Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου 2017

"Το άρωμα του κήπου" γράφει ο Κώστας Καλημέρης* ("Εφημερίδα των Συντακτών", 22.09.2017)

.........................................................

Το άρωμα του κήπου


Ούτε καφέ δεν προλάβαμε να πιούμε και μπήκε αιφνίδια στο θέμα. «Είχα σηκωθεί ώρα απ' το κρεβάτι», είπε, «αλλά το όνειρό μου ήταν ακόμη ηλιόλουστο».
Με συγκινούσε που δεν μου το αφηγούνταν μόνο, αλλά με προειδοποίησε ότι ήμουν προσκεκλημένος στο όνειρό του. «Μπορεί, ρε φίλε, δυο ατάκες να πλέουν στο νερό και αυτό το υπόλοιπο, διάφανο υλικό του ονείρου να έχει χαθεί...;».
Του απάντησα πως ό,τι μένει απ' τη φαντασματική πλοκή του ονείρου είναι μια εικόνα και δυο-τρεις λέξεις ασχημάτιστες. Βουβάθηκε. Και μετά είπε: «Λοιπόν, μέσα σ' αυτό το ζωντανό τίποτα, χωρίς να λείπει καθόλου η μυρωδιά του κήπου, σε ρώτησα γιατί επιμένεις να λες συνέχεια ότι το απροσδόκητο παίρνει πάντα τη μορφή ταυτόχρονα του κτήνους, του αγγέλου και του τρελού!». Μετά ξαναβουβάθηκε.
Κι εγώ, μέσα κι έξω απ' το όνειρο, του είπα πως οι μεγάλες ανατροπές, οι μεγάλες ομορφιές, αν συμμετέχεις, σου δίνουν τα πάντα. Στο τέλος, όμως, δεν σου δίνουν πρόσωπο. Είναι ολομόναχες και σε ενοχοποιούν. Ζούνε χωρίς εσένα, ωστόσο σε αναγκάζουν να βιώνεις ένα αίσθημα χωρισμού. Σχεδόν διαζυγίου. Ξεριζώνονται, όπως είπε ο Γιώργος Χειμωνάς, είναι σαν να σου λένε «μην αναζητάτε τις ρίζες μου, σας εμπιστεύομαι πως δεν έχω!».
Αυτή η στιγμιαία, αδιαμεσολάβητη αίσθηση που μας χαρίζει το μεγάλο υλικό των ονείρων, όταν κυρίως εμφανίζονται στη στροφή του δρόμου για να εξαφανιστούν, λειτουργεί σαν το φίδι που δαγκώνει την ουρά του κι άμα το προσέξει κανείς, «το τέλος βρίσκεται πάντα στην αρχή» (Μπέκετ).
Ο φίλος που είχε βουβαθεί, πήρε φόρα: «Κι εκεί ξαφνικά, εμφανίστηκε ένας άνθρωπος που έβλεπε τον εαυτό του να διαβάζει. Ενιωθε πολύ μοναχικός, όμως το άρωμα άρχισε να του τρυπάει τα ρουθούνια. Του λίπαινε την εσωτερίκευση! Του ζητούσε καθαρά ατομικά την προσωπική του αλήθεια! Ζητούσε τη συγκατάθεσή του. Το ίδιο το άρωμα του υποσχόταν μια παρηγορητική πολυφωνία.
Κι ήταν η στιγμή που δεν είχε εγκαθιδρυθεί η λογοτεχνική σχέση με το κείμενο, δεν είχε μεταβληθεί ακόμη σε χειραφετημένο αναγνώστη, ένιωθε, ωστόσο, την ανάγκη μιας εικονικής φαντασίωσης. Ηθελε να ζητήσει τη βοήθεια της μυθοπλασίας, αυτό το εικονικό συμπλήρωμα της αδυναμίας μας».
Γελάσαμε δυνατά κι οι δύο και συμφωνήσαμε πως η λογοτεχνική ομορφιά δεν μας βγάζει μόνο απ' την απαγορευτική πραγματικότητα, αλλά, για λίγο, πολύ λίγο, μας βοηθάει να ζήσουμε το ρουθούνισμα του αρώματος του κήπου, πριν παρασυρθούμε στη γραφή και την ανάγνωση, στους λαβύρινθους της πλοκής.
... Μόλις που προλαβαίναμε να δούμε την τεράστια πολύχρωμη τέντα του Φεντερίκο Φελίνι.

* κριτικός λογοτεχνίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: