Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2017

"Σχετικά με τα ψάρια" διήγημα του Άντον Τσέχωφ (μτφ. Γιώργος Τσακνιάς, εκδ. στιγμή, 2015)

..............................................................







 Άντον Τσέχωφ (1860 - 1904)













·       Σχετικά με τα ψάρια

 (μτφ. Γιώργος Τσακνιάς, εκδ. στιγμή, 2015)


Μια περιεκτική πραγματεία περί του υγρού στοιχείου

   ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ – εξαιρετικά προοδευτικό – άρθρο μας, το αφιερώνουμε στις δυστυχείς παραθερίστριες, που έχουν το συνήθειο να κάθονται από τη μια άκρη του καλαμιού, ενώ από την άλλη βρίσκεται η πετονιά και το σκουλήκι… Προσφέρουμε (σημειωτέον, δωρεάν!) μια πλήρη πραγματεία με συμβουλές προς τους ψαράδες. Για να προσδώσουμε δε στην εργασία μας μεγαλύτερη σοβαρότητα κι επιστημονικότητα, την κατανέμουμε βαθυστόχαστα σε παραγράφους και σημεία.
………………………………………………………………………………………….
   1)Το ψάρεμα διεξάγεται στους ωκεανούς, τις θάλασσες, τις λίμνες, τα ποτάμια, τα φράγματα, όσον αφορά δε στα περίχωρα της Μόσχας, και σε λακκούβες και χαντάκια.
   Σημείωση: Τα μεγαλύτερα ψάρια ψαρεύονται στα ιχθυοπωλεία.
   2) Το ψάρεμα πρέπει να γίνεται μακριά από κατοικημένες περιοχές, αλλιώς κινδυνεύεις να πιάσεις από το πόδι καμιά λουομένη παραθερίστρια ή και ν’ ακούσεις τη φράση: «Ποιος σας έδωσε το δικαίωμα να ψαρεύετε εδώ πέρα; Ή, μήπως, έχετε όρεξη για σφαλιάρες;».
   3) Προτού ρίξεις την πετονιά, πρέπει να βάλεις στο αγκίστρι το κατάλληλο δόλωμα, ανάλογα με το ψάρι… Μπορείς να ψαρέψεις και χωρίς δόλωμα, αφού ούτως ή άλλως δεν θα πιάσεις τίποτα.
   Σημείωση: Οι νόστιμες παραθερίστριες, που κάθονται με την πετονιά στην όχθη με αποκλειστικό σκοπό να τραβήξουν την προσοχή των εργένηδων, μπορούν να ψαρεύουν και χωρίς δόλωμα. Οι όχι και τόσο νόστιμες, όμως, παραθερίστριες είναι υποχρεωμένες να χρησιμοποιήσουν δόλωμα: εκατό – διακόσιες χιλιάδες ή κάτι ανάλογο…
   4) Όταν κάθεσαι με την πετονιά μην κουνάς τα χέρια, μη χτυπάς τα πόδια και μη φωνάζεις «βοήθεια!», γιατί τα ψάρια δεν αγαπούν τη φασαρία. Το καθαυτό ψάρεμα δεν απαιτεί ιδιαίτερη τέχνη: αν ο φελλός είναι ακίνητος, αυτό σημαίνει πως δεν τσιμπάει ακόμη· αν κουνιέται, μπορείς να πανηγυρίζεις: αρχίζουν να γεύονται το δόλωμά σου· αν όμως πήγε στον πάτο, μην μπεις σον κόπο να τραβήξεις, αφού ούτως ή άλλως δε θα βγάλεις τίποτα.
…………………………………………………………………………………………..
   Βρίσκουμε πως διεξήλθαμε αρκούντως αυτή την πλευρά της πραγματείας μας (δεν έμεινε τίποτα στον πάτο). Την ερχόμενη φορά θ’ αποσαφηνίσουμε με σπαρταριστές λεπτομέρειες το ερώτημα ποιων ειδών ψάρια μπορεί κανείς να πιάσει φρέσκα και σπαρταριστά στα θολά νερά της Μόσχας.
…………………………………………………………………………………………..
   Στο προηγούμενο τεύχος του περιοδικού Ξυπνητήρι στο εξοχικό, ξεπετάξαμε το θέμα των μεθόδων του ψαρέματος με άφθαστη εμβρίθεια και απίστευτη πολυμάθεια. Ας περάσουμε λοιπόν τώρα στο τμήμα εκείνο της πραγματείας μας όπου γίνεται λόγος για τις ποικιλίες των ψαριών:
   a)Λούτσος: ψάρι ούτε όμορφο ούτε νόστιμο, αλλά συνετό, θετικό, που εμμένει στα δικά του, λουτσίσια δικαιώματα. Καταβροχθίζει οτιδήποτε βρεθεί στο δρόμο του: ψάρια, καραβίδες, βατράχια, πάπιες, παιδάκια… Ένας λούτσος μόνος του τρώει πολύ περισσότερα ψάρια από όσα όλοι μαζί οι θαμώνες της ταβέρνας του Γιεγκόρωφ. Δεν είναι ποτέ χορτάτος και παραπονιέται αδιάκοπα πως οι δουλειές είναι πεσμένες. Όταν του υποδεικνύουν την απληστία του και τη δυσάρεστη θέση των μικρών ψαριών, εκείνος λέει: «Μίλα μου λίγο ακόμα, έτσι θα πέσεις ζωντανός στο στομάχι μου!» Όταν βέβαια η σχετική υπόδειξη τού γίνει από κάποιον ανώτερο, απαντά: «Ααα, πατερούλη, γι’ αυτό μωρέ δεν έχει πια ψαράκια; Ε, έτσι είναι αυτά, κανονισμένα από καταβολής κόσμου, για να ‘μαστε εμείς οι λούτσοι πάντα χορτάτοι». ‘Όταν  τον απειλούν πως θα τον καταγγείλουν στις εφημερίδες, εκείνος λέει: «Κι εγώ σας έχω γραμμένους!».
b) Μύλλος:  το ψάρι-διανοούμενος. Ιπποτικός, άνετος, όμορφος και με φαρδύ μέτωπο. Είναι μέλος αρκετών φιλανθρωπικών συλλόγων, διαβάζει τον Νεκράσωβ αισθαντικά, κατακρίνει τον λούτσο, παρ’ όλα αυτά όμως καταβροχθίζει τα ψαράκια με τη ίδια ακριβώς όρεξη, όπως ο λούτσος. Τον αφανισμό, εξάλλου, των γοβιών και της μαρίδας τον θεωρεί αναπόφευκτο κακό, μια αναγκαιότητα της εποχής… Όταν σε φιλικές συζητήσεις του καταλογίζουν διάσταση μεταξύ λόγων και έργων. Αναστενάζει και λέει:
   «Τι να κάνουμε, πατερούλη! Οι γοβιοί δεν είναι ακόμη ώριμοι για μια ακίνδυνη ζωή, κι ως εκ τούτου, με αντιλαμβάνεστε, αν σταματήσουμε να τους τρώμε, τι τέλος πάντων θα τους προσφέρουμε ως αντάλλαγμα;».
c) Μουρούνα: βαρειά, δυσκίνητη και φλεγματική σαν ταμίας θεάτρου. Ξακουστή για το πελώριο συκώτι της, εξ ου και οι φήμες πως είναι γερός πότης. Ζει κάτω από τα κούτσουρα και τρώει τα πάντα.  Αν και εκ φύσεως αρπακτική, ξέρει να αρκείται στα ψοφίμια, τα σκουλήκια και τα χόρτα. «Σε όλα πια θα μοιάσουμε στους λούτσους και στους μύλλους; Ό,τι έχουμε, τρώμε. Και λέμε κι ευχαριστώ». Έτσι και πιαστεί στο αγκίστρι, βγαίνει από το νερό σαν κούτσουρο, χωρίς να προβάλει καμιά διαμαρτυρία… Αυτή τα έχει όλα γραμμένα…
d) Πέρκα: όμορφο ψαράκι με αρκετά κοφτερά δόντια. Αρπακτικό. Τα αρσενικά γίνονται θεατρικοί επιχειρηματίες, ενώ τα θηλυκά δίνουν συναυλίες.
e) Σαργός: ον επιτήδειο και σβέλτο, που φαντάζεται πως η φύση του χάρισε «προνόμια» για να προστατεύεται από τους λούτσους και τους μύλλους, και παρ’ όλα αυτά πρόθυμα πέφτει κι αυτός στη σούπα.
f) Κυπρίνος: κάθεται στα βαλτόνερα, πλήττει και περιμένει πότε θα τον χάψει ο λούτσος. Έχει παιδιόθεν ανατραφεί με την ιδέα ότι αξίζει μόνο στην ψητή του μορφή. Την παροιμία «γι’ αυτό είναι ο λούτσος στη θάλασσα, για να μην πλήττει ο κυπρίνος», την αντιλαμβάνεται με την έννοια την ευνοϊκή για τον λούτσο…
   - Μέρα και νύχτα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να ευαρεστήσουμε τον αφέντη τον λούτσο… Χωρίς τις ευεργεσίες του…
g) Γοβιός: προθυμότατος επισκέπτης των δανειστικών ταμείων, των κακών θερινών διασκεδάσεων και των θυρωρείων. Είναι υπάλληλος στην οδό Μοσκόφσκι-Κούρσκι, συντάσσει ευχαριστήριες προσφωνήσεις στους λούτσους και εργάζεται νυχθημερόν για να καλοπερνάνε οι μύλλοι.
h) Χάννος:  μικρό, χτικιάρικο ψαράκι, που είτε περνάει την άχαρη ζωή του κομπάρσου, είτε προμηθεύει χοντρές εφημερίδες με κακές μεταφράσεις. Καταβροχθίζεται σε μεγάλες ποσότητες από τον λούτσο και την πέρκα. Τα θηλυκά τα συντηρούν οι μουρούνες και οι τίλωνες.
i) Τίλων: ψάρι τεμπέλικο, μυξιάρικο και καχεκτικό, με μαυροπράσινη στολή, υπάλληλος μέχρι να φτάσει στη σύνταξη. Ρουφάει ταμπάκο με το ένα ρουθούνι κι όλο κοιτά πώς θα εξαπατήσει τον κυπρίνο.
k) Μαρίδα: ψαρεύεται με μύγες για δόλωμα. Ζήτουλας.
l) Αβραμίδα: έχει ταβέρνες στους μεγάλους δρόμους και αναλαμβάνει εργολαβίες. Προσποιείται πως ψάχνει για νηστήσιμο φαγητό. Άμα χάψει κάνα ψαράκι, κλείνει γρήγορα τα σαγόνια, να μην την πάρουν χαμπάρι τ’ «αφεντικά»…

Δεν υπάρχουν σχόλια: