.............................................................
ΕΜΙΛΥ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ (1830 - 1886)
Αργά πηγαίναμε...
έκανε ο Θάνατος για χάρη μου μια στάση –
μόνο για Μας είχε τ’ Αμάξι του ετοιμάσει
και την Αθανασία.
Αργά πηγαίναμε – χωρίς βιάση καμμία
κι εγώ στην τόση του αβρότητα μπροστά
άφησα κατά μέρος κάθε ανεμελιά
και κάθε μου εργασία –
Περάσαμε άλση – αγρούς – λειβάδια έξω στη φύση
– τον ουρανό τα στάχυα αγέρωχα αγναντεύαν –
σχολειά περάσαμε – τ’ αγόρια πώς παλεύαν –
του Ήλιου τη νέα τη Δύση –
ή μάλλον μας προσπέρασε εκείνη –
τρέμιζε η πάχνη η παγερή στο δειλινό –
τούλι με τύλιγε – μ’ έναν ιστό απαλό
μι’ αραχνη μ’ είχε ντύσει –
φτάσαμε τέλος σ’ έναν λόφο τόσο δα
που δεν ξεχώριζε σχεδόν από το Χώμα –
σκεπή και πρόστεγο βαλμένα σ’ ένα δώμα
τον λάκκο εκεί σκεπάζουν.
Μυριάδες χρόνια πέρασαν – μα λίγα μοιάζουν
εμπρός σ’ εκείνη την Ημέρα που νοερά
προς την Αιωνιότητα είδα – πρώτη μου φορά –
τ’ Άλογα να καλπάζουν.
ΕΜΙΛΥ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ
(μτφ. Κώστας Κουτσουρέλης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου