Κυριακή 30 Απριλίου 2017

"Ο βασιλιάς, το φίδι και το ποντίκι" Ένα παραμύθι της Παυλίνας Παμπούδη από τα «Δεκαπεντέμισι κάπως περίεργα παραμύθια» (εκδ. «Κέδρος», 1978)

.............................................................







·        

  Παυλίνα Παμπούδη

           (γ. 1948)










Ο βασιλιάς, το φίδι και το ποντίκι


Ένα παραμύθι της Παυλίνας Παμπούδη από τα «Δεκαπεντέμισι κάπως περίεργα παραμύθια» (εκδ. «Κέδρος», 1978)





   Μια φορά, ήταν ένας βασιλιάς που κυβερνούσε σοφά και δίκαια, ολομόναχος τον εαυτό του.
   Το παλάτι του βρισκόταν βαθιά στην έρημο και δεν το ήξερε κανένας.
   Τα μόνα ζωντανά πλάσματα στην περιοχή ήταν ένα φίδι κι ένα ποντίκι που είχαν και τα δυο θλιβερή ιστορία:
   Το φίδι, ήταν κάποτε ένα όμορφο ποντικάκι, αλλά κάποιος κακός μάγος το καταράστηκε να γίνει φίδι.
   Το ποντίκι, ήταν κάποτε ένα χρωματιστό λαμπερό φιδάκι που μια κακή μάγισσα το καταράστηκε να γίνει ποντίκι.
   Έτσι, και τα δύο κατέφυγαν στην έρημο για να κρύψουν την ντροπή για την κατάντια τους, κι εκεί συναντήθηκαν και γίναν φίλοι.
   Ο βασιλιάς όμως δεν τα είχε δει ποτέ του, γιατί ήταν πάντα πολυάσχολος και δεν του έμενε καιρός για περιπάτους.
   Κάθε πρωί ξυπνούσε, φορούσε γρήγορα γρήγορα μια στολή σαλπιγκτή, ανέβαινε τρέχοντας στον ψηλότερο πυργίσκο του παλατιού και σάλπιζε εγερτήριο.
   Αμέσως μετά, κατέβαινε τρέχοντας, φορούσε γρήγορα γρήγορα μια στολή υπηρέτη, έβγαινε απ’ το δωμάτιό του, χτύπαγε με ευγένεια την πόρτα και ξανάμπαινε.
   Αμέσως, φορούσε τη στολή του βασιλιά και ξανάβγαινε απ’ το δωμάτιο με αργό, επιβλητικό βήμα για να κατέβει στη μεγάλη τραπεζαρία.
   Εκεί, φορούσε γρήγορα γρήγορα μια ποδιά κι ένα σκούφο αρχιμάγειρα και ετοίμαζε στην κουζίνα γάλα, καφέ, φρυγανιές κι αυγά με μπέικον.
   Μετά, φορούσε μια στολή αρχισερβιτόρου και σερβίριζε με σεβασμό το πρόγευμα στο τραπέζι.
   Μετά, ξαναντυνόταν με τη στολή του βασιλιά κι έτρωγε με την ησυχία του.
   Σε μισή ώρα περίπου, φορούσε γρήγορα γρήγορα ρούχα υπηρέτριας, μάζευε τα άδεια πιάτα και σήκωνε το τραπέζι.
   Μετά, φορούσε πάλι τη στολή του βασιλιά και κατέβαινε με αργό επιβλητικό βήμα στο παρεκκλήσι του παλατιού. Εκεί, γδυνόταν άψε σβήσε, και φορούσε τα άμφια του Αρχιερέα για να τελέσει την πρωινή δοξολογία.
   Όταν τελείωνε κι αυτό, ξαναντυνόταν και πήγαινε στους στρατώνες για επιθεώρηση. Μόλις έφτανε, φορούσε γρήγορα γρήγορα στρατιωτική στολή και έκανε μια μεγαλοπρεπή παρέλαση.
   Αργότερα, κλεινόταν στην Βιβλιοθήκη κι έφτιαχνε νόμους.
   Τα βράδια διοργάνωνε δεξιώσεις στις οποίες μεταμφιεζόταν κατά σειρά, σε θαλαμηπόλο, σε κόμη, σε κόμισσα, σε βαρόνο, σε βαρόνη, σε πρέσβη, σε πρέσβειρα, σε αρχηγό της Αστυνομίας, σε Εθνικό ποιητή, σε διεθνούς φήμης ζωγράφο και σε σερβιτόρους.
   Πάντα οι δεξιώσεις αυτές είχαν μεγάλη επιτυχία.
   Τις Κυριακές, ο βασιλιάς ντυνόταν δικαστής, κλέφτης, καταχραστής, δολοφόνος, δεσμοφύλακας, και έτσι λειτουργούσε και το Δικαστήριο.
   Μια Κυριακή λοιπόν απ’ αυτές, το φίδι και το ποντίκι βρεθήκαν κατά λάθος στην αίθουσα του Δικαστηρίου.
   Μόλις τα είδα ο Δικαστής, έκανε μεγάλες χαρές!
   - Καλώς ήρθατε, καλώς ήρθατε! Αφήστε με να σας δικάσω!
   - Μα δεν κάναμε τίποτα! είπε το φίδι.
   - Το ξέρω, είπε ο Δικαστής, αλλά έτσι συνηθίζεται, σ’ όλα τα βασίλεια του κόσμου. Ελάτε, χωρίς πολλά λόγια. Όνομα, ηλικία, επάγγελμα, διεύθυνση. Ορκίζεσθε να πείτε την αλήθεια και μόνο την αλήθεια;
   - Πριτς, είπε το ποντίκι. Ο Δικαστής χωρίς να του δώσει σημασία προχώρησε στην αγόρευση:
   - Κατηγορούμενοι, κατηγορείσθε ότι χμ… παραχαράξατε το εθνικό νόμισμα με αποτέλεσμα χμ… να δημιουργηθεί πληθωρισμός και χμ… να καταστραφούν οικογένειες.
   - Μην τα παραλές, είπε το φίδι.
   - Δεν είναι γουστόζικο παιχνίδι αυτό, πάμε να φύγουμε, είπε το ποντίκι.
   - Σας καταδικάζω σε πρόστιμο, σε φυλάκιση, σε βασανιστήρια, σε θάνατο δι’ αποκεφαλισμού! φώναξε ο Δικαστής προσπαθώντας να κεντρίσει το ενδιαφέρον τους, αλλά αυτοί ήταν αποφασισμένοι να φύγουν.
   - Αν θες μπάρμπα, έλα κι εσύ μαζί μας για μια βόλτα· είναι πολύ ωραία έξω. Είπε ευγενικά το φίδι καθώς γλιστρούσε προς την πόρτα.
   - Πώς τολμάτε, εσείς, ταπεινοί υπήκοοι, να αγνοείτε τη θέλησή Μου και επιπλέον να Μου απευθύνετε τον λόγο με τόση ασέβεια; Ξεχνάτε πως είμαι βασιλιάς; Βροντοφώναξε γεμάτος οργή ο βασιλιάς.
   - Τι είναι βασιλιάς; ρώτησε το ποντίκι με αφέλεια κοντοστέκοντας στην πόρτα.
   - Νομίζω πως είναι ένα παλιό ξόρκι που έχει χάσει σήμερα την μαγική του δύναμη… απάντησε το φίδι που, όσο να ‘ναι, ήξερε από μαγικά.
   Ακούγοντας την απάντηση ο βασιλιάς ένιωσε τέτοια έκπληξη, που μαρμάρωσε!
   Από εκείνη την εποχή, συνέβησαν σε πολλά μέρη του κόσμου παρόμοια επεισόδια.
   Και συμβαίνουν πότε-πότε μέχρι σήμερα.
   Γι’ αυτό υπάρχει τέτοιο πλήθος ανδριάντων και προτομών.
  




Δεν υπάρχουν σχόλια: