Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018

"Το μήνυμα του Αργύρη Χιόνη" του Σωτήρη Γάκου (https://www.literature.gr, 7/4/2016)

..............................................................



              Το μήνυμα του Αργύρη Χιόνη









του Σωτήρη Γάκου

https://www.literature.gr, 7/4/2016


 


Ανάμεσα στις δεκατέσσερις ποιητικές συλλογές, τα έξι πεζά του και το γνωστό μεταφραστικό του έργο, ο Αργύρης Χιόνης έγραψε και τρία θεατρικά κείμενα[i].

Πρόκειται για τρία θεατρικά κείμενα που γράφτηκαν το 1971 και 1973, ενώ ο συγγραφέας βρισκόταν στο Άμστερνταμ και, όπως ο ίδιος εξηγεί, τα δυο (Ο ρήτορας και Αυτός εκτός εντός του κουστουμιού του) γράφτηκαν στα ολλανδικά ενόψει διαγωνισμού μονόπρακτου θεατρικού έργου που είχαν προκηρύξει, για τις Κάτω Χώρες (Ολλανδία και Φλάνδρα), ο θεατρικός οργανισμός Sater και το λογοτεχνικό περιοδικό Soma το 1971. Το μήνυμα γράφτηκε στα ελληνικά το 1973 και θεματικά υιοθετεί στοιχεία από το θέατρο του παραλόγου και ειδικότερα από το έργο Περιμένοντας το Γκοντό του Samuel Beckett[ii].

Στο Μήνυμα δυο μαντατοφόροι χωρίς όνομα ο Α και ο Β, που δε θυμούνται από πού ξεκίνησαν, οφείλουν να μεταφέρουν ένα σημαντικό μήνυμα, που κάποιοι τους εμπιστεύτηκαν και που έχουν ξεχάσει, σε κάποιο εξέχον πρόσωπο, που δεν ξέρουν ούτε ποιο είναι ούτε πού βρίσκεται. Στην πορεία τους αυτή φτιάχνουν, αδιάκοπα, καινούργια μηνύματα, που, αδιάκοπα, ξεχνούν, ώσπου να παραδεχτούν ότι αυτό που κάνουν δε τους οδηγεί πουθενά. Παράλληλα η υπόθεση στο Περιμένοντας τον Γκοντό, λιγότερο η περισσότερο γνωστή, παρουσιάζει σε δυο πράξεις, δυο άνδρες τον Βλαδίμηρο και τον Εστραγκόν να συζητάνε για διάφορα θέματα και να περιμένουν έναν τύπο που δεν εμφανίζεται ποτέ. Στη διάρκεια αυτής της αναμονής συναντούν άλλους δυο τύπους, τον Πόντζο και τον Λάκυ, με τους οποίους προσπαθούν μάταια να συνεννοηθούν αλλά παράλληλα συνομιλούν, χαίρονται, παίζουν, βαριούνται, χωρίς όμως να μπορούν να κάνουν τίποτα άλλο παρά να περιμένουν μάταια κάποιον που ξέρουν ότι δε θα έρθει.

Πέρα από τη θεματική αυτή σύμπτωση με το συγκεκριμένο έργο του Beckett, το Μήνυμα του Αργύρη Χιόνη ακολουθεί πιστά τις αρχές του θεάτρου του παραλόγου. Αφενός στο έργο αξιοποιείται το γκροτέσκό και το κωμικό στοιχείο με τους επαναληπτικούς άσκοπους διάλογους και τις γκάφες των δυο προσώπων και αφετέρου προβάλλεται η ασυναρτησία και απορρίπτεται η λογική και συνεκτική εξέλιξη της πλοκής. Στο έργο του Beckett, το πρώτο μέρος αντιγράφει επακριβώς το δεύτερο, έτσι οι δυο αλήτες, Βλαδίμηρος και Εστραγκόν, βρίσκονται πάλι στην ίδια θέση με την ίδια επ’ άπειρον αναμονή. Παράλληλα, στο συγκεκριμένο θεατρικό έργο του Χιόνη η πρώτη εικόνα είναι ίδια με την τρίτη και η δεύτερη με την τέταρτη. Η «μονοτονία» εδώ γίνεται μέσο για να αισθητοποιήσει την υπαρξιακή αγωνία[iii], όπως παρατηρεί ο Βάσος Βαρίκας για το Περιμένοντας τον Γκοντό, μια μονοτονία που αναφέρεται τόσο στο επίπεδο της δομής όσο και στο επίπεδο του περιεχομένου στο Μήνυμα του Αργύρη Χιόνη. Διαπιστώνοντας τα παραπάνω, μπορούμε να ανιχνεύσουμε τις παραλληλίες και το κοινό πλαίσιο αναφοράς στη φιλοσοφία του υπαρξισμού και το συναίσθημα του παραλόγου, δυο προοπτικές που μπορούν να φωτίσουν το δρόμο σε περαιτέρω ερμηνευτικές προσεγγίσεις και συγκριτικές αναλύσεις.

Ωστόσο η έννοια, που τόσο στα έργα του Samuel Beckett όσο και στο έργο του Αργύρη Χιόνη φαίνεται να αξιοποιείται με έναν ιδιότυπο τρόπο και να αποκτά ιδιαίτερη σημασία είναι ο χρόνος. Τα πρόσωπα του Beckett μπορεί να μη γνωρίζουν τι μέρα είναι, τι εποχή, τι ώρα και να ζουν σε μια άχρονη περιοχή που δεν έχει λογική μέτρηση, όμως όλα προσπαθούν να θυμηθούν κάτι από μια σκοτεινή ανάμνηση, από ένα απροσδιόριστο παρελθόν, από ένα χθες ακαθόριστο από την αχλή μιας ύπαρξης χωρίς χρόνο. Ο χρόνος αποκτά για τα πρόσωπα μια υπερβατική ή μεταφυσική ουσία. Η μνήμη είναι λυτρωτική για αυτά, περιμένουν ως το τέλος για να ξαναβρεθούν μέσα στη γνώση εκείνη, σα μια πλατωνική ανάμνηση. Το έργο του είναι γεμάτο από «φωνές του παρελθόντος», φωνές που διερευνούν το μυστήριο της ύπαρξης[iv].

Η ίδια μεταφυσική εμπειρία παρουσιάζεται και για τους ήρωες του μηνύματος του Αργύρη Χιόνη συγκεκριμένα:

«Β : Εγώ, όταν πίνω, μπορεί να ξεχνάω ποιος είμαι, αλλά είναι φορές που, σουρωμένος, μπορώ να θυμηθώ ακόμη και πράγματα που γίνανε πρίν γεννηθώ.

Α: Τι λες ρε παιδάκι μου;… ας πούμε… κάτι σα να ζεις στο προπαρελθόν.

Β: Ακριβώς! Αυτή είναι η λέξη! …..στο παλιό καλό προπαρελθόν που δε το’ ζησα ποτέ κι όμως – θα το πιστέψεις; – το νοσταλγώ.

Α: Λοιπόν, ξέρεις κάτι; Έχεις πολύ ευαίσθητη ψυχή. Αυτό είσαι.

Β: Λές ;

Α: Σίγουρα! Στο βάθος είσαι ποιητής. Ένας αληθινός ποιητής! Ένας προφήτης του προπαρελθόντος! … Δεν έχει σημασία αν δεν μπορείς να πεις τι βλέπεις… όχι! Σημασία έχει ότι βλέπεις. Είσαι ένας βουβός ποιητής, αυτό είσαι!»[v].

Είναι πράγματι φανερό το στοιχείο του μεταφυσικού το οποίο αξιοποιεί εδώ ο Αργύρης Χιόνης, αυτό το προπαρελθόν και η ανάμνηση ενός επάλληλου κόσμου αποτελεί χαρακτηριστικό και της ποίησης του, όλα του τα ποιήματα απηχούν ιστορίες μιας παλιάς εποχής που δεν ήρθε ακόμα[vi], πρόκειται για κόσμους που καταργούν τα φράγματα της λογικής και ξεπερνούν τα όρια του φανταστικού. Η ποιητικότητα της γλώσσας του Αργύρη Χιόνη που είναι χαρακτηριστική και στο πεζογραφικό του έργο, φαίνεται να συνταιριάζει μοναδικά φύση και πραγματικότητα, την ύπαρξη μέσα στον ιστορικό τρισδιάστατο χρόνο.

Οι ήρωες όμως του Αργύρη Χιόνη στο Μήνυμα δεν μπορούν ποτέ να φτάσουν στην αποκαλυπτική στιγμή, στην επιφάνεια, δε κατορθώνουν να θυμηθούν, να δράσουν, ωστόσο προσπαθούν να ανακαλέσουν το μήνυμα ή ιστορίες από τη ζωή τους, από το παρελθόν τους, και αυτό ακριβώς το αδιέξοδο, του να μη μπορείς να πεις τι βλέπεις ή αυτό που προσπαθείς μάταια να δεις, είναι που οδηγεί στο συναίσθημα του παραλόγου, όπως το ορίζει ο Albert Camus:

«Μέσα σε ένα σύμπαν στερημένο αίφνης από ψευδαισθήσεις και φώτα, ο άνθρωπος αισθάνεται σα ξένος. Βρίσκεται σε μια εξορία οριστική και αμετάκλητη, αφού δεν έχει τις αναμνήσεις μιας χαμένης πατρίδας ούτε την ελπίδα μιας γης της επαγγελίας. Η διάζευξη του ανθρώπου από τη ζωή του, του ηθοποιού από το σκηνικό του, αυτό ακριβώς είναι το συναίσθημα του παραλόγου»[vii].

Αν λοιπόν το Περιμένοντας τον Γκοντό του Samuel Beckett είναι μια αρνητική παραβολή για τον δίχως νόημα άνθρωπο[viii], τον αποσπασμένο από τον κόσμο άνθρωπο, έτσι και το Μήνυμα του Αργύρη Χιόνη είναι ένας αρνητικός μύθος για τον χωρίς μήνυμα άνθρωπο. Ένας απομυθοποιημένος μύθος, μια ιστορία δυο αγγελιαφόρων χωρίς αγγελία. Δεν έχει σημασία να δοθεί κάποια ερμηνεία για το μήνυμα όσο να κατανοήσουμε επαρκέστερα το μηχανισμό με τον οποίο λειτουργούν τα πρόσωπα μέσα στο κείμενο, να διεισδύσουμε στους εκφραστικούς τρόπους και τις αφηγηματικές επισημάνσεις του συγγραφέα μέσα στο έργο του. Και οι δυο συγγραφείς λοιπόν αντιστρέφουν τα πράγματα για να μιλήσουν για την ανθρώπινη ύπαρξη που δεν έχει πια νόημα ύπαρξης, για όντα που είναι μη όντα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[i] Αργύρης Χιόνης, Το μήνυμα και άλλες δυο φάρσες, Κίχλη, Αθήνα 2009. [ii] Αργύρης Χιόνης, όπ.π.
[iii] Βάσος Βαρίκας, Κριτική Θεάτρου επιλογή 1961 – 1971, Αθήνα 1972, σ. 315.
[iv] Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου, Σάμουελ Μπέκετ : η εμπειρία της υπαρξιακής οδύνης, Φιλιππότης, Αθήνα 1980, σ. 19 – 36.
[v] Αργύρης Χιόνης, όπ.π. σ. 50.
[vi] Ηλίας Κεφάλας, Ο ηδυσμένος λόγος του Αργύρη Χιόνη στο : http://www.diapolitismos.gr/epilogi/viewkeimeno.php?id_atomo=13&id_keimeno=48
[vii] Αλμπέρ Καμύ, Ο μύθος του Σίσυφου. Δοκίμιο για το παράλογο, μεταφρ. Νίκη Καρακίτσου – Μαρία Κασαμπάλογλου, Καστανιώτης, Αθήνα 2007, σ. 20.
[viii] Δοκίμιο του Γκυντέρ Αντερς Είναι χωρίς χρόνο: Σχετικά με το έργο του Μπέκετ Περιμένοντας τον Γκοντό μετφρ. Μίλτος Φραγκόπουλος στο: Σάμουελ Μπέκετ, Περιμένοντας τον Γκοντό, μετφρ Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου, Ύψιλον/ Βιβλία, Αθήνα 1994, σ. 109 – 110.


Δεν υπάρχουν σχόλια: