............................................................
Το πρωί μαθήτρια και το βράδυ πόρνη
Οπως φαίνεται, οι groupies του Ελβις της ωριμότητας μετακινήθηκαν στον Τραμπ...
24.02.2016
Την εποχή της επαγγελματικής ακμής του
-τον καιρό της «επανίδρυσης του κράτους», αν θυμάστε- ένας από τους
κατηγορουμένους για εκβιασμό δημοσιογράφους είχε, όπως μου λένε, κάπου
δεκαοκτώ με είκοσι γραφεία Τύπου. Ταυτοχρόνως, εννοείται. Αναρωτιέμαι
πώς τα κατάφερνε. Προφανώς όμως, κάπως θα τα έφερνε βόλτα και τα 18-20
για να τα έχει. Δεν είναι καθόλου συμπτωματικό μάλιστα ότι το περί ου ο
λόγος πρόσωπο είχε περάσει από το ρεπορτάζ του κόμματος, το οποίο τότε
κυβερνούσε. Αναφέρομαι στην περίπτωσή του, διότι σε αυτή εντοπίζεται,
κατά τη γνώμη μου, η βασική παθογένεια της ελληνικής δημοσιογραφίας: η
σύγχυση μεταξύ δημοσιογραφίας και αυτού που ονομάζουμε επικοινωνία.
Δημοσιογραφία είναι, όπως φαντάζομαι ότι το αντιλαμβάνεται ο καθένας, η αναζήτηση της είδησης. Η επικοινωνία, όμως, βρίσκεται «στην άλλη πλευρά του λόφου», για να θυμηθούμε τη μεταφορά του Ουέλινγκτον. Η ανάγκη να υπάρχει η επικοινωνία προέκυψε εξαιτίας της δύναμης που απέκτησε ο Τύπος· δηλαδή, ήταν, κατά κάποιο τρόπο, μια άμυνα έναντι της δημοσιογραφίας. Αντί λ.χ. ένας δημόσιος ή ιδιωτικός οργανισμός να κάθεται και να περιμένει πότε οι δημοσιογράφοι θα ανακαλύψουν την είδηση για να την παρουσιάσουν όπως τους αρέσει, είναι προτιμότερο να τους τη δώσει ο ίδιος: έτοιμη και με τρόπο ο οποίος να εξυπηρετεί τη στρατηγική και τις σκοπιμότητές του.
Είναι φυσικό ένας δημοσιογράφος, λόγω της επαγγελματικής πείρας του, να θεωρείται κατάλληλος για κάποιο ρόλο στην επικοινωνία. Το αφύσικο, όμως, ή μάλλον το ανήθικο είναι να έχει συγχρόνως και τους δύο ρόλους: και του δημοσιογράφου και του γραφείου Τύπου. Το πρωί μαθήτρια και το βράδυ πόρνη, με άλλα λόγια. Στις χώρες με μεγάλη δημοσιογραφική παράδοση, αλλά και με μεγάλη αγορά Τύπου, π.χ. στις ΗΠΑ ή τη Βρετανία, η μεταπήδηση από τον ένα ρόλο στον άλλο, αλλά και η εναλλαγή των ρόλων, είναι συχνότατο φαινόμενο. Η συνύπαρξη όμως των δύο ρόλων στο ίδιο πρόσωπο είναι απλώς αδιανόητη.
Σε εμάς, εδώ στον παράδεισο του Υπαρκτού Ελληνισμού, όπως ενδεχομένως θα έχετε ακούσει, η συνύπαρξη δεν είναι αδιανόητη· και αυτό οφείλεται στη στρέβλωση που υφίσταται εδώ και χρόνια στην αγορά του Τύπου: η προσφορά ενημέρωσης (τουλάχιστον όσον αφορά τις εφημερίδες) υπερβαίνει κατά πολύ τη ζήτηση, όπως δείχνουν οι κυκλοφορίες. Η διατήρηση αυτής της στρέβλωσης προκαλεί εκ των πραγμάτων την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη συμπίεση του κόστους. Οι μισθοί είναι χαμηλοί, ανάλογοι της κυκλοφορίας· έτσι εξηγείται γιατί σε αρκετά «μαγαζιά», όπως συνηθίζεται να αποκαλούν οι δημοσιογράφοι τις εφημερίδες, επιτρέπεται ή, εν πάση περιπτώσει, δεν απαγορεύεται στον δημοσιογράφο να κρατάει και τους δύο ρόλους. Ενισχύει με τον τρόπο αυτό το εισόδημά του.
Ετσι εξηγείται, επίσης, γιατί σε πολλές περιπτώσεις το πολιτικό ρεπορτάζ είναι τόσο βαρετό ανάγνωσμα και η γλώσσα του τελείως ξύλινη. Συμβαίνει αυτό, επειδή είναι πολύ συχνό το φαινόμενο η κάλυψη ενός κόμματος να ανατίθεται σε κάποιο πρόσωπο με κριτήριο και συχνά με βασικό προσόν τη σύνδεση ή την προέλευσή του από το κόμμα που καλύπτει. Παίρνεις, δηλαδή, για τη δουλειά κάποιον ο οποίος τουλάχιστον θα μπορεί να έχει ευκολία πρόσβασης στο κόμμα, ώστε να μη χάνεται η είδηση. Πώς θα γράφεται η είδηση δεν σε νοιάζει, αφού ούτως ή άλλως δεν βγάζεις την εφημερίδα για να τη διαβάζει ο κόσμος. Με τέτοιες συνθήκες, λοιπόν, είναι αναπόφευκτο η δημοσιογραφία να μηρυκάζει τη γλώσσα της επικοινωνίας του κόμματος. Διότι γράφεται από κάποιον ο οποίος είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει να γράψει το θέμα με δικά του λόγια.
Τώρα, οι εκβιασμοί διά του Τύπου δεν είναι τίποτε καινούργιο. Υπήρχαν πάντα και θα υπάρχουν εσαεί όσο θα υφίσταται η δύναμη της δημοσιότητας. Διευκολύνονται, όμως, σε ένα περιβάλλον όπως αυτό που περιγράφεται παραπάνω. Τι μπορεί να γίνει για να αντιμετωπισθούν; Οχι πολλά. Οι κακοί θα υπάρχουν παντού και πάντα· δεν γίνεται να αλλάξεις την ανθρώπινη φύση με ειδικούς νόμους, μολονότι στην Ελλάδα αυτή η αντίληψη είναι αρκετά διαδεδομένη. Οπωσδήποτε, όμως, οι συνθήκες θα γίνονταν περισσότερο αποτρεπτικές αν διορθωνόταν η στρέβλωση της αγοράς του Τύπου και, επίσης, αν οι αρμόδιοι θεσμοί λειτουργούσαν καλύτερα.
Ομως, μια και ανέφερα τους αρμοδίους θεσμούς, να προσθέσω ότι αν τελικά οι εκβιαστές καταδικαστούν δεν πρέπει να ανησυχούν ιδιαιτέρως για την υστεροφημία τους στον χώρο του «λειτουργήματος». Θυμόμαστε όλοι, νομίζω, την περίπτωση ενός άλλου εκδότη, που επίσης κάπνιζε χοντρά πούρα και ο οποίος πριν από κάποια χρόνια καταδικάστηκε και φυλακίστηκε για τους εκβιασμούς του. Αυτό που είμαι βέβαιος ότι δεν θυμάστε ήταν ότι, όταν ο άνθρωπος αυτός πέθανε, η ΕΣΗΕΑ εξέδωσε συλλυπητήρια ανακοίνωση...
Ανευ σχολίων
Ο τίτλος της χθεσινής «Αυγής» για την απόπειρα απόδρασης του Μαζιώτη που επιχείρησε η Ρούπα: «Μάχη στον αέρα μεταξύ πιλότου και μυστηριώδους γυναίκας»· και ο υπότιτλος, με μικρότερα γράμματα: «Η Αντιτρομοκρατική εκτιμά πως πρόκειται για αποτυχημένη απόπειρα απόδρασης του Ν. Μαζιώτη που οργάνωσε η Π. Ρούπα».
Φιλοδοξίες
Ο νέος πρόεδρος του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, Νίκος Θεοχαράκης, είπε ότι θα προσπαθήσει ώστε το Μέγαρο «να απευθύνεται σε μεγαλύτερα κομμάτια του κόσμου που έχει ενδιαφέρον και αγωνία με τον πολιτισμό». Μάλλον αδικεί το παρελθόν του Μεγάρου ο νέος του πρόεδρος. Πάριος, Μαρινέλλα, Χατζής και, βεβαίως, ο αναπόφευκτος Νταλάρας έχουν όλοι τους περάσει από το Μέγαρο. Ποιοι άλλοι, δηλαδή, είναι εκείνοι που μπορούν με την τέχνη τους να αγκαλιάζουν ένα ακόμη μεγαλύτερο κοινό και μάλιστα «με ενδιαφέρον και αγωνία για τον πολιτισμό»; Α, ναι. Ξέχασα τον τραγικό θάνατο του Παντελίδη...
Δημοσιογραφία είναι, όπως φαντάζομαι ότι το αντιλαμβάνεται ο καθένας, η αναζήτηση της είδησης. Η επικοινωνία, όμως, βρίσκεται «στην άλλη πλευρά του λόφου», για να θυμηθούμε τη μεταφορά του Ουέλινγκτον. Η ανάγκη να υπάρχει η επικοινωνία προέκυψε εξαιτίας της δύναμης που απέκτησε ο Τύπος· δηλαδή, ήταν, κατά κάποιο τρόπο, μια άμυνα έναντι της δημοσιογραφίας. Αντί λ.χ. ένας δημόσιος ή ιδιωτικός οργανισμός να κάθεται και να περιμένει πότε οι δημοσιογράφοι θα ανακαλύψουν την είδηση για να την παρουσιάσουν όπως τους αρέσει, είναι προτιμότερο να τους τη δώσει ο ίδιος: έτοιμη και με τρόπο ο οποίος να εξυπηρετεί τη στρατηγική και τις σκοπιμότητές του.
Είναι φυσικό ένας δημοσιογράφος, λόγω της επαγγελματικής πείρας του, να θεωρείται κατάλληλος για κάποιο ρόλο στην επικοινωνία. Το αφύσικο, όμως, ή μάλλον το ανήθικο είναι να έχει συγχρόνως και τους δύο ρόλους: και του δημοσιογράφου και του γραφείου Τύπου. Το πρωί μαθήτρια και το βράδυ πόρνη, με άλλα λόγια. Στις χώρες με μεγάλη δημοσιογραφική παράδοση, αλλά και με μεγάλη αγορά Τύπου, π.χ. στις ΗΠΑ ή τη Βρετανία, η μεταπήδηση από τον ένα ρόλο στον άλλο, αλλά και η εναλλαγή των ρόλων, είναι συχνότατο φαινόμενο. Η συνύπαρξη όμως των δύο ρόλων στο ίδιο πρόσωπο είναι απλώς αδιανόητη.
Σε εμάς, εδώ στον παράδεισο του Υπαρκτού Ελληνισμού, όπως ενδεχομένως θα έχετε ακούσει, η συνύπαρξη δεν είναι αδιανόητη· και αυτό οφείλεται στη στρέβλωση που υφίσταται εδώ και χρόνια στην αγορά του Τύπου: η προσφορά ενημέρωσης (τουλάχιστον όσον αφορά τις εφημερίδες) υπερβαίνει κατά πολύ τη ζήτηση, όπως δείχνουν οι κυκλοφορίες. Η διατήρηση αυτής της στρέβλωσης προκαλεί εκ των πραγμάτων την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη συμπίεση του κόστους. Οι μισθοί είναι χαμηλοί, ανάλογοι της κυκλοφορίας· έτσι εξηγείται γιατί σε αρκετά «μαγαζιά», όπως συνηθίζεται να αποκαλούν οι δημοσιογράφοι τις εφημερίδες, επιτρέπεται ή, εν πάση περιπτώσει, δεν απαγορεύεται στον δημοσιογράφο να κρατάει και τους δύο ρόλους. Ενισχύει με τον τρόπο αυτό το εισόδημά του.
Ετσι εξηγείται, επίσης, γιατί σε πολλές περιπτώσεις το πολιτικό ρεπορτάζ είναι τόσο βαρετό ανάγνωσμα και η γλώσσα του τελείως ξύλινη. Συμβαίνει αυτό, επειδή είναι πολύ συχνό το φαινόμενο η κάλυψη ενός κόμματος να ανατίθεται σε κάποιο πρόσωπο με κριτήριο και συχνά με βασικό προσόν τη σύνδεση ή την προέλευσή του από το κόμμα που καλύπτει. Παίρνεις, δηλαδή, για τη δουλειά κάποιον ο οποίος τουλάχιστον θα μπορεί να έχει ευκολία πρόσβασης στο κόμμα, ώστε να μη χάνεται η είδηση. Πώς θα γράφεται η είδηση δεν σε νοιάζει, αφού ούτως ή άλλως δεν βγάζεις την εφημερίδα για να τη διαβάζει ο κόσμος. Με τέτοιες συνθήκες, λοιπόν, είναι αναπόφευκτο η δημοσιογραφία να μηρυκάζει τη γλώσσα της επικοινωνίας του κόμματος. Διότι γράφεται από κάποιον ο οποίος είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει να γράψει το θέμα με δικά του λόγια.
Τώρα, οι εκβιασμοί διά του Τύπου δεν είναι τίποτε καινούργιο. Υπήρχαν πάντα και θα υπάρχουν εσαεί όσο θα υφίσταται η δύναμη της δημοσιότητας. Διευκολύνονται, όμως, σε ένα περιβάλλον όπως αυτό που περιγράφεται παραπάνω. Τι μπορεί να γίνει για να αντιμετωπισθούν; Οχι πολλά. Οι κακοί θα υπάρχουν παντού και πάντα· δεν γίνεται να αλλάξεις την ανθρώπινη φύση με ειδικούς νόμους, μολονότι στην Ελλάδα αυτή η αντίληψη είναι αρκετά διαδεδομένη. Οπωσδήποτε, όμως, οι συνθήκες θα γίνονταν περισσότερο αποτρεπτικές αν διορθωνόταν η στρέβλωση της αγοράς του Τύπου και, επίσης, αν οι αρμόδιοι θεσμοί λειτουργούσαν καλύτερα.
Ομως, μια και ανέφερα τους αρμοδίους θεσμούς, να προσθέσω ότι αν τελικά οι εκβιαστές καταδικαστούν δεν πρέπει να ανησυχούν ιδιαιτέρως για την υστεροφημία τους στον χώρο του «λειτουργήματος». Θυμόμαστε όλοι, νομίζω, την περίπτωση ενός άλλου εκδότη, που επίσης κάπνιζε χοντρά πούρα και ο οποίος πριν από κάποια χρόνια καταδικάστηκε και φυλακίστηκε για τους εκβιασμούς του. Αυτό που είμαι βέβαιος ότι δεν θυμάστε ήταν ότι, όταν ο άνθρωπος αυτός πέθανε, η ΕΣΗΕΑ εξέδωσε συλλυπητήρια ανακοίνωση...
Ανευ σχολίων
Ο τίτλος της χθεσινής «Αυγής» για την απόπειρα απόδρασης του Μαζιώτη που επιχείρησε η Ρούπα: «Μάχη στον αέρα μεταξύ πιλότου και μυστηριώδους γυναίκας»· και ο υπότιτλος, με μικρότερα γράμματα: «Η Αντιτρομοκρατική εκτιμά πως πρόκειται για αποτυχημένη απόπειρα απόδρασης του Ν. Μαζιώτη που οργάνωσε η Π. Ρούπα».
Φιλοδοξίες
Ο νέος πρόεδρος του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, Νίκος Θεοχαράκης, είπε ότι θα προσπαθήσει ώστε το Μέγαρο «να απευθύνεται σε μεγαλύτερα κομμάτια του κόσμου που έχει ενδιαφέρον και αγωνία με τον πολιτισμό». Μάλλον αδικεί το παρελθόν του Μεγάρου ο νέος του πρόεδρος. Πάριος, Μαρινέλλα, Χατζής και, βεβαίως, ο αναπόφευκτος Νταλάρας έχουν όλοι τους περάσει από το Μέγαρο. Ποιοι άλλοι, δηλαδή, είναι εκείνοι που μπορούν με την τέχνη τους να αγκαλιάζουν ένα ακόμη μεγαλύτερο κοινό και μάλιστα «με ενδιαφέρον και αγωνία για τον πολιτισμό»; Α, ναι. Ξέχασα τον τραγικό θάνατο του Παντελίδη...
Έντυπη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου