..............................................................
Κώστας Γ. Καρυωτάκης (1896 - 1928)
ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ*
Οἱ ὑπάλληλοι ὅλοι λιώνουν καὶ τελειώνουν
σὰν στῆλες** δυὸ δυὸ μὲς στὰ γραφεῖα.
(Ἠλεκτρολόγοι θά ῾ναι ἡ Πολιτεία
κι ὁ Θάνατος, ποὺ τοὺς ἀνανεώνουν.)
Κάθονται στὶς καρέκλες, μουτζουρώνουν
ἀθῷα λευκὰ χαρτιά, χωρὶς αἰτία.
«Σὺν τῇ παρούσῃ ἀλληλογραφίᾳ
ἔχομεν τὴν τιμήν» διαβεβαιώνουν.
Καὶ μονάχα ἡ τιμὴ τοὺς ἀπομένει,
ὅταν ἀνηφορίζουμε τοὺς δρόμους,
τὸ βράδυ στὸ ὀχτώ, σὰν κουρντισμένοι
Παίρνουν κάστανα, σκέπτονται τοὺς νόμους,
σκέπτονται τὸ συνάλλαγμα, τοὺς ὤμους
σηκώνοντας οἱ ὑπάλληλοι οἱ καημένοι.
Σημείωση*: Στις 31 Οκτωβρίου 1919 άρχισε η δημοσιοϋπαλληλική σταδιοδρομία του Κ.Γ. Καρυωτάκη. Είχε εκλεγεί μάλιστα Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Δημοσίων Υπαλλήλων Αθηνών.
Σημείωση**: "στήλες" ηλεκτρικές μπαταρίες-υγρά στοιχεία με δύο ηλεκτρόδια βουτηγμένα σε ηλεκτρολυτικό διάλυμα που χρειάζονταν συνεχή ανανέωση.
[ΜΙΣΘΙΑ* ΔΟΥΛΕΙΑ...]
Μίσθια δουλειά, σωροὶ χαρτιῶν, ἔγνοιες μικρές, καὶ λῦπες
ἄθλιες, μὲ περιμένανε σήμερα καθὼς πάντα.
Μόνο εἶδα, φεύγοντας πρωί, στὴν πόρτα μου τολύπες**
τὰ ρόδα, καὶ γυρίζοντας ἔκοψα μία γιρλάντα.
Σημείωση*: "Μίσθια": επί μισθώ, υπαλληλική
Σημείωση**: "Τολύπες": τουλούπες
ΓΡΑΦΙΑΣ*
Οἱ ὧρες μ᾿ ἐχλώμιαναν, γυρτὸς ποὺ βρέθηκε ξανὰ
στὸ ἀχάριστο τραπέζι.
(Ἀπ᾿ τ᾿ ἀνοιχτὸ παράθυρο στὸν τοῖχο ἀντικρινὰ
ὁ ἥλιος γλιστράει καὶ παίζει.)
Διπλώνοντας τὸ στῆθος μου, γυρεύω ἀναπνοὴ
στὴ σκόνη τῶν χαρτιῶν μου.
(Σφύζει γλυκὰ καὶ ἀκούγεται χιλιόφωνα ἡ ζωὴ
στὰ ἐλεύθερα τοῦ δρόμου.)
Ἀπόκαμα, θολώσανε τὰ μάτια μου καὶ ὁ νοῦς,
ὅμως ἀκόμη γράφω.
(Στὸ βάζο ξέρω δίπλα μου δυὸ κρίνους φωτεινούς.
Σὰ νά ῾χουν βγεῖ σὲ τάφο.)
*Σημείωση: Το ποίημα στην αρχή είχε αφιέρωση "Στη γιορτή του αδερφού μου Θάνου"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου