.............................................................
Από το «Μικρό σπίτι στο λιβάδι» στο «Ντάλας»
Η καταγωγή των αυθαιρέτων
είναι η ληξιαρχική πράξη του οικονομικού άλματος της χώρας. Στην
εικοσαετία 1980 – 2000 η γεωργική γη έχασε την πρωταρχική της αξία,
καθώς το παραγόμενο προϊόν για τους μικρούς κλήρους δεν σήμαινε τίποτα
χωρίς ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Τα παραθαλάσσια κτήματα έτσι κι αλλιώς
θεωρούνταν άγονα, οπότε χωρίς καμιά σκέψη εκποιήθηκαν στη βάση μιας
άυλης αλλά αιώνιας προσδοκίας: επιστροφή των αστών σε έναν «παράδεισο»
με θέα προς τη θάλασσα. Το οικονομικό αλισβερίσι ήταν το φιτίλι
ακαριαίας καύσης που πυροδότησε την έκρηξη.
Υπό το σύνθημα «ένα στρέμμα στο σφυρί, ένα ντάτσουν στην αυλή» οι
αγρότες περνούσαν από το «Μικρό σπίτι στο λιβάδι» στο «Ντάλας», η
προσδοκία καλλιεργήθηκε επιδέξια, το χρήμα άλλαζε χέρια· κινούμενη
άμμος. Οικοδόμοι, σιδεράδες, έμποροι ξυλείας, ιδιοκτήτες επιχειρήσεων
οικοδομικών υλικών και λυόμενων προκατασκευασμένων σπιτιών και όλοι οι
συναφείς επιτηδευματίες μεγέθυναν τους προϋπολογισμούς τους.
Μιλώντας για την περιοχή στην οποία έχω γνώση, η ακτογραμμή από το
αεροδρόμιο Θεσσαλονίκης μέχρι τα όρια του Αγίου Ορους –ακτογραμμή άνω
των 500 χιλιομέτρων- χτίστηκε με αξιοθαύμαστη ταχύτητα και
ενεργητικότητα. Ούτε λόγος για οικοδομικές άδειες. Αλλά η «ανάπτυξη»
προχωρούσε με άλματα. Τα βράδια στα «παράνομα», όπως τα λέγαμε τότε, -ο
όρος «αυθαίρετα» καθιερώθηκε όταν άρχισαν οι προσπάθειες νομιμοποίησής
τους- μία μπετονιέρα και τέσσερις εργάτες έριχναν μια πλάκα 80 τ.μ. μέσα
σε δύο βράδια, το τρίτο βράδυ ο σιδεράς έστηνε τον σκελετό και τα
νοβοπάν ολοκλήρωναν την εικόνα σπιτιού. Τα συνεργεία χαριτολογούσαν με
τις ταχύτητες που δούλευαν, ονόμαζαν τα φτυάρια «πυγολαμπίδες» γιατί
πύρωναν κυριολεκτικά και στο σκοτάδι φαίνονταν σαν φωτάκια που
αναβόσβηναν στον κάμπο.
Τα μεροκάματα ήταν επίζηλα. Οποιος δούλευε έναν μήνα στα παράνομα
έβγαζε εισόδημα μιας χρονιάς. Λίγο κυνηγητό από κανά περιπολικό στους
χωματόδρομους, άντε και στο αυτόφωρο ο άτυχος, τότε γεννήθηκαν οι πρώτοι
«αυτοφωράκηδες», αλλά αν ο αστυνομικός διοικητής της περιοχής έπαιρνε
πολύ στα σοβαρά τη δουλειά του και κυνηγούσε τους παρανομούντες ξημέρωνε
στον Εβρο.
Τα γενναία –τότε- εφάπαξ γίνονταν οικόπεδα 300 τ.μ. Οι μικροαστοί
ζούσαν την ιδανική τους «Αρκαδία», η χώρα μεγέθυνε το ΑΕΠ. Υστερα ένα
βράδυ, ξύπνησαν απότομα βλέποντας ότι οι γείτονες, τους οποίους δεν
ήθελαν να βλέπουν στα στενά της Ευζώνων ή της Μαρτίου, ήταν κι αυτοί,
ξανά, δίπλα τους, τους χώριζε όχι ένας δρόμος αλλά ένα κομμάτι σύρμα
κοτετσιού. Κι όπως τα χωράφια προς πώληση τέλειωναν και οι τιμές τους
εκτοξεύονταν στα ύψη ήρθαν οι μεγαλοαστοί και έχτισαν τις βιλάρες τους ή
ξενοδοχειακά συγκροτήματα, μπροστά στα ταπεινά «παράνομα» και οι
μικροαστοί έχασαν και πάλι τη θάλασσα από το οπτικό τους πεδίο.
Ο ΕΝΦΙΑ ολοκλήρωσε τον εφιάλτη κι ας είναι καλά το airbnb που τους
επιτρέπει να τσοντάρουνε κάτι στο εισόδημα. Εν πολλοίς, σαράντα χρόνια
μετά, μια άλλη κοινωνία, στα «παράνομα» και πάλι, μόνο που τα αδιέξοδα
δεν είναι πίσω ή μπροστά αλλά τριγύρω. Στο σύρμα κοτετσιού όλοι
εγκλωβισμένοι, και όσοι δεν συμμετείχαν στο πάρτι της μεγέθυνσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου