Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Από το έργο «Ο ΠΑΤΕΡΑΣ» του Αυγούστου Στρίντμπεργκ (1840 - 1912) (Από την Γ’ Πράξη, μτφ. Νίκος Γκάτσος, εκδ. Πατάκη, 2001)

.............................................................






Αύγουστος Στρίντμπεργκ (1840 - 1912) 



 
 

Από το έργο «Ο ΠΑΤΕΡΑΣ» του Αυγούστου Στρίντμπεργκ (1840 - 1912)

 (Από την Γ’ Πράξη, μτφ. Νίκος Γκάτσος, εκδ. Πατάκη, 2001)


…ΠΑΣΤΟΡΑΣ:
          Άντολφ, το ‘χεις καταλάβει πως είσαι τρελός;

ΙΛΑΡΧΟΣ:
     Ναι, το ξέρω. Το ξέρω πολύ καλά. Αν μπορούσα όμως να δω τι γίνεται και στα δικά σας μυαλά, θα σας έστελνα και σας στο φρενοκομείο! Ναι, είμαι τρελός! Αλλά πώς έγινα τρελός; Αυτό βέβαια δεν ενδιαφέρει ούτε σας, ούτε και κανέναν άλλο! (Παίρνει το λεύκωμα με τις φωτογραφίες από το μεγάλο τραπέζι.) Το παιδί μου! Είν’ όμως το παιδί μου; Πώς μπορεί κανείς να ‘ναι σίγουρος; Να σας πω τι πρέπει να κάνετε για να είσαστε σίγουροι. Πρώτα να παντρευόσαστε για να ‘χετε την ευλογία της κοινωνίας. Έπειτα να χωρίζετε και να ζείτε σαν εραστές. Κι έπειτα να υιοθετείτε τα παιδιά. Έτσι θα ‘σαστε τουλάχιστον σίγουροι ότι τα υιοθετημένα παιδιά είναι δικά σας. Δεν είναι περίφημη ιδέα; Αλλά τι να τα κάμω όλ’ αυτά; Τίποτα δεν μπορεί να με βοηθήσει, τώρα που μου στερήσανε τη μόνη αιωνιότητα ζωής, τη μόνη πνοή αθανασίας που είχα μέσα μου! Τι να την κάνω την επιστήμη και τη φιλοσοφία τώρα που δεν μου απόμεινε τίποτα για να ζω – ούτε και η τιμή μου ακόμα; Μπόλιασα το δεξί μου χέρι και το μισό μου μυαλό και τη μισή ραχοκοκαλιά μου σ’ ένα άλλο δέντρο, και πίστευα πως θα μεγάλωναν μαζί και θα γίνονταν ένα καινούργιο δέντρο, πιο τέλειο και πιο όμορφο από το πρώτο! Μα κάποιος μ’ ένα μαχαίρι έσκισε τον κορμό κάτω απ’ το μπόλι, και τώρα δεν είμαι παρά μισό μονάχα δέντρο! Κι ενώ το άλλο μισό, με το δεξί μου χέρι και το μισό μου μυαλό, θεριεύει και μεγαλώνει – εγώ μαραίνομαι και πεθαίνω! Γιατί ό,τι έδωσα ήταν το καλύτερο μέρος του εαυτού μου! Τώρα πια δεν με νοιάζει να ζήσω!  Μπορείτε να με κάνετε ό,τι θέλετε! Η ζωή μου τελείωσε!

ΓΙΑΤΡΟΣ ψιθυρίζει κάτι στον ΠΑΣΤΟΡΑ. Πηγαίνουν και οι δύο στο δωμάτιο δεξιά. Αμέσως μετά μπαίνει η ΒΕΡΘΑ. Ο ΙΛΑΡΧΟΣ κάθεται στο μεγάλο τραπέζι. Είναι τώρα σκυφτός και ζαρωμενος.)

   ΒΕΡΘΑ (Έρχεται κοντά του)
       Πατέρα! Είσαι άρρωστος;

   ΙΛΑΡΧΟΣ (Σηκώνει τα μάτια του και την κοιτάζει.)
        Εγώ; Άρρωστος;

   ΒΕΡΘΑ
        Ξέρεις τι έκανες; Το ξέρεις ότι πέταξες τη λάμπα πάνω στη μητέρα;
   ΙΛΑΡΧΟΣ
         Αλήθεια;
   ΒΕΡΘΑ
       Ναι! Σκέψου να της άνοιγες το κεφάλι!
   ΙΛΑΡΧΟΣ
       Ε, κι έπειτα;
   ΒΕΡΘΑ
        Πώς κι έπειτα; Δεν μπορεί να ‘σαι πατέρας μου και να λες τέτοια πράγματα!
   ΙΛΑΡΧΟΣ
         Τι είπες; Δεν είμαι πατέρας σου; Και τι ξέρεις εσύ; Ποιος σου το είπε; Και ποιος είν’ ο πατέρας σου, αν δεν είμ’ εγώ; Ποιος; Για λέγε ν’ακούσω;
   ΒΕΡΘΑ
      Εσύ, μια φορά, δεν είσαι! Δεν μπορεί να είσαι πατέρας μου!
   ΙΛΑΡΧΟΣ
       Επιμένεις να λες ότι δεν είμαι πατέρας σου; Ποιος είναι λοιπόν ο πατέρας σου; Φαίνεται να ξέρεις πολλά! Ποιος σου τα είπε; Έπρεπε λοιπόν να ζήσω για να τ’ ακούσω κι αυτό! Ν’ ακούσω το ίδιο μου το παιδί να λέει πως δεν είμαι πως δεν είμαι πατέρας του! Μα δεν κατάλαβαίνεις ότι αυτό είναι κακό και για τη μητέρα σου; Δεν καταλαβαίνεις ότι αν αυτό είν’ αλήθεια η μητέρα σου θα ‘ναι για πάντα ντροπιασμένη στα μάτια του κόσμου;

   ΒΕΡΘΑ
       Δε θέλω να πεις κακό για τη μητέρα  - μ’ ακούς;

   ΙΛΑΡΧΟΣ:
       Ε, βέβαια! Σε πήρε και σένα με το μέρος της! Και τώρα τα ‘χετε όλες μαζί μου!
 
   ΒΕΡΘΑ
        Πατέρα!

   ΙΛΑΡΧΟΣ
         Μην σ’ ακούσω να με ξαναπείς πατέρα!

   ΒΕΡΘΑ  (Ξεσπάει σε λυγμούς.)
         Πατέρα ! Πατέρα!

   ΙΛΑΡΧΟΣ  (Την τραβάει επάνω του.)
         Βέρθα, αγαπημένο μου παιδί! Ε ί σ α ι παιδί μου – δεν είσαι; Ναι, ναι δε θα μπορούσες να ήσουνα κανενός άλλου! Είσαι δική μου! Ξέχασε αυτά που σου είπα! Ήταν αρρωστημένα όνειρα που τα ‘φερε τη νύχτα ο άνεμος, σαν τον πυρετό και την πανούκλα! Κοίταξέ με! Άσε με να βρω την ψυχή μου μέσα στα μάτια σου! Βλέπω όμως και τη δική σας ψυχή εκεί μέσα! Ναι, ναι έχεις δυο ψυχές! Κι ενώ με τη μία μ’ αγαπάς, με μισείς με την άλλη! Εγώ όμως θέλω να μ’ αγαπάς μόνο εμένα! Πρέπει να ‘χεις  μ ι α  ψυχή, γιατί αλλιώς ούτ’ εσύ ούτ’ εγώ θα βρούμε ποτέ τη γαλήνη! Πρέπει να ‘χεις  μ ι α  σκέψη, γιατί είσαι γέννημα της δικής μου σκέψης! Και πρέπει να ‘χεις  μ ι α  θέληση, κι η θέληση αυτή να ξεκινάει από μένα!
 
   ΒΕΡΘΑ
       Όχι, όχι! Ό,τι είμαι, θέλω να είμαι εγώ και κανένας άλλος!

   ΙΛΑΡΧΟΣ
       Δε θα σ’ αφήσω! Είμαι ανθρωποφάγος και θα σε καταπιώ! Κι η μητέρα σου θέλησε να με καταπιεί, αλλά εγώ δεν την άφησα! Είμαι ο Κρόνος που έτρωγε τα παιδιά του, γιατί του είχαν πει ότι όταν θα μεγάλωναν θα τον έτρωγαν εκείνα! Να φας ή να σε φάνε – αυτό είναι το ζήτημα! Αν δε σε φάω εγώ, θα με φας εσύ! Να που ξεγύμνωσες κιόλας τα δόντια σου, κι εισ’ έτοιμη να με κατασπαράξεις! Μη φοβάσαι όμως, χρυσό μου παιδί! Εγώ δε θα σε πονέσω! (Πάει στον τοίχο που κρέμονται τα όπλα και παίρνει ένα περίστροφο.)
 
   ΒΕΡΘΑ (Φοβισμένη, προσπαθεί να ξεφύγει.)
       Βοήθεια! Θα με σκοτώσει!

   ΜΑΓΚΡΕΤ (Μπαίνει τρέχοντας.)
        Κύριε Άντολφ! Τι ‘ναι κύριε Άντολφ;

   ΙΛΑΡΧΟΣ (Κοιτάζοντας το περίστροφο, γυρίζει στη ΜΑΓΚΡΕΤ.)
        Εσύ έβγαλες τις σφαίρες;…  



Εδώ  ένα μικρό ιστορικό για την καθιέρωση της "Μέρας του Πατέρα":

Δεν υπάρχουν σχόλια: