...............................................................
«Auto da fe» στους 451 βαθμούς Φαρενάιτ
Του Τάσου Τσακίρογλου
Τη
νύχτα της 10ης Μαΐου του 1933, την πλατεία Μπέμπελ του Βερολίνου, αλλά
και είκοσι ακόμα πλατείες της Γερμανίας, φώτιζε μια ιδιαίτερη φλόγα. Μια
φωτιά που προκαλούσε στα μάτια κάποιων μια λάμψη τρόμου και άλλων μια
λάμψη παράφορης χαράς και έκστασης που θύμιζε τα μεσαιωνικά auto da fe
της Ιεράς Εξέτασης σε Ισπανία και Πορτογαλία, όταν ρίχνονταν στην πυρά
«οι αιρετικοί και οι άπιστοι», προκειμένου να μετανοήσουν και να
εξαγνιστούν.
Εκείνη τη νύχτα στη Γερμανία, όμως, στην πυρά δεν παραδίδονταν
άνθρωποι, αλλά βιβλία και ό,τι αυτά εκπροσωπούσαν: ιδέες, αμφισβήτηση,
γνώση, σκέψη, προβληματισμό. Αρα ό,τι πιο επικίνδυνο για ένα
ολοκληρωτικό καθεστώς που χτιζόταν συστηματικά από τους ναζί, με τις
μεθόδους που το συνόδευαν: βία, καταστολή, λογοκρισία, έλεγχος της
σκέψης και της έκφρασης, πογκρόμ και καταπίεση.
Μόνο στο Βερολίνο υπολογίζεται ότι κάηκαν περί τα 20.000 βιβλία,
ανάμεσά τους έργα των Ε. Κέστνερ, Μπ. Μπρεχτ, Κ. Κάουτσκι, Χ. Μαν, Στ.
Τσβάιχ, Σ. Φρόιντ, Κ. Μαρξ, Ε. Μαρί Ρεμάρκ, Φ. Βέρφελ, Ε. Χέμινγουεϊ,
Τζ. Λόντον, Χέλεν Κέλερ. Στάχτη έγιναν και βιβλία του μεγάλου εθνικού
ποιητή των Γερμανών, Χάινριχ Χάινε, ο οποίος στο έργο του «Αλμανσορ»
(1820-21) είχε γράψει προφητικά: «Εκεί όπου καίνε βιβλία, μία ημέρα θα
καίνε και ανθρώπους». Και όντως, πέντε χρόνια αργότερα, ακολούθησε η
περίφημη Νύχτα των Κρυστάλλων, με την πυρπόληση των εβραϊκών συναγωγών,
για να έρθει η κατάληξη με την «τελική λύση» και το Ολοκαύτωμα, όπου
βρήκαν τον θάνατο εκατομμύρια Εβραίοι.
Η αντιμετώπιση του βιβλίου ως φορέα απαγορευμένης γνώσης, ως ενός
σύγχρονου απαγορευμένου καρπού της βιβλικής Εδέμ, έχει μακρά ιστορία
στην ευρωπαϊκή ήπειρο, αφού πρώτη η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία συνέταξε
τους περίφημους Index Librorum Prohibitorum (Κατάλογοι Απαγορευμένων
Βιβλίων), αρχής γενομένης από την Ολλανδία το 1529, για να ακολουθήσουν η
Βενετία και το Παρίσι το 1543 και 1551 αντίστοιχα. Το πρώτο Ρωμαϊκό
Index ήταν έργο του Πάπα Παύλου Δ΄ (1559) και περιελάμβανε έργα των
Γαλιλαίου, Κοπέρνικου, Φ. Μπέικον, Ερασμου κ.ά.
Το εχθρικό κλίμα κατά του γραπτού λόγου και του βιβλίου ως φορέα του,
αλλά και ως κιβωτού μνήμης, περιέγραψε με αριστουργηματικό τρόπο το
1953 ο Ρέι Μπράντμπερι στο βιβλίο του «Φαρενάιτ 451», ένα δυστοπικό
μυθιστόρημα (που μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Φρ. Τριφό) για μια
μελλοντική κοινωνία, στην οποία τα βιβλία παραμένουν απαγορευμένα και,
όταν εντοπίζονται, ρίχνονται στην πυρά, όπου καταστρέφονται στη
θερμοκρασία του τίτλου του.
Τη συζήτηση για το κατά πόσον θα ήταν αναγκαία σήμερα η απαγόρευση
και το κάψιμο βιβλίων έχει συνοψίσει έξοχα ο Νιλ Πόστμαν στο εμβληματικό
έργο του «Διασκέδαση μέχρι θανάτου». Εκεί υποστηρίζει ότι μεταξύ του
Τζορτζ Οργουελ, ο οποίος φοβόταν εκείνους που θα καταργήσουν διά της
βίας τη σκέψη και τα βιβλία, δηλαδή τους εκπροσώπους ενός ναζιστικού
τύπου κράτους, και του Αλντους Χάξλεϊ, ο οποίος τρομοκρατούνταν με την
ιδέα ότι κανείς δεν θα απαγορεύσει τα βιβλία, γιατί θα έρθει μια εποχή
που κανείς δεν θα είναι διατεθειμένος να διαβάζει λόγω σύγχυσης και
υπερπληροφόρησης σε έναν soft ολοκληρωτισμό, φαίνεται να δικαιώνεται ο
δεύτερος.
Ή όπως έλεγε ο Μίλαν Κούντερα (αναφέρω από μνήμης): Από την εποχή που
οι πάντες λογοκρίνονταν, θα φθάσουμε στην εποχή που όλοι θα γράφουν και
θα μιλάνε, αλλά κανείς δεν θα τους ακούει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου