Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2021

"Ζούσαμε κάποτε ασφαλείς στη σκιά κάποιων γιγάντων" γράφει ο Δημήτρης Πολιτάκης (www.lifo.gr, 3.9.2021)

 ...............................................................


Ζούσαμε κάποτε ασφαλείς στη σκιά κάποιων γιγάντων

Ο Μίκης Θεοδωράκης δεν μπορούσε μόνος του. Δεν μπορούσε να μην ασχολείται. Ας του συγχωρήσουμε τις αστοχίες του κι ας κρίνουμε ως θετικό το ότι τελικά δεν κατάφερε να τον οικειοποιηθεί απολύτως καμία παράταξη και καμιά αίρεση. Τα στερνά και τ’ απόστερνα δεν θα μείνουν.






γράφει ο Δημήτρης Πολιτάκης (www.lifo.gr, 3.9.2021)


ΓΝΩΡΙΖΩ ΑΡΚΕΤΑ ΑΤΟΜΑ που ακολούθησαν την ίδια επιπόλαιη διαδρομή, οπότε μπορώ να χρησιμοποιήσω με σχετική στατιστική ασφάλεια το πρώτο πληθυντικό. Μικρότεροι/ες είχαμε επιλέξει αντανακλαστικά και διαισθητικά τον Χατζιδάκι (που εκτός των άλλων, δεν είχε συνδεθεί καθόλου σχεδόν με την φολκλόρ κουλτούρα της μεταπολίτευσης που νιώθαμε να μας καταπιέζει, δεν πολιτευόταν διαρκώς και επίσης δεν είχε πολλά μπουζούκια, γεγονός που έμοιαζε να ανταποκρίνεται ευνοϊκά στις αποκλειστικά σχεδόν ‘ξενόφερτες’ μουσικές προτιμήσεις μας), και μόνο από μια ηλικία και πέρα αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε το μέγεθος του έργου του Θεοδωράκη, πέρα από την κυρίαρχη εικόνα του επιφανούς, επιβλητικού και πανταχού παρόντα μεγαλοσυνθέτη που ευθυνόταν για την διδακτική, όπως την αντιλαμβανόμασταν, μελοποίηση της Μεγάλης Ελληνικής Ποίησης.



Ακόμα και χθες, την ημέρα του θανάτου του, ανακάλυψα τουλάχιστον δυο-τρία αριστουργήματά του που δεν με είχαν αφήσει κάποιες εντελώς ανώριμες προκαταλήψεις να εκτιμήσω στο παρελθόν.



Οι περισσότερες επίσημες ανακοινώσεις για την τεράστια και συντριπτική αυτή εθνική απώλεια (παρότι δεν ήταν και λίγοι όσοι ευχήθηκαν χθες να είχε πεθάνει πριν από το 2018 ή πριν από το 2012 ή και πριν από το 1989 ακόμα) θα μπορούσαν να συνοψιστούν σ’ ένα βροντερό και πένθιμο «Η πατρίς ευγνωμονούσα», μου φάνηκε πάντως ότι, περιέργως ίσως, η πιο συγκεντρωμένη μάλλον και ουσιαστική αποτίμηση του έργου του μπορούσε να βρεθεί χθες στην σχετική ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ:




"Ο Θεοδωράκης πέτυχε να μιλήσει με την υψιπετή ποίηση στη λαϊκή ψυχή, ακόμα και μέσα από απαιτητικές και ασυνήθιστες στο λαϊκό αυτί μουσικές φόρμες, όπως αυτές στο «Άξιον Εστί» του Ελύτη, στο «Επιφάνεια-Αβέρωφ» του Σεφέρη, στο «Πνευματικό Εμβατήριο» του Άγγελου Σικελιανού κ.ά. Στον ποταμό του έργου του συνυπάρχουν σχεδόν όλα τα είδη μουσικής: Οι λαϊκοί δρόμοι και το δημοτικό τραγούδι, αλλά και η αρχαία τραγωδία, το βυζαντινό μέλος, το κλασσικό τραγούδι, η συμφωνική μουσική, τα ορατόρια... Στην περίπτωση του Μίκη Θεοδωράκη συναντήθηκε η καλλιτεχνική ιδιοφυΐα με μια προσωπικότητα ανήσυχη, άγρυπνη και δημιουργική, που ένοιωθε πάντα την ανάγκη να ξεπερνά τον εαυτό της…"





Ό,τι κι αν πει κανείς και μόνο το μέγεθος του έργου, αλλά και της προσωπικότητάς του, κόβουν κάθε περιττή κουβέντα. Αμφιλεγόμενος πολιτικά; Ενσάρκωση του προβλήματος και της σύγχυσης της μεταπολίτευσης που φτάνει μέχρι το χάος στο οποίο έχουμε περιέλθει την τελευταία δεκαετία; Αμετροεπής και αχώνευτος κάποτε; Υπερεκτεθειμένος; Ναι, ναι, ναι, ΟΚ. Η σούμα όμως μας ταπεινώνει όλους.


Παρότι η εποχή του «Χατζιδάκια 'μ, Θοδωράκια 'μ, εσείς τρώτε και πίνετε και μένα με τρώει η αρκούδα» μοιάζει τόσο μακρινή, ακριβής στα υπερθετικά της μοιάζει και η διατύπωση του Διονύση Σαββόπουλου: «Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν παράφορος. Δεν τον χωρούσε ο τόπος. Ξεχείλιζε από μουσική, αιώνια νιάτα, πάθος και ρομαντισμό. Ήταν ένας μεγαλοφυής, ένας λεοντόκαρδος, ένας άνθρωπος αναγεννησιακός. Ένας οικουμενικός άνθρωπος».



Πέτυχα επίσης κι ένα ραδιοφωνικό απόσπασμα του 1978 από τις εκπομπές του Χατζιδάκι στο Τρίτο, όπου εξυμνεί το έτερο μεγάλο Μ με όρους ενός ιδεατού πολιτισμικού τοπικισμού:



Ο Μίκης Θεοδωράκης είναι ένας ποταμός σπανίων μελωδιών που έχει βαθιές τις ρίζες του στον ελλαδικό χώρο και όχι μόνο στην Κρήτη. Από την Κρήτη πήρε την επική μεγαλοστομία και λεβεντιά που σφραγίζει τους ρυθμούς του. Απ’ τα νησιά του Αιγαίου την χάρη και την λεπτεπίλεπτη δεξιοτεχνία, κι από την Βόρεια Ελλάδα τους βαθείς αναστεναγμούς της μουσικής του. Όσοι επιχείρησαν να τον μιμηθούν το μόνο που κατάφεραν να κάνουν ήταν μια μονότονη μπροσούρα που προκαλούσε αθεράπευτη πλήξη και ανία στον ακροατή. Η επανάσταση χωρίς ταλέντο είναι για να κοιμάσαι ασφαλώς, και όχι για να λιθοβολείς.



Ό,τι κι αν πει κανείς (και έχουν ειπωθεί τα πάντα σχεδόν τις τελευταίες 24 ώρες) και μόνο το μέγεθος του έργου, αλλά και της προσωπικότητάς του, κόβουν κάθε περιττή κουβέντα. Αμφιλεγόμενος πολιτικά; Ενσάρκωση του προβλήματος και της σύγχυσης της μεταπολίτευσης που φτάνει μέχρι το χάος στο οποίο έχουμε περιέλθει την τελευταία δεκαετία; Αμετροεπής και αχώνευτος κάποτε; Υπερεκτεθειμένος; Ναι, ναι, ναι, ΟΚ. Η σούμα όμως μας ταπεινώνει όλους. Ζούσαμε κάποτε ασφαλείς στη σκιά κάποιων γιγάντων που ένας-ένας εκλείπουν.



Ο Μίκης Θεοδωράκης δεν μπορούσε μόνος του. Δεν μπορούσε να μην ασχολείται. Δεν μπορούσε να μην, γενικώς. Ας του συγχωρήσουμε κάποιες βαριές πρόσφατες αστοχίες του και ας κρίνουμε ως θετικό το γεγονός ότι τελικά δεν κατάφερε να τον οικειοποιηθεί επιτυχώς ή απολύτως καμία παράταξη και καμιά αίρεση. Τα στερνά και τ’ απόστερνα δεν θα μείνουν. Σπανίως μένουν για τον οποιονδήποτε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: