.............................................................
Υπό τας βασιλικάς δρυς
μικρό διήγημα του Κώστα Ακρίβου
(από το "Ανοιχτό Βιβλίο" της "Εφημερίδας των Συντακτών", 13/8/2017)
Κι ένα δημοτικό τραγούδι από την περιοχή...
Της γαλανής το φόρεμα
Τραγούδι: Αγλαΐα Τραγουδάρα
Οι στίχοι:
Στη Σαλονίκη στα τσιαρσιά, μαρή κοντοχαμαϊδή
στη Πόλης τ' αργαστήρια, κοντούλα Χαμαϊδούλα.
Της γαλανής το φόρεμα, μαρή κοντοχαμαϊδή
της ρούσας το φουστάνι, κοντούλα Χαμαϊδούλα
πέντε ραφτάδες το 'ραφταν και δέκα μαθητούρια
κι ένα μικρό ραφτόπουλο δε ράβει, δε λουφάζει
μον' τραγουδούσε κι έλεγε, μον' τραγουδάει και λέγει:
- Όπως σ' έχω στα γόνατα, να 'χα και την κυρά σου.
(Κυρατσοπούλα τ’άκουσε από το παραθύρι
Τι λες, τι λες ραφτόπουλο, τι λες και δεν λουφάζεις;
Θε να τα πώ τ’ αφέντη σου και θα τα μαρτυρήσω
Για να σου δίνει το ψωμί, στη μύτη απ’το μαχαίρι
Για να σου δίνει το κρασί, στο πάτο απ΄το ποτήρι).
Υπό τας βασιλικάς δρυς
μικρό διήγημα του Κώστα Ακρίβου
(από το "Ανοιχτό Βιβλίο" της "Εφημερίδας των Συντακτών", 13/8/2017)
Σφοδρά ανησυχία κατέλαβε τους μαθητάς του χωρίου Κούρσεβο την 9ην Ιουλίου 1965 ευθύς ως ήκουσαν τον διδάσκαλόν τους Λεωνίδαν Π. να τους ομιλή διά το μέγιστον εκείνων των ημερών γεγονός, ήτοι τον επικείμενον εν τη Κερκύρα τοκετόν της βασιλίσσης Αννας Μαρίας, συζύγου του άνακτος Κωνσταντίνου.
Η ώρα ήτο εσπερινή και ήδη εις τους πόδας των Αντιχασίων ορέων, ένθα ευρίσκοντο διεσπαρμέναι ωσεί ποίμνιον λευκοφαίων αιγοπροβάτων αι οικίαι των βλαχοφώνων κατά το πλείστον αιπόλων, είχεν επιπέσει το πρώτον θάμβωμα της αμφιλύκης, το καλούμενον και μούχρωμα.
Τινές των μαθητών και μαθητριών έβαλλον την χείρα εντός του υφανθέντος εις τον οικιακόν αργαλειόν τορβά, ίνα βεβαιωθώσι διά την ύπαρξιν του φανού, όστις θα εχρησίμευε εν τη οδοιπορία διά την οικίαν των, οδοιπορία ήτις υπερέβαινε πολλάκις την μίαν και ημίσειαν ώραν, καθώς και του μικρού μαχαιριδίου, το ονομαζόμενον σουγιάς, χρήσιμον καθότι ώπλιζε τα μειράκια με περισσόν θάρρος καθ΄ ην περίπτωσιν συνήντων εντός του δάσους ζώον αγριμικόν, αλώπεκα το συνηθέστερον ή, το απευκταίον, λύκον.
Ομού μετά των λοιπών πεντήκοντα μαθητών ανησύχησαν τα μέγιστα και αι δίδυμαι αδελφαί Χρυσαυγή και Ροδούλα της Ε΄ τάξεως. Τούτων η επίδοσις κατά τα μαθήματα δεν ήτο τοιαύτη ώστε να επιδέχεται επαίνους και εγκώμια.
Διατί ημπορεί κατά την τέλεσιν των εν τη οικία καθηκόντων να ήσαν αξιέπαιναι, ωστόσον εις το σχολείον ο άοκνος και φίλεργος δημοδιδάσκαλος συχνάκις τας απεκάλει «κούτσουρα απελέκητα».
Ητο δε ούτος ανήρ έως τριάκοντα ετών, εκ Λαρίσης καταγόμενος και φέρων μύστακα, όστις ουδόλως ωμοίαζε των θυσανωτών και τσιγκελωτών των αρρένων του χωρίου, πάρεξ αποτελείτο εκ λεπτής γραμμής διατρέχουσα το άνω χείλος, εξ ου και η προσωνυμία «ποντικομαμή» που του είχε προσαφθεί εκ των χωρικών.
Είχε πλέον περατωθεί η διδασκαλία του μαθήματος της Βυζαντινής Ιστορίας και, αφορμώμενος ο διδάσκαλος εκ της παρορμήσεως τινών μαθητών, οίτινες μνημονευθέντος του τελευταίου αυτοκράτορος του Βυζαντίου ανέκραξον: «Στην Κόκκινη Μηλιά! Στην Κόκκινη Μηλιά!», ηύρε λοιπόν καλόν και χρήσιμον ο φιλόπατρις διδάσκαλος να ενημερώση τους μαθητάς διά την βασιλικήν γένναν.
Εν αρχή οι νεοσσοί ενεθουσιάσθησαν με την επικειμένην έλευσιν του διαδόχου. Αλλά ποία αγωνία ενέσκηψε εντός του λογισμού των ότε ο διδάσκαλος χαμηλεία τη φωνή και αγελάστως κατά το πρόσωπον εξεμυστηρεύθη τον φόβον, φόβος ουχί μόνον προσωπικός αλλά σύμπαντος του έθνους, περί των επιπλοκών του τοκετού!
Πλέον της μίας εβδομάδος ο διδάσκαλος εφρόντιζε να ενημερώνεται καθημερινώς μέσω των εφημερίδων διά τα τεκταινόμενα. Ούτως λοιπόν εγνώριζεν ότι εις την νήσον των Φαιάκων και δη εις τα θερινά ανάκτορα Μον Ρεπό είχον αφιχθεί πλείστοι όσοι άριστοι ιατροί, καθότι η κύησις είχε βραδύνει πέραν των κανονικών χρονικών ορίων, οίτινες ιατροί κατέβαλλον αόκνους προσπαθείας, υποβάλλοντες την Βασίλισσαν εις ειδικάς θεραπείας, ίνα αποφευχθή η χειρουργική επέμβασις η καλουμένη Καισαρική Τομή.
«Σα να λέμε, δάσκαλε», επετάχθη εκ των όπισθεν θρανίων υψηλόκορμος διετής μαθητής φέρων το παρωνύμιον Ντούλας. «Οπως τότε που την κατσίκα μας την ξεγέννησε με τα χίλια βάσανα ο γιατρός που φέραμε απ΄ τα Τρίκαλα;...»
Ο διδάσκαλος διέκοψεν αποτόμως τον μαθητήν και εσυνέχισε με τας δηλώσεις δημοσιογράφων εκ Κοπεγχάγης και οπόσον ούτοι είδον κατηφείς τους θεράποντες ιατρούς, τον δε Βασιλέα σύννουν.
Ταύτα εθορύβησαν την μικράν Ροδούλα, ήτις ήπλωσε κρυφίως την χείρα και εζήτησε εναγωνίως την αντίστοιχον της αδελφής της Χρυσαυγής, καθημένης μετά ταύτης και ενός άλλου κορασίου εις το ίδιον θρανίον.
Παρακολουθών συγκινημένος την αίσθησιν ήντινα επέφερον οι λόγοι του, ο αγαθός δημοδιδάσκαλος επεράτωσε την ενημέρωσιν, συμβουλεύσας τους μαθητάς και τας μαθητρίας, όπως κατά την βραδινήν των προσευχήν παρακαλέσωσι διακαώς τον Υψιστον ίνα ευσπλαχνισθή την Βασίλισσαν και άπαντα του τοκετού αποβώσι καλώς.
Μοναδική έγνοια των δύο αδελφών, αίτιναι εβάδιζον τώρα δρομαίαι, ήτο να φθάσωσιν εις την οικίαν των και να κατευθυνθώσι το ταχύτερον εις το εικονοστάσιον, ίνα ενώσωσι τας προσευχάς των μετά των λοιπών Ελλήνων διά το αίσιον του τοκετού της Βασιλίσσης.
Ητο δε τόσον συσκοτισμένος ο νους των κορασίδων, ώστε εκαθυστέρησαν επί αρκετήν ώραν εντός του δάσους ομιλούσαι ενθέρμως περί του νέου διαδόχου. Οτε εν τέλει επρόβαλεν εις το διάσελον η καλύβη των, είδον την γραίαν μάμμην των ισταμένην έξωθεν της θύρας ομού μετά της μικράς των αδελφής Κυρατσώς.
«Πού γυρνοκοπάτε, βρε αναθεματισμένα, τόσες ώρες;»
Την φωνήν της διέκρινε, πέραν του θυμού, βαθεία αγωνία. Πάρεξ αύτη η αγωνία, ως φαίνεται, ουδόλως είχε να κάμνη με τας διδύμους, καθότι εκείνην την στιγμήν ηκούσθη εκ του εσωτερικού της καλύβης γοερά κραυγή, ήτις έκαμνε τας κορασίδας να ταραχθώσιν. Η γραία αντιλαμβανομένη την ταραχήν των ανακοίνωσε με φωνήν τρέμουσαν:
«Ηρθε η μαμή... Για να δούμε, αυτή τη φορά θα τα καταφέρει η μάνα σας; Θα μας το κάνει το σερνικό;...»
Είτα εκάθισε τα κοράσια εις πεζούλαν και τους ενεχείρισε τεμάχιον σκληρού άρτου, αναμένουσα και η ιδία μετ΄ αυτών το χαρμόσυνον άγγελμα.
-------
Τελευταίο βιβλίο του Κ. Ακρίβου είναι το μυθιστόρημα «Τελευταία νέα από την Ιθάκη» (Μεταίχμιο, 2017).
Τελευταίο βιβλίο του Κ. Ακρίβου είναι το μυθιστόρημα «Τελευταία νέα από την Ιθάκη» (Μεταίχμιο, 2017).
Κι ένα δημοτικό τραγούδι από την περιοχή...
Της γαλανής το φόρεμα
Τραγούδι: Αγλαΐα Τραγουδάρα
Οι στίχοι:
Στη Σαλονίκη στα τσιαρσιά, μαρή κοντοχαμαϊδή
στη Πόλης τ' αργαστήρια, κοντούλα Χαμαϊδούλα.
Της γαλανής το φόρεμα, μαρή κοντοχαμαϊδή
της ρούσας το φουστάνι, κοντούλα Χαμαϊδούλα
πέντε ραφτάδες το 'ραφταν και δέκα μαθητούρια
κι ένα μικρό ραφτόπουλο δε ράβει, δε λουφάζει
μον' τραγουδούσε κι έλεγε, μον' τραγουδάει και λέγει:
- Όπως σ' έχω στα γόνατα, να 'χα και την κυρά σου.
(Κυρατσοπούλα τ’άκουσε από το παραθύρι
Τι λες, τι λες ραφτόπουλο, τι λες και δεν λουφάζεις;
Θε να τα πώ τ’ αφέντη σου και θα τα μαρτυρήσω
Για να σου δίνει το ψωμί, στη μύτη απ’το μαχαίρι
Για να σου δίνει το κρασί, στο πάτο απ΄το ποτήρι).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου