.............................................................
ΟΙ ΑΔΕΙΕΣ ΚΑΡΕΚΛΕΣ
Μη βιαστεί από ’σας κανένας σ’ ένα φόρτε της ψυχής του
για τον κόσμο που δεν έρχεται εδωδά να λυπηθεί
τον καημένο καλλιτέχνη, γιατί πλάνη δεν υπάρχει,
μες στον κόσμο, μεγαλύτερη απ’ αυτή.
Στην ουσία, λυπημένες είναι μόνο οι καρέκλες.
Με της γνώμης μου το θάρρος, φανερώνω το γιατί,
γιατί εδώ και κάτι μέρες, έχουν, οι κατακαημένες,
τα τριψίματα των κώλων στερηθεί.
Γιατί αυτός που την κιθάρα του ποτέ δεν καταθέτει,
γκάρισμα να `ν’ η λαλιά του κι όχι ανθρώπινη μορφή
και ταλέντο να μην έχει, θα πετύχει αν διαθέτει,
αν διαθέτει γαϊδουρίσια υπομονή.
Κι όμως, κατά βάθος ίδιος, ίδιος και σεμνός θα μείνει.
Κι όσοι είχαν περιθάλψει τα τραγούδια του, παλιά,
απ’ το μπρούσκο της καρδιάς του που το λέν’ ευγνωμοσύνη,
θα `χουν από μια μεγάλη κουταλιά.
Αρκετή για να φουσκώνουνε περήφανα το στήθος
κι απ’ τους άλλους να εξέχουν πέντε πόντους πιο ψηλοί
αφού είχαν επιδείξει γενναιότητα και ήθος,
ένα "μπράβο, φίλε", μέσα στη σιωπή.
Και βεβαίως, δεν το ξέρω αν, δαφνοστεφανωμένος
σαν στιφάδο, θα του φαίνεται ο κόσμος πιο γλυκός.
Ένα ξέρω, οι καρέκλες οι καημένες, ορισμένως,
θα `ναι πια ευτυχισμένες, διαρκώς.
[Από το λεύκωμα Η νύχτα ήταν πάλι κάπου αλλού]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου