...............................................................
("Καθημερινή",
Μαύρες μουντζούρες στον χάρτη της Ευρώπης
Χρήσιμοι οι έντυποι ή διαδικτυακοί
χάρτες που δημοσιεύτηκαν μετά τις εκλογές στη Γερμανία, με τον τίτλο «Η
άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη» ή άλλους παρεμφερείς. Χρήσιμοι γιατί η
μελαγχολία ή ο φόβος που προκαλούν ίσως βοηθήσουν, αν μετουσιωθούν σε
στέρεη απόφαση υπεράσπισης της δημοκρατίας και των συστατικών
γνωρισμάτων της, χωρίς κανένα σκόντο. Φαίνεται όμως ότι τους χάρτες
αυτούς τους σχεδίασε η παλιά μας συνήθεια να εξισώνουμε τη Γηραιά Ηπειρο
με τη Δυτική Ευρώπη ή μόνο με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Οι πληρέστεροι
χάρτες θα περιελάμβαναν και τις ανατολικότερες χώρες, με τη δική τους
Ακροδεξιά. Οπως όμως έχουμε συνηθίσει να ταυτίζουμε τον Βορρά με το
Καλό, τον δε Νότο με το Επίφοβο ή το Σκοτεινό, και επιπλέον το Δυτικό με
το Διαφωτισμένο και το Δημοκρατικό, το δε Ανατολικό με το
Συναισθηματικά Υπερβολικό και το Ευέξαπτο, έτσι, εθιμικά, εννοούμε την
ήπειρό μας μειωμένη ή πετσοκομμένη. Εμείς εδώ, σαν «Βαλκάνιοι
ελλειμματικής ή προβληματικής ευρωπαϊκότητας», θα έπρεπε να το
αποφεύγουμε αυτό, να μη συντασσόμαστε με τις κυρίαρχες
γεωγραφικές/πολιτικές κοινοτοπίες.
Αίφνης, από πολλούς χάρτες που αποτυπώνουν την άνοδο της Ακροδεξιάς απουσιάζει η Βουλγαρία, παρότι μέλος της Ε.Ε. Και παρότι τον Μάιο του 2017 μπήκε στην κυβέρνησή της και ο συνασπισμός τριών «πατριωτικών» κομμάτων (και εκεί, όπως εδώ, όπως παντού, ο πατριωτισμός είναι πρώτης τάξεως εμπόρευμα-δόλωμα), όπου συνωθούνται ακραίοι εθνικιστές, φανατικοί αντισημίτες, αφιονισμένοι κυνηγοί των Ρομά και των μεταναστών και τειχολάτρες μιμητές των Ούγγρων και του Ντόναλντ Τραμπ. Απουσιάζει επίσης η Ρωσία, όπου η δύναμη των ποικιλώνυμων ακροδεξιών δεν είναι ασήμαντη, η δε δράση τους δεν περιορίζεται στον γηπεδικό χουλιγκανισμό. Και στη Ρωσία των εκατομμυρίων θυμάτων από τους χιτλερικούς, υπάρχουν νεοναζί, οι οποίοι μάλιστα είχαν ταχθεί υπέρ της Ουκρανίας στον πόλεμο των δύο χωρών.
Είναι φανερό ότι δεν υπάρχει κάποιο ανάχωμα μνήμης, κάποιο φράγμα αίματος, ικανό να ανακόψει από μόνο του την επανεμφάνιση φασιστικών και ναζιστικών μορφωμάτων, είτε σε χώρες που πλήρωσαν βαρύτατα τον φασισμό και τον ναζισμό είτε σε χώρες που χρωστούν ακόμα στην Ιστορία μετά τα ολοκαυτώματα που διέπραξαν, το μέγιστο των Αουσβιτς και τα πάμπολλα μικρά των Διστόμων. Το βλέπουμε και στην ίδια μας την πατρίδα. Αντί οι χρυσαυγίτες να προκαλούν την πάνδημη αποστροφή και μόνον επειδή έχουν σαν ύμνο τους τα τραγούδια των χιτλερικών (κάτω από το καμουφλάζ του υβριζόμενου σολωμικού «Υμνου εις την Ελευθερίαν»), αποσπούν ένα 7%.
Απουσιάζει από τους χάρτες και η Ουκρανία, παρότι οι φιλοναζιστές της, ενταγμένοι στον Δεξιό Τομέα ή το κόμμα «Σβόμποντα», γεύτηκαν και αυτοί κυβερνητική εξουσία, γεγονός που δεν ενόχλησε ιδιαίτερα την Ε.Ε., αυτάρεσκο θεματοφύλακα κατά τα λοιπά της δημοκρατίας και της προστασίας των θεμελιωδών ελευθεριών και των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Οπως δεν την ενοχλούν τόσο όσο θέλουν να δείξουν οι σποραδικές ρητορικές εξάρσεις στελεχών της οι σχέσεις με την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν, το καθεστώς του οποίου, καθεστώς εξοντωτικών διώξεων αντιφρονούντων κάθε είδους, ακόμα και των κατά φαντασίαν και των κατά ασφαλίτικη καχυποψία, απέχει κάθε μέρα και λιγότερο από μια καθαρή δικτατορία.
Από τον έναν «στεναγμό ανακούφισης» στον άλλον, βρεθήκαμε –όχι ξαφνικά, όχι απροσδόκητα– μπροστά στο 13% των Γερμανών νεοναζιστών του AfD (και του Pegida), οι οποίοι απειλούν, με ύφος ιταμό, το ταιριαστό τους, ότι «θα πάρουν πίσω τη χώρα τους και τον λαό τους». Αναστέναξαν ανακουφισμένες η ηγεσία της Ε.Ε. και οι επιμέρους κυβερνήσεις τον Δεκέμβριο του 2016 (εύκολα βρίσκει κανείς τις επίσημες ανακοινώσεις της εποχής εκείνης, και τους τίτλους των Μέσων), όταν, στις προεδρικές εκλογές της Αυστρίας, ο οικολόγος Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν νίκησε τον ακροδεξιό Νόρμπερτ Χόφερ. Προφανώς θεωρήθηκε αμελητέο ή εύκολα αντιμετωπίσιμο ιδεολογικά και κοινωνικά το τεράστιο ποσοστό των ακροδεξιών του Κόμματος των Ελευθέρων, ένα 46,7% που εμφανίζει την Αυστρία κομμένη στα δύο. Εύκολα αντιμετωπίσιμη η εξοικείωση του ενός στους δύο Αυστριακούς με τις ιδέες του μισοξενισμού, του απομονωτισμού και του αντιευρωπαϊσμού, του «πρώτα η Αυστρία», δηλαδή ο εαυτούλης μου;
Νέος στεναγμός ανακούφισης τον Μάρτιο του 2017, όταν στις ολλανδικές εκλογές ο Γκέερτ Βίλντερς και το ακροδεξιό Κόμμα για την Ελευθερία (ναι, παίζουν πολύ με τη λέξη «ελευθερία» οι ακροδεξιοί, όπως και με τη λέξη «καθαρός», «Καθαρή Φινλανδία» κτλ.) απέσπασαν «μόλις» το 13%, και όχι το αρκετά μεγαλύτερο ποσοστό που τους έδιναν οι δημοσκοπήσεις. Σαν από κασέτα, οι δηλώσεις ανακούφισης ξανακούστηκαν τον Μάιο του 2017, με τις γαλλικές προεδρικές εκλογές. Και στην περίπτωση αυτή, το 33,9% των Γάλλων που επικρότησαν τη μισαλλοδοξία και τον σωβινισμό της Μαρίν Λεπέν κρίθηκε αμελητέο, περιστασιακό, θυμικό.
Κρύβουν και παραβλέπουν πολλά οι βιαστικοί στεναγμοί ανακούφισης. Παραβλέπουν το ότι ακόμα κι όταν οι ακροδεξιοί ηττώνται σε δεύτερους γύρους προεδρικών εκλογών ή δεν συγκεντρώνουν στις κοινοβουλευτικές εκλογές το ποσοστό που προσδοκούσαν, ιδεολογικά είναι νικητές· έχουν καταφέρει εν τω μεταξύ να επηρεάσουν την περιβόητη «ατζέντα» και να έλξουν προς τα (ακρο)δεξιότερα τα κεντροδεξιά κόμματα και τα κόμματα της παραδοσιακής Δεξιάς, τα οποία ενστερνίζονται τυπικώς ακροδεξιά συνθήματα και «ιδέες», υποθέτοντας ότι έτσι θα συγκρατήσουν το συντηρητικότερο μέρος του κοινού τους. Παραβλέπουν το γεγονός ότι σε πολλές χώρες τα ποσοστά των ακροδεξιών κομμάτων έχουν επαναληφθεί σε αρκετές αναμετρήσεις. Είναι λοιπόν προϊόντα ιδεολογικής ταύτισης και δεν προκύπτουν από στιγμιαία συναισθηματική επιλογή. Κατά συνέπεια, δεν αρκούν τα ευχέλαια και τα γιατροσόφια.
Αν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες είναι ο εύκολος στόχος των κεφαλοκυνηγών, αλλά και των κατασκευαστών fake news, που γεμίζουν το Διαδίκτυο με επινοημένους βιασμούς ή και φόνους, με θύτες ξένους και θύματα ντόπιους, επίσης εύκολο –και απολύτως ευθυνόφοβο– είναι να εξηγείται η άνοδος της Ακροδεξιάς αποκλειστικά σαν αντίδραση στην είσοδο αλλοεθνών, Ασιατών και Αφρικανών δηλαδή. Η μέθοδος με την οποία προωθείται η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση υπό την καθοδήγηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, μέθοδος της αυταρχικής λιτότητας, γεννάει φτωχούς, σε πολλά δε αντιγράφει τη μέθοδο ενοποίησης της Γερμανίας, με καθοδηγητή επίσης τον κ. Σόιμπλε. Στην ανατολική Γερμανία, που νιώθει ότι αδικήθηκε κατά την ενοποίηση, αν δεν ταπεινώθηκε, το AfD αναδείχτηκε δεύτερη δύναμη. Και μάλλον δεν φταίνε οι πρόσφυγες.
Αίφνης, από πολλούς χάρτες που αποτυπώνουν την άνοδο της Ακροδεξιάς απουσιάζει η Βουλγαρία, παρότι μέλος της Ε.Ε. Και παρότι τον Μάιο του 2017 μπήκε στην κυβέρνησή της και ο συνασπισμός τριών «πατριωτικών» κομμάτων (και εκεί, όπως εδώ, όπως παντού, ο πατριωτισμός είναι πρώτης τάξεως εμπόρευμα-δόλωμα), όπου συνωθούνται ακραίοι εθνικιστές, φανατικοί αντισημίτες, αφιονισμένοι κυνηγοί των Ρομά και των μεταναστών και τειχολάτρες μιμητές των Ούγγρων και του Ντόναλντ Τραμπ. Απουσιάζει επίσης η Ρωσία, όπου η δύναμη των ποικιλώνυμων ακροδεξιών δεν είναι ασήμαντη, η δε δράση τους δεν περιορίζεται στον γηπεδικό χουλιγκανισμό. Και στη Ρωσία των εκατομμυρίων θυμάτων από τους χιτλερικούς, υπάρχουν νεοναζί, οι οποίοι μάλιστα είχαν ταχθεί υπέρ της Ουκρανίας στον πόλεμο των δύο χωρών.
Είναι φανερό ότι δεν υπάρχει κάποιο ανάχωμα μνήμης, κάποιο φράγμα αίματος, ικανό να ανακόψει από μόνο του την επανεμφάνιση φασιστικών και ναζιστικών μορφωμάτων, είτε σε χώρες που πλήρωσαν βαρύτατα τον φασισμό και τον ναζισμό είτε σε χώρες που χρωστούν ακόμα στην Ιστορία μετά τα ολοκαυτώματα που διέπραξαν, το μέγιστο των Αουσβιτς και τα πάμπολλα μικρά των Διστόμων. Το βλέπουμε και στην ίδια μας την πατρίδα. Αντί οι χρυσαυγίτες να προκαλούν την πάνδημη αποστροφή και μόνον επειδή έχουν σαν ύμνο τους τα τραγούδια των χιτλερικών (κάτω από το καμουφλάζ του υβριζόμενου σολωμικού «Υμνου εις την Ελευθερίαν»), αποσπούν ένα 7%.
Απουσιάζει από τους χάρτες και η Ουκρανία, παρότι οι φιλοναζιστές της, ενταγμένοι στον Δεξιό Τομέα ή το κόμμα «Σβόμποντα», γεύτηκαν και αυτοί κυβερνητική εξουσία, γεγονός που δεν ενόχλησε ιδιαίτερα την Ε.Ε., αυτάρεσκο θεματοφύλακα κατά τα λοιπά της δημοκρατίας και της προστασίας των θεμελιωδών ελευθεριών και των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Οπως δεν την ενοχλούν τόσο όσο θέλουν να δείξουν οι σποραδικές ρητορικές εξάρσεις στελεχών της οι σχέσεις με την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν, το καθεστώς του οποίου, καθεστώς εξοντωτικών διώξεων αντιφρονούντων κάθε είδους, ακόμα και των κατά φαντασίαν και των κατά ασφαλίτικη καχυποψία, απέχει κάθε μέρα και λιγότερο από μια καθαρή δικτατορία.
Από τον έναν «στεναγμό ανακούφισης» στον άλλον, βρεθήκαμε –όχι ξαφνικά, όχι απροσδόκητα– μπροστά στο 13% των Γερμανών νεοναζιστών του AfD (και του Pegida), οι οποίοι απειλούν, με ύφος ιταμό, το ταιριαστό τους, ότι «θα πάρουν πίσω τη χώρα τους και τον λαό τους». Αναστέναξαν ανακουφισμένες η ηγεσία της Ε.Ε. και οι επιμέρους κυβερνήσεις τον Δεκέμβριο του 2016 (εύκολα βρίσκει κανείς τις επίσημες ανακοινώσεις της εποχής εκείνης, και τους τίτλους των Μέσων), όταν, στις προεδρικές εκλογές της Αυστρίας, ο οικολόγος Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν νίκησε τον ακροδεξιό Νόρμπερτ Χόφερ. Προφανώς θεωρήθηκε αμελητέο ή εύκολα αντιμετωπίσιμο ιδεολογικά και κοινωνικά το τεράστιο ποσοστό των ακροδεξιών του Κόμματος των Ελευθέρων, ένα 46,7% που εμφανίζει την Αυστρία κομμένη στα δύο. Εύκολα αντιμετωπίσιμη η εξοικείωση του ενός στους δύο Αυστριακούς με τις ιδέες του μισοξενισμού, του απομονωτισμού και του αντιευρωπαϊσμού, του «πρώτα η Αυστρία», δηλαδή ο εαυτούλης μου;
Νέος στεναγμός ανακούφισης τον Μάρτιο του 2017, όταν στις ολλανδικές εκλογές ο Γκέερτ Βίλντερς και το ακροδεξιό Κόμμα για την Ελευθερία (ναι, παίζουν πολύ με τη λέξη «ελευθερία» οι ακροδεξιοί, όπως και με τη λέξη «καθαρός», «Καθαρή Φινλανδία» κτλ.) απέσπασαν «μόλις» το 13%, και όχι το αρκετά μεγαλύτερο ποσοστό που τους έδιναν οι δημοσκοπήσεις. Σαν από κασέτα, οι δηλώσεις ανακούφισης ξανακούστηκαν τον Μάιο του 2017, με τις γαλλικές προεδρικές εκλογές. Και στην περίπτωση αυτή, το 33,9% των Γάλλων που επικρότησαν τη μισαλλοδοξία και τον σωβινισμό της Μαρίν Λεπέν κρίθηκε αμελητέο, περιστασιακό, θυμικό.
Κρύβουν και παραβλέπουν πολλά οι βιαστικοί στεναγμοί ανακούφισης. Παραβλέπουν το ότι ακόμα κι όταν οι ακροδεξιοί ηττώνται σε δεύτερους γύρους προεδρικών εκλογών ή δεν συγκεντρώνουν στις κοινοβουλευτικές εκλογές το ποσοστό που προσδοκούσαν, ιδεολογικά είναι νικητές· έχουν καταφέρει εν τω μεταξύ να επηρεάσουν την περιβόητη «ατζέντα» και να έλξουν προς τα (ακρο)δεξιότερα τα κεντροδεξιά κόμματα και τα κόμματα της παραδοσιακής Δεξιάς, τα οποία ενστερνίζονται τυπικώς ακροδεξιά συνθήματα και «ιδέες», υποθέτοντας ότι έτσι θα συγκρατήσουν το συντηρητικότερο μέρος του κοινού τους. Παραβλέπουν το γεγονός ότι σε πολλές χώρες τα ποσοστά των ακροδεξιών κομμάτων έχουν επαναληφθεί σε αρκετές αναμετρήσεις. Είναι λοιπόν προϊόντα ιδεολογικής ταύτισης και δεν προκύπτουν από στιγμιαία συναισθηματική επιλογή. Κατά συνέπεια, δεν αρκούν τα ευχέλαια και τα γιατροσόφια.
Αν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες είναι ο εύκολος στόχος των κεφαλοκυνηγών, αλλά και των κατασκευαστών fake news, που γεμίζουν το Διαδίκτυο με επινοημένους βιασμούς ή και φόνους, με θύτες ξένους και θύματα ντόπιους, επίσης εύκολο –και απολύτως ευθυνόφοβο– είναι να εξηγείται η άνοδος της Ακροδεξιάς αποκλειστικά σαν αντίδραση στην είσοδο αλλοεθνών, Ασιατών και Αφρικανών δηλαδή. Η μέθοδος με την οποία προωθείται η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση υπό την καθοδήγηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, μέθοδος της αυταρχικής λιτότητας, γεννάει φτωχούς, σε πολλά δε αντιγράφει τη μέθοδο ενοποίησης της Γερμανίας, με καθοδηγητή επίσης τον κ. Σόιμπλε. Στην ανατολική Γερμανία, που νιώθει ότι αδικήθηκε κατά την ενοποίηση, αν δεν ταπεινώθηκε, το AfD αναδείχτηκε δεύτερη δύναμη. Και μάλλον δεν φταίνε οι πρόσφυγες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου