιμνήστρας και του Αχιλλέα.
Ο κόσμος στην Αυλίδα χάνει ολοένα το μέγεθός του: Το να πούμε πως η
νέα στο τέλος της τραγωδίας πεθαίνει γεμάτη ειρωνεία για τη μικρότητα
των ηρώων της θα ακουγόταν μάλλον κοινότοπο. Το νέο που προσφέρει η
ανάγνωση των δύο σκηνοθετών είναι πως η δική τους Ιφιγένεια δεν είναι
γι’ αυτό και λιγότερο γενναία. Στη διδασκαλία τους η Ιφιγένεια πείθει
ότι πεθάνει όχι από αηδία, αλλά από πείσμα για κάτι ανώτερο από εκείνο
που τη σκοτώνει.
Είναι ίσως αυτό ακριβώς το σημείο όπου η «Ιφιγένεια» (και το σύνολο
του αρχαίου δράματος) χάνει συχνά την επαφή του με το δικό μας, το
περισσότερο κυνικό, θέατρο. Το βάθος του -ακόμα και για έναν ρεαλιστή
όπως είναι ο όψιμος Ευριπίδης- ανήκει σε ένα θέατρο μορφών και όχι
προσώπων, στο οποίο οι ρόλοι μιλούν σαν φορείς μιας μυθικής όσο και
διδακτικής διάστασης. Σε αυτή την περίεργη συναλλαγή βρίσκεται η
αφετηρία της παράστασης: εννιά κορίτσια της Χαλκίδας πλησιάζουν με
ζωηράδα για να δουν τα εκθέματα μιας λησμονημένης «μουσειακής»
παράδοσης. Τα περιεργάζονται, τα «πειράζουν», κουρδίζουν την ακινησία
τους. Δεν ξέρουν ακόμη πως κάποτε τα αγάλματα μιλούν, καθώς το όνειρο
πέφτει…
Εχοντας χτίσει τη μετάβαση από τη μια «σκηνή» στην άλλη, κι από τον
κόσμο των ζωντανών στον κόσμο του μύθου, για τους σκηνοθέτες της
«Ιφιγένειας» δεν απομένει παρά να διατηρήσουν τη θέρμη της εκατέρωθεν
συνομιλίας. Με μια θεατρικότητα που αφηγείται τον εαυτό της, ένα θέατρο
που δεν φοβάται να φανερωθεί, και στο βάθος -σαν θέατρο εν θεάτρω- με
ένα άλλο έργο, που θα ξεδιπλωθεί σαν διαλεκτικό επιχείρημα περί αληθινού
πατριωτισμού, γενναιότητας και ιστορίας.
Στηρίζουν το επιχείρημά τους, η αλήθεια είναι, σε μερικούς σπουδαίους
συντελεστές. Η μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα, πρώτα-πρώτα, με τις βαθιές
ανάσες και τα καλοδουλεμένα νοήματά της, ένας στοχασμός στη γλώσσα και
ένα σύγχρονο βάθρο για το έργο του αρχαίου στοχαστή. Στη μετάφραση του
Μπλάνα, όμως, συμβαίνει και κάτι άλλο: ανεβαίνει από την ορχήστρα κάτι
βαθύτερο κι από την πολιτική θέση του έργου, μια σχέση με τον βαθύ εαυτό
μας, όπως στον παλιό σολωμικό «Λάμπρο», όπως εκείνη τη φράση του
Αγαμέμνονα που θα αποσώσει με τα δικά του αποσιωπητικά: «Κι όσο για αυτή
την περιβόητη ζωή,…»
Ή, πιο πίσω ακόμη: Το «οργανάκι» του Σταμάτη Κραουνάκη μεταφέρει τη
μουσική μπάντα της παράστασης. Τα τραγούδια του Χορού είναι από μόνα
τους μελωδικά, αλλά ό,τι διακρίνεται στη συνείδησή μας είναι η μετάφραση
της σιωπής σε μουσική. Κι ακόμη πιο πέρα, τα σκηνικά του Κωνσταντίνου
Ζαμάνη, που δεν επιδιώκουν παρά να δείξουν αυτό που στ’ αλήθεια είναι:
κάτι το παροδικό, όραμα που περνά και χάνεται. Τα κοστούμια του ίδιου
συνορεύουν με το μακιγιάζ των αγαλμάτων στο αρχαίο τυπικό, και την αύρα
των κοριτσιών που τρέχουν ανυποψίαστα για το βάρος της ιστορίας που
αναλογεί στα νιάτα τους.
Μένει στο μυαλό η κίνηση της Αγγελικής Τρομπούκη: τα γκέστους της που
ακινητούν σε μια δήλωση και οι σηματωροί ενός κόσμου που ανοίγεται
μισός φτιαγμένος από τύρβη και μισός από όνειρο.
Και βέβαια, πάνω από όλα, τελικά οι ίδιοι οι υποκριτές. Εκτελούν
σύμφωνα με το αρχαίο τυπικό από δύο ρόλους ο καθένας, συχνά αντιφατικούς
ή διαλεκτικούς μεταξύ τους. Ο Αιμίλιος Χειλάκης παίζει τον Αγαμέμνονα
και τον Αχιλλέα -στην ουσία παίζει όχι δύο ρόλους, αλλά τέσσερις:
ψηλώνει και χαμηλώνει, εκτείνεται και πυκνώνει. Είναι μια μεγάλη στιγμή
στην καριέρα του, απόδειξη της υποκριτικής αξίας του, με φωνή,
εκφραστικότητα, μέγεθος και ευελιξία. Η Αθηνά Μαξίμου δίνει από τη μεριά
της έναν περίφημο Μενέλαο, δίσημο και δαιμόνιο. Και όταν φτάνει κάποτε η
δική της ώρα, της Κλυταιμνήστρας, η ίδια ηθοποιός θα γίνει από μάνα
κόρη, ένα άγνωρο κορίτσι ριγμένο στην αγκαλιά του παιδιού του.
Μένει η Ιφιγένεια της Λένας Παπαληγούρα, ρόλος που έχει ακολουθήσει
τη γεροντική μορφή του Πρεσβύτη από την ίδια ηθοποιό. Ζητούμε σε αυτήν
μια νέα που συνεχώς να διογκώνεται και να πλαταίνει, τόσο όσο οι άλλοι
γύρω της συρρικνώνονται. Κι έτσι είναι. Στο τέλος η ηρωίδα της θα μείνει
μόνη από τους ανθρώπους και λερωμένη από αυτούς.
Το επίτευγμα της ηθοποιού είναι πως ούτε τότε η Ιφιγένειά της χάνει
την εσωτερική της καθαρότητα, έναν ηρωισμό νέο και ακλόνητο που πηγάζει
από κάτι ακλόνητο και μεγάλο. Με αυτόν τον τρόπο, η νεκρή που
αποχαιρετούν οι κοπέλες του όμορφου Χορού (Δήμητρα Βήττα, Ελεάνα
Γεωργούλη, Σμαράγδα Κάκκινου, Αννα Κλάδη, Αννα Λάκη, Βάσια Λακουμέντα,
Φραγκίσκη Μουστάκη, Δώρα Στυλιανέση και Μαρία Τζάνη), μοιάζει άλλη από
τη ζωντανή που θα δραπετεύσει στον αιώνιο μύθο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου