Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

"Ενας χρόνος μετά, πολλά χρόνια πίσω" του Χρήστου Λάσκου ("Εφημερίδα των Συντακτών", 27/1/2016 & http://rednotebook.gr, 29 Ιαν 2016)

.........................................................



Ένας χρόνος μετά, πολλά χρόνια πίσω

 του Χρήστου Λάσκου





Θα ήθελα, στο σημερινό μου άρθρο, να ξεκινήσω απαντώντας στα ερωτήματα που έθεσε η «Εφ.Συν.» στο αφιέρωμα του περασμένου Σαββάτου για τον ένα χρόνο από την 25η Ιανουαρίου του 2015. Απαντώντας, βέβαια, τρόπος του λέγειν, με την έννοια πως θα χρειαστούν πολλοί τόμοι και χιλιάδες σελίδες για να αποτιμηθεί το Συμβάν και η ιστορία του.
Ετσι, οι απαντήσεις θα είναι λίγο σαν αυτές που δίνουμε στο διάσημο ερωτηματολόγιο του Προυστ.
Υπήρχε συγκροτημένο σχέδιο για τη σκληρή διαπραγμάτευση;
Ο,τι υπήρχε συλλογικά επεξεργασμένο ποτέ δεν επιχειρήθηκε να εφαρμοστεί. Οι αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που αντιλαμβάνονταν τη διαπραγμάτευση ως «μεγάλη κοινωνική και πολιτική σύγκρουση», παραμερίστηκαν στο όνομα της ενορχήστρωσης των νταουλιών, προκειμένου η Μέρκελ να συνθηκολογήσει μέρα μεσημέρι.
Μπορεί να υπάρξει τέτοιο σχέδιο εντός των ασφυκτικών κανόνων της ευρωζώνης;
Το ερώτημα είναι, νομίζω, αν μπορεί να υπάρξει τέτοιο σχέδιο γενικώς. Εντός ή εκτός. Η απάντηση του παλιού ΣΥΡΙΖΑ ήταν πως ναι, μπορεί να εφαρμοστεί ένα σχέδιο αντιλιτότητας και αντίστροφης αναδιανομής εισοδήματος και πλούτου. Με μερικές θεμελιώδεις προϋποθέσεις, τις οποίες όλοι ρητά συνομολογούσαν.
Οπως την ανάγκη εμπλοκής μεγάλου αριθμού ανθρώπων στην προσπάθεια παραγωγικού και κοινωνικού μετασχηματισμού. Την ακύρωση της «ανάθεσης».
Τη συνειδητή και αδιάλλακτη άρνηση του κυβερνητισμού και του κρατισμού. Την απόφαση, όπως γράφαμε μαζί με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο –και οι πάντες συμφωνούσαν–, πως δεν θα αποτελέσει η απειλή «εξόδου» λόγο υπαναχώρησης, στο μέτρο που η συνέχιση της μνημονιακής λαίλαπας από ένα σημείο κι έπειτα, ακόμη και με κλασικές μεθόδους κόστους/ωφέλειας, θα αποδεικνυόταν περισσότερο επιζήμια από την εγκατάλειψη της ευρωζώνης [1].
Ο συμβιβασμός για ένα νέο μνημόνιο ήταν «μονόδρομος»;
Οχι. Πολύ περισσότερο –κι εδώ αναφύονται και θέματα ηθικής τάξης– που όλη η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ επί πέντε χρόνια κατεξοχήν βασίστηκε στην αποδόμηση των καθεστωτικών ιδεών περί «μονοδρόμου». Τις οποίες, όταν επικαλούνταν οι πολιτικοί του αντίπαλοι, καταγγέλλονταν ως μερκελιστές ή κοινωνικοί εγκληματίες.
Ποια ήταν τότε η εναλλακτική;
Η ερώτηση έχει νόημα όχι για τη 12η Ιουλίου, στο μέτρο που το καταληκτικό αδιέξοδο της διαπραγμάτευσης σε μεγάλο βαθμό καθορίστηκε από όσα έγιναν –και, κυρίως, όσα δεν έγιναν έως τότε. Θυμίζω μερικά από τα σίγουρα, όπως διακηρύσσονταν προς της 25ης Ιανουαρίου:
Αμεση κατάργηση της «καρδιάς» του μνημονίου με την επαναφορά των εργασιακών σχέσεων και του κατώτατου μισθού στο προμνημονιακό καθεστώς, δημόσιος έλεγχος του τραπεζικού συστήματος, άμεση νομοθέτηση ενός φορολογικού σχεδίου ενίσχυσης των κατώτερων τάξεων. Με όπλα, μεταξύ άλλων, τον έλεγχο της κίνησης κεφαλαίων και τη στάση πληρωμών.
Νομίζω, μάλλον βάσιμα, πως αυτά που δεν έγιναν εξηγούν αυτό, που, τελικά, έγινε. Που δεν ήταν η παραίτηση της κυβέρνησης, αλλά η εξαναγκαστική υιοθέτηση του μνημονίου!
Επειδή, λοιπόν, έτσι περίπου έγιναν τα πράγματα η κυβέρνηση δεν έχει πλέον να επικαλεστεί ούτε ένα θετικό, «ενεργητικό» επιχείρημα, που να υποστηρίζει την ασκούμενη πολιτική με οποιαδήποτε αριστερή έννοια. Ούτε ένα!
Η δε διαρκής επίκληση της υποτιθέμενης νομιμοποίησης από την ετυμηγορία ενός απελπισμένου εκλογικού σώματος στις 20 Σεπτεμβρίου συνιστά προπέτεια και μάλιστα εξαιρετικά αποκρουστική: Συμφωνήσατε. Γιατί, λοιπόν, φωνάζετε;
Νομίζω, όμως, πως ο καλύτερος δείκτης απολογισμού τού τι συνέβη τον τελευταίο χρόνο δεν θα βρεθεί στον χώρο της εμβριθούς, βαθιάς πολιτικής ανάλυσης.
Οσο κι αν αναπτυχθούν τα επιχειρήματα φίλων κι εχθρών, συμμάχων και αντιπάλων, εναπομεινάντων και αποχωρησάντων, πάντοτε θα υπάρχει κάτι που θα «διαφεύγει», ένα διάκενο, στο οποίο θα μπορεί να προσφεύγει ο καθείς, για να επιμείνει στην άποψή του.
Αυτό που είναι αναμφισβήτητο και βοηθάει, εν τέλει, καθοριστικά στον απολογισμό είναι ένα εμπειρικό, άμεσο δεδομένο της αντίληψης, οποιουδήποτε δεν εθελοτυφλεί. Πρόκειται για την κατάσταση του «ψυχισμού», των συναισθημάτων εκατομμυρίων ανθρώπων, της πολύ μεγάλης πλειοψηφίας στη χώρα.
Συναισθήματα απόγνωσης υπαρξιακού τύπου, συναισθήματα μεγάλου φόβου για το μέλλον, μηδενικές προσδοκίες για τους φτωχούς -και τον κόσμο της εργασίας συνολικά- διαμορφώνουν τα «πάθη της ψυχής» μας, αυτόν τον άγριο Ιανουάριο του 2016.
Πόσο διαφορετικά ήταν όλα έναν χρόνο πριν, όταν βασίλευαν η προσμονή, η ελπίδα, η βούληση να κάνουμε «αυτό που πρέπει να γίνει», προκειμένου να τελειώσουμε με τον ζόφο μιας πενταετίας. Το «φτάνει πια», που φαινόταν εφικτό πρόταγμα και, μαζί, η δυνατότητα να αλλάξουμε τη ζωή.
Σήμερα, για τους πολύ περισσότερους φαίνεται πως δεν «έφτασε» ό,τι τους είχε ήδη ρημάξει τη ζωή.
Το συγκεκριμένο παράθυρο της ελπίδας έκλεισε για ένα απροσδιόριστο, αλλά μάλλον μακρινό μέλλον. Με τους ίδιους να μετατρέπονται, με τον πιο ακραίο τρόπο, σε πειραματόζωα εφαρμογής της νέας φάσης του διαχρονικού Δόγματος του Σοκ, που διαλύει από καιρό δεκάδες κοινωνίες ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο.
Υπάρχει πιο καθαρός και βάσιμος απολογισμός από την εκτεταμένη κοινωνική απελπισία;


[1] Χρήστος Λάσκος – Ευκλείδης Τσακαλώτος, 22 πράγματα που μας λένε για την ελληνική κρίση και δεν είναι έτσι, ΚΨΜ, 2012, σελ. 213-120 (κεφ. 21: Είμαστε χαμένοι χωρίς το ευρώ;)

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών, 27/1/2016

Δεν υπάρχουν σχόλια: