...............................................................
Οπαδική λύσσα
του Κωστή Παπαγιώργη
Το
πιο όμορφο ανέκδοτο όχι υπέρ, αλλά κατά του ποδοσφαίρου είναι, απ’ όσο
θυμάμαι, η γκάφα που έκανε ο Μπόρχες παρέα με τον Νερούντα. Ζώντας σε
μια χώρα όπου το ποδόσφαιρο επέχει θέση γήινης θεότητας, οι δύο
συγγραφείς (που δέχονταν καθημερινά προσκλήσεις για να πάνε στο γήπεδο,
αλλά τις απέρριπταν) εδέησαν τελικά να αποδεχθούν την πρόσκληση και να
στρώσουν κώλο στα τσιμέντα. Τι να συζητούσαν οι δύο αστέρες των
γραμμάτων βλέποντας τα πάνω κάτω των δύο ομάδων, ακούγοντας τα συνθήματα
των οπαδών, καθώς το γήπεδο έτριζε κυριολεκτικά από τα ουρλιαχτά της
κερκίδας;
Αυτό δεν το γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε πάντως τι συνέβη στη διακοπή του
ημιχρόνου. Καθώς ο διαιτητής σφύριξε τη λέξη του πρώτου ημιχρόνου, οι
δύο συγγραφείς, κοιτώντας ολόγυρα, έβλεπαν τον κόσμο να σηκώνεται όρθιος
για να ξεμουδιάσει, οπότε κατάλαβαν ότι το ματς «τέλειωσε», άρα ότι το
γήπεδο άνοιξε τις θύρες του για να εξέλθει ο κόσμος. Και όντως το
πνευματικό ντουέτο είπε αντίο στο ανθρωπομάνι και αναχώρησε. Οποία
έκπληξη όμως διαπέρασε τους δύο κατά τύχη «ποδοσφαιρόπληκτους» όταν
επέστρεψαν στα γνωστά τους στέκια και είδαν εμβρόντητους τους φίλους
τους να τους ρωτάνε : «Καλά, δεν κάτσατε να δείτε το δεύτερο ημίχρονο;».
Όσο για τους αντι-μπόρχες που τρελαίνονται με τις ομάδες τους, καθώς
πιστεύουν ότι ο σύλλογός τους είναι κάτι μοιραίο γι' αυτούς, στην
πραγματικότητα πέφτουν θύματα ενός φανατισμού που, μικρός ή μεγάλος,
γίνεται ισόβιο σύνδρομο του οπαδού. Για παράδειγμα η λατρεία ενός παίκτη
σαν τον Δομάζο και τον Λουκανίδη, σαν τον Σιδέρη και τον Μπέμπη, ή σαν
τον Παπαιωάννου και τον Νεστορίδη, είναι κάτι που μπορεί να κατανοηθεί,
αλλά η λατρεία μιας ομάδας που αλλάζει συνεχώς έμψυχο υλικό, προφανώς
βάζει σε υποψίες τον παρατηρητή: τυχαία μήπως το ποδόσφαιρο στις
καθυστερημένες αλλά και στις προοδευμένες χώρες επέχει θέση λαϊκής
θρησκείας;
Ασφαλώς η διαρκής έλξη για μια ομάδα, σιγά σιγά μετατρέπεται σε
λατρεία με παράδοξα κίνητρα. Αν λάβουμε υπόψη μας για παράδειγμα ότι μια
ποδοσφαιρική ομάδα αλλάζει πρόεδρο, προπονητή, ποδοσφαιριστές, αλλά δεν
μπορεί να αλλάξει οπαδούς, τότε από γεννησιμιού μέχρι θανάτου ο παίκτης
μπορεί να μετακινείται σε άλλους συλλόγους διογκώνοντας τον λογαριασμό
του στις τράπεζες, αλλά ο οπαδός ουδέποτε. Κατ’ ουσίαν ταυτότητα της
ομάδας είναι ο ανώνυμος οπαδός, άλλωστε αυτό του παρέχει το δικαίωμα να
ασχημονεί, να παραφέρεται, να δίνει τον δικό του αγώνα με τους οπαδούς
της αντίθετης ομάδας – σπανίως δε, να σκοτώνει. Εν ολίγοις, ο οπαδός
στέκει πάνω απ’ όλους: οι πάντες φεύγουν αργά ή γρήγορα, ο οπαδός μένει.
Ως εκ τούτου, αν ερευνήσουμε τα φυλλοκάρδια του οπαδού, αυτού που
βάζει πρώτα την ομάδα και κατόπιν όλα τα άλλα, δεν αποκλείεται να
ανακαλύψουμε ότι ο φανατισμός του δεν ταυτίζεται ντε και καλά με
κάποιους αθλητές. Κάποιοι έφηβοι που μαχαιρώνονται ή σπάζουν κεφάλια
αντιπάλων (εν ονόματι της ομάδας) δεν μπορούμε να πούμε ότι
μεταμορφώνονται σε φίλαθλους-φρουρούς του οπαδικού κύρους. Άλλωστε το
Χέιζελ ήταν ο βαθμός μηδέν της φιλάθλου ιδιότητας. Δεκάδες κορμιά
τσαλαπατήθηκαν και πήγαν στον αγύριστο επειδή το κράμα αλκοόλ,
φανατισμού, σκονακίων, εξόδου από τα σύνορα, έφτιαξαν ένα κράμα
επιθετικότητας και πολεμικού μένους που στάθηκαν σταθμός για το μέλλον
του βρετανικού ποδοσφαίρου.
Ο οπαδός έχει μεγάλο τάλαντο στην ταύτιση με την ομάδα και τους
ποδοσφαιριστές όπως και στην αποταύτιση μαζί τους όταν η ομάδα χάνει ή
διασύρεται. Όταν για παράδειγμα ο ΠΑΟΚ διασύρεται μέσα στο Καραϊσκάκη με
4-0, τι μπορούν να κάνουν τα παόκια; Απλώς τα βάφουν μαύρα και
αναμένουν καλύτερες μέρες. Αντίθετα οι ερυθρόλευκοι αποκτούν σύνδρομα
μεγάλης ομάδας που ξέρει γιατί νίκησε τους αντιπάλους, αλλά (φευ...) δεν
ξέρει για ποιους λόγους υπέκυψε στο φετινό 4-1...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου