.............................................................
Σε καιρό πανούκλας
έγραψε ο Χρήστος Μαγκλίνης* ("Εφημερίδα των Συντακτών", 24.1.2022)
Έρχεται επιτέλους η στιγμή που αισθάνομαι ότι μια πρωινή βόλτα στο κέντρο της πόλης μου θα ήταν χρήσιμη και αναζωογονητική για το υπόλοιπο της ημέρας. Είναι μια συνήθεια που απολαμβάνω συχνά μέσα στην εβδομάδα ώστε να νιώσω τον «παλμό» του Αγρινίου.
Βγαίνοντας έξω, φοράω την προστατευτική μάσκα, υιοθετώντας ενστικτωδώς τη συμπεριφορά όλων των υπόλοιπων (ή τουλάχιστον των περισσότερων) περαστικών. Τη χρήση της μάσκας την αισθάνομαι σαν κάτι αρκετά φυσιολογικό, σαν να φορώ τα ρούχα μου, και η σκέψη μου δυσκολεύεται να επιστρέψει στις ξέγνοιαστες μέρες πριν από τον Μάρτιο του 2020, λες και εκείνες οι μέρες ήταν οι αφύσικες.
Δίχως βιασύνη, σε ρυθμό περιπλάνησης, ανεβαίνω την οδό Παπαστράτου χαιρετώντας προσφιλή πρόσωπα. Καμιά φορά, με τη μάσκα στο πρόσωπο, είτε τυγχάνει να μην αναγνωρίσω κάποιον, είτε να μη γίνω αντιληπτός. Το βέβαιο είναι ότι αν κοντοσταθούμε με κάποιον και μιλήσουμε, η μάσκα δεν κατεβαίνει από το πρόσωπο. Σε αυτό το σημείο, η χειραψία είναι επίσης κάτι που αισθάνομαι συνεχώς ότι μου λείπει. Συνήθιζα να δίνω το χέρι μου εγκάρδια ακόμη κι αν έχω συναντηθεί με κάποιον μόλις χθες. Η συνένωση των αγκώνων ή των γροθιών, αυτή η άχαρη πράξη δήθεν επικοινωνίας, έχει πλέον αντικαταστήσει τη χειραψία και όλοι μάλλον νιώθουμε σαν να υπήρχε από πάντα.
Οταν πλέον καθίσω σε κάποιο καφέ και αφού δείξω στον σερβιτόρο τα απαραίτητα πιστοποιητικά για να έχω δικαίωμα να καθίσω εκεί, είμαι ελεύθερος να βυθιστώ στις σκέψεις μου απολαμβάνοντας τον ήλιο που λούζει γενναιόδωρα την πόλη στο μέσον του χειμώνα.
Παρατηρώ τον κόσμο γύρω μου να συζητά απολαμβάνοντας το ρόφημά του. Αλλους που χαζεύουν στο κινητό τους, άλλους που κουβεντιάζουν εύθυμα και άλλους που συζητούν για θέματα που από την έκφραση του προσώπου τους δείχνουν σημαντικά. Οπως και να ’χει, τις τελευταίες εβδομάδες το αυτί μου αγκιστρώνεται άθελά μου σε λέξεις όπως «εμβόλιο», «δόση» ή «Ομικρον». Δεν μπορώ να παρακολουθήσω όλη τη συζήτησή τους. Μονάχα οι λέξεις αυτές ξεχωρίζουν ανάμεσα στις διάφορες φωνές. Και αυτές οι λέξεις ενίοτε μονοπωλούν την κουβέντα ή καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος σε μια συνάντηση ανθρώπων σε ένα καφέ, ενώ αρνούνται να ξεθωριάσουν ακόμα και τώρα που αισίως βρισκόμαστε στο 2022. Νιώθω πως οι λέξεις αυτές είναι περισσότερο από καθημερινότητα για εμάς. Είναι η ζωή μας. Εχουμε προσαρμοστεί πλήρως σε αυτό που μας συμβαίνει.
Αφού αποχωρήσω με παράπονο, στον δρόμο μου θα αντικρίσω τεράστιες ουρές ανθρώπων που έχουν σχηματιστεί έξω από κάποιο φαρμακείο το οποίο διενεργεί ελέγχους για κορονοϊό. Οι άνθρωποι περιμένουν υπομονετικά. «Ψυχραιμία», είναι ο τίτλος του κύριου άρθρου μεγάλης εφημερίδας.
Γυρίζω πίσω μπερδεμένος. Κλείνω την πόρτα του γραφείου μου και κατεβάζω από τη βιβλιοθήκη το βιβλίο του Καμί «Η πανούκλα», αναζητώντας μια ερμηνεία στις σελίδες του «παράλογου» αυτού μυθιστορήματος. Στη σελίδα 207 έχω σημειώσει τα λόγια του Γάλλου συγγραφέα που γράφτηκαν εδώ και 74 χρόνια: «Οι συμπολίτες μας υποτάχτηκαν, προσαρμόστηκαν που λέει ο λόγος, επειδή δεν μπορούσαν να κάνουν κι αλλιώς. Εξακολουθούσαν, φυσικά, να δείχνουν ότι δυστυχούν και υποφέρουν, μα δεν ένιωθαν πια οξύ πόνο. Αλλωστε, ο γιατρός Ριέ πίστευε πως αυτό ακριβώς ήταν η δυστυχία και πως η συνήθεια της απελπισίας είναι τελικά χειρότερη κι από την ίδια την απελπισία».
* φοιτητής, δημιουργός ντοκιμαντέρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου