...........................................................
"Η Χώρα του Αχωρήτου"
"Η Χώρα του Αχωρήτου"
γράφει ο θεολόγος και φίλος στο fb Haralambos Ventis
Ελπίζω να μου συγχωρεθεί η αναδημοσίευση περσινού κειμένου, διότι τίποτε
πιο άχαρο από το ξαναζεσταμένο φαγητό, όταν μάλιστα για πολλούς λίαν
αγαπητούς φίλους η σημερινή μέρα δεν λέει απολύτως τίποτα και μάλλον
όχληση αποτελεί. Για την ακρίβεια, σκόπευα να αναρτήσω ένα άσχετο
απόσπασμα από το καταπληκτικό βιβλίο της Martha Nussbaum Έρωτος γνώση
που αυτό τον καιρό διαβάζω, το αφήνω όμως για αργότερα σήμερα. Αλλά μέρα
που' ναι και επειδή θεωρώ τη μεταφυσική αναπόφευκτη, είπα να κάνω το
χρέος μου ως θεολόγος, αλλά και ως άνθρωπος παθιασμένος με τη ελευθερία.
"Η Χώρα του Αχωρήτου". Πόσοι από μας, ταλανισμένοι από οικονομική δυσπραγία, διαρκή αβεβαιότητα, ανεργία, χίλιες δυο μέριμνες προσωπικές, από μια φυσική και ιδεολογική απέχθεια προς τη θρησκεία και από αντίδραση στον σκοταδισμό και την αξεστοσύνη μεγάλου μέρους της θεσμικής Εκκλησίας, σταθήκαμε μια στιγμή να αναρωτηθούμε τι σημαίνει αυτή η αινιγματική φράση-έμβλημα, που φέρνει κάπως σε λογοπαίγνιο; Και αν ενδέχεται να μας ενδιαφέρει, στην τελική, ως ανθρώπινα πλάσματα που διερωτώνται αναπόφευκτα για το είναι τους -- η διερώτηση αυτή είναι η μοίρα του ανθρώπου.
Το περιεχόμενο της αινιγματικής αυτής φράσης ενδιαφέρει μάλλον όσους λατρεύουν την ελευθερία--στους υπόλοιπους, δεν έχει να πει απολύτως τίποτα, ακόμη κι αν "θρησκεύουν". Ως φιλελεύθερος, είμαι ανυποχώρητα τοποθετημένος υπέρ της πολιτικής και κοινωνικής ελευθερίας, των δικαιωμάτων του ανθρώπου (ιδίως των μειοψηφιών, για τις οποίες δυστυχώς οι ελευθερίες δεν είναι αυτονόητες) και σαφώς υποστηρίζω τον διαχωρισμό κράτους-Εκκλησίας. Υπάρχει όμως και μια βαθύτερη έννοια ελευθερίας, υπαρξιακή, που δίνει άλλη διάσταση και όραμα στην ανθρώπινη ύπαρξη. Όλοι εμείς που βρεθήκαμε άκοπα και κουρασμένα κληρονόμοι μιας μεγάλης μεταφυσικής Παράδοσης, ελεεινά κακοποιημένης, την αποποιηθήκαμε και αφήσαμε να τη διαχειρίζονται συχνά κραυγαλέες και ιδιοτελείς μετριότητες. Έστω κι έτσι, ας μην πάει χαμένη η σημερινή μέρα, χωρίς να σταθούμε για λίγα δευτερόλεπτα στο νόημα της φράσης "Η Χώρα του Αχωρήτου".
Τι σχέση έχει η ελευθερία με την εικόνα που βλέπουμε; Έχει και μάλιστα διττή: μπροστά στα μάτια μας, απεικονίζεται η απόλυτη ελευθερία του απέραντου και απεριόριστου Θεού να παραιτηθεί από τη μακαριότητα της ουράνιας παντοδυναμίας και να συρρικωθεί ως βιολογικό ον στη μήτρα ενός πρωτευόντως θηλαστικού, μιας γυναίκας και να γίνει άνθρωπος με σάρκα και οστά--όχι για να βολτάρει ανάμεσά μας, στο μπόι μας, αλλά για να πεθάνει εκούσια στην πορεία. Επίσης, στην εικόνα απεικονίζεται η ελευθερία του ανθρώπου, μιας νεαρής κοπέλας εν προκειμένω, να επιτρέψει ελεύθερα και χωρίς καταναγκασμό την σαρκική είσοδο του Θεού στον κόσμο, την οποία θα μπορούσε κάλλιστα να αρνηθεί. Η μήτρα της Μαρίας γίνεται έτσι η σωματική χώρα, που δεξιώνεται τον αχώρητο, άκτιστο Θεό και αποδεικνύεται μεγαλύτερη του ίδιου του συμπαντος, μιας και ολόκληρο το αχανές σύμπαν δεν μπορεί να χωρέσει τον Δημιουργό του.
Βλάπουε λοιπόν εικαστικά ένσαρκη την ελευθερία του Θεού να παραιτηθεί εκούσια (χωρίς κανέναν απολύτως εξαναγκασμό, πέραν της αγάπης) από τη Δύναμή Του, προκειμένου να μοιραστεί από μέσα πια την ανθρώπινη περιπέτεια και να αυτοκαταστεί έτσι, από απρόσβλητος Θεός, ένα ευπαθές κι ευάλωτο όπως όλοι μας γέννημα. Σ’ έναν κόσμο που λατρεύει τη δύναμη και μάχεται για τη μεγιστοποίηση και απόκτησή της, ο ίδιος ο Θεός μας παραδίδει μιαν άκρως αντίθετη στάση ζωής, όχι με λόγια αλλά μέσα από τη σάρκα που φορά για χάρη μας: ότι αυτό που οδηγεί στην όντως ζωή, στην κοινωνία με τον ζώντα Θεό που δεν γνωρίζει τον θάνατο, δεν είναι η απόκτηση και η επίδειξη ισχύος (την οποία όλοι προσκυνούν, ως νέα θεότητα), αλλά η αγαπητική παραίτηση από αυτή: εκεί ακριβώς, στην άκρα ταπείνωση, κρύβεται το πραγματικό μεγαλείο του αληθινού Θεού, που διαψεύδει τα στερεότυπα των ειδώλων που οι άνθρωποι υψώσαμε με ζήλο στ’ όνομά Του, σύμφωνα με τα οποία ο Θεός είναι απόκοσμος, αυτοαναφορικός και επιδίδεται σε χυδαία επίδειξη δύναμης που συνθλίβει τον άνθρωπο.
Για την αρχαία ελληνική μεταφυσική σκέψη, υπήρχε ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στη θεότητα ή τις θεότητες και τους «βρωτούς» (= αναλώσιμους, θνητούς) ανθρώπους, που κανείς δεν μπορούσε να το γεφυρώσει – ούτε καν ο ίδιος ο Θεός. Για τους ελληνικά σκεπτόμενους συγγραφείς, προ και μετά Χριστού, εκτός από απολύτως αδύνατη, κάθε προσπάθεια προσωπικής ανάληψης της ανθρώπινης μοίρας από τον Θεό θα συνιστούσε ύβρη, βλασφημία, μιαρότητα, ακαθαρσία, αφού πάνω από τον Θεό ή τους θεούς, υπήρχε η Ειμαρμένη, που όριζε με αυστηρότητα τη θέση του θείου και του ανθρωπίνου στοιχείου, απαγορεύοντας τη μεταξύ τους ανάμειξη (Θεός ανθρώπω ου μείγνυται, γράφει ο Πλάτων στο Συμπόσιο). Ωστόσο, κι εδώ κρύβεται όλο το ζητούμενο, ένας Θεός που αδυνατεί να κατέβει από το ουράνιο βάθρο Του και να παραιτηθεί από τη δύναμή Του δεν είναι στην πραγματικότητα παντοδύναμος, αλλά δέσμιος της μοίρας και της φύσης του. Σε μια τέτοια περίπτωση, η θεϊκή δύναμη θα ήταν εξίσου τραγική για τον Θεό, όσο τραγική είναι και για εμάς η θνητότητά μας. Ένας Θεός ανήμπορος να γίνει άνθρωπος, είναι Θεός ανελεύθερος, εγκλωβίζοντας στην ανελευθερία και τον άνθρωπο – αυτά τα δύο πάνε μαζί. Η Σάρκωση του Θεού, όπως συνοψίζεται στη φράση "Η Χώρα του Αχωρήτου" πιστοποιεί ότι η ουράνια σφαίρα, ως αποκλειστικά αρμόζουσα κατοικία Του θα ήταν για τον Θεό μια φυλακή: χρυσή φυλακή, οπωσδήποτε, παρά ταύτα όμως φυλακή. Έτσι δέσμιο της μακαριότητάς του μπόρεσε να συλλάβει τον Θεό η ανθρώπινη φαντασία, που αποδεικνύεται για άλλη μια φορά φτωχή και ανίκανη να υποψιαστεί τα άκρα στα οποία ο ζων Θεός είναι ικανός να φτάσει, για να ανυψώσει το πλάσμα Του, τον άνθρωπο σε δυσθεώρητα ύψη. «Θεός γαρ ενηνθρώπησε, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν», έγραψε ο Μέγας Αθανάσιος.
Εξίσου ανίκανη είναι η ανθρώπινη φαντασία να υποπτευθεί και το ποσοστό της ελευθερίας που αναλογεί στον άνθρωπο κατά την προσωπική του ανταπόκριση στην κλήση που του απευθύνει ο Θεός, εντός της Ιστορίας. Ο Χριστός είναι ο Θεός που καταδέχτηκε να γεννηθεί από την μήτρα μια γυναίκας ζητώντας μας την άδεια! Αυτό συνεχίζει να κάνει μέχρι σήμερα, ασταμάτητα: ζητά την άδειά μας και δεν μας κάθεται στο σβέρκο, για να γίνουν Σώμα και Αίμα Του το ψωμί και το κρασί στην Ευχαριστία. Γίνονται επειδή εμείς όλοι βάζουμε την υπογραφή μας. Δεν είναι άραγε εκπληκτικό, ότι, ως πιστοί, βιώνουμε ο καθένας μας προσωπικά αλλά και σαν ενιαίο σώμα, την εμπειρία της Θεοτόκου, οποτεδήποτε συναζόμαστε οικειοθελώς για να τελέσουμε τη Θεία Ευχαριστία (το Μυστήριο-προέκταση της Ενανθρώπισης στον χρόνο, σύμφωνα με τον Νικόλαο Μεθώνης), όπου και επιτρέπουμε εξίσου ελεύθερα με την Παναγία κάθε φορά την είσοδο του Θεού στον κόσμο; Το "αμήν" (πρβ. Α’ Κορ. 14:16), που προ(σ)φέρουμε ως λαϊκοί, αντιστοιχεί κυριολεκτικά στο «γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» της Θεομήτορος και αποτελεί, στη μονολεκτικότητά του, μια βαρυσήμαντη δήλωση: σημαίνει ότι το όντως υπαρκτό στην Ιστορία, αν ως τέτοιο δεχθούμε το Ευχαριστιακό Σώμα του Κυρίου, δεν είναι αυθύπαρκτο, ούτε και καρπός εξαναγκασμού (δεν μας επιβάλλεται δηλαδή άνωθεν), εφόσον εξαρτάται για την εκ νέου ενύλωσή του, εκτός από την επίκληση του Αγίου Πνεύματος, και από την ενεργό συναίνεση του λαού του Θεού, για τον οποίο λόγο άλλωστε, ως γνωστόν, δεν νοείται τέλεση της Λειτουργίας άνευ της παρουσίας ενός, έστω, λαϊκού.
Κάθε Θεία Ευχαριστία μας φέρνει στη θέση της Μαρίας, όπου ελεύθερα λέμε "ναι" και καταφάσκουμε την ελεύθερη σάρκινη είσοδο του Θεού στον κόσμο, επαναλαμβάνοντας τα λόγια της αλλά και βιώνοντας την εμπειρία της, όταν κοινωνούμε μέσα μας τον ίδιο τον Χριστό, όπου γινόμαστε κι εμείς "Χώρα του Αχωρήτου" δημιουργώντας έτσι μια νέα συγγένεια μαζί Του και μαζί μας, που δεν βασίζεται στον βιολογικό καταναγκασμό του βιολογικού αίματος, αλλά στην ελευθερία του αίματος του Χριστού, που υπερβαίνει ελεύθερα φυλές, έθνη, κοινωνικές τάξεις και κάστες.
Χρόνια πολλά σε όλους, πιστούς και μη
"Η Χώρα του Αχωρήτου". Πόσοι από μας, ταλανισμένοι από οικονομική δυσπραγία, διαρκή αβεβαιότητα, ανεργία, χίλιες δυο μέριμνες προσωπικές, από μια φυσική και ιδεολογική απέχθεια προς τη θρησκεία και από αντίδραση στον σκοταδισμό και την αξεστοσύνη μεγάλου μέρους της θεσμικής Εκκλησίας, σταθήκαμε μια στιγμή να αναρωτηθούμε τι σημαίνει αυτή η αινιγματική φράση-έμβλημα, που φέρνει κάπως σε λογοπαίγνιο; Και αν ενδέχεται να μας ενδιαφέρει, στην τελική, ως ανθρώπινα πλάσματα που διερωτώνται αναπόφευκτα για το είναι τους -- η διερώτηση αυτή είναι η μοίρα του ανθρώπου.
Το περιεχόμενο της αινιγματικής αυτής φράσης ενδιαφέρει μάλλον όσους λατρεύουν την ελευθερία--στους υπόλοιπους, δεν έχει να πει απολύτως τίποτα, ακόμη κι αν "θρησκεύουν". Ως φιλελεύθερος, είμαι ανυποχώρητα τοποθετημένος υπέρ της πολιτικής και κοινωνικής ελευθερίας, των δικαιωμάτων του ανθρώπου (ιδίως των μειοψηφιών, για τις οποίες δυστυχώς οι ελευθερίες δεν είναι αυτονόητες) και σαφώς υποστηρίζω τον διαχωρισμό κράτους-Εκκλησίας. Υπάρχει όμως και μια βαθύτερη έννοια ελευθερίας, υπαρξιακή, που δίνει άλλη διάσταση και όραμα στην ανθρώπινη ύπαρξη. Όλοι εμείς που βρεθήκαμε άκοπα και κουρασμένα κληρονόμοι μιας μεγάλης μεταφυσικής Παράδοσης, ελεεινά κακοποιημένης, την αποποιηθήκαμε και αφήσαμε να τη διαχειρίζονται συχνά κραυγαλέες και ιδιοτελείς μετριότητες. Έστω κι έτσι, ας μην πάει χαμένη η σημερινή μέρα, χωρίς να σταθούμε για λίγα δευτερόλεπτα στο νόημα της φράσης "Η Χώρα του Αχωρήτου".
Τι σχέση έχει η ελευθερία με την εικόνα που βλέπουμε; Έχει και μάλιστα διττή: μπροστά στα μάτια μας, απεικονίζεται η απόλυτη ελευθερία του απέραντου και απεριόριστου Θεού να παραιτηθεί από τη μακαριότητα της ουράνιας παντοδυναμίας και να συρρικωθεί ως βιολογικό ον στη μήτρα ενός πρωτευόντως θηλαστικού, μιας γυναίκας και να γίνει άνθρωπος με σάρκα και οστά--όχι για να βολτάρει ανάμεσά μας, στο μπόι μας, αλλά για να πεθάνει εκούσια στην πορεία. Επίσης, στην εικόνα απεικονίζεται η ελευθερία του ανθρώπου, μιας νεαρής κοπέλας εν προκειμένω, να επιτρέψει ελεύθερα και χωρίς καταναγκασμό την σαρκική είσοδο του Θεού στον κόσμο, την οποία θα μπορούσε κάλλιστα να αρνηθεί. Η μήτρα της Μαρίας γίνεται έτσι η σωματική χώρα, που δεξιώνεται τον αχώρητο, άκτιστο Θεό και αποδεικνύεται μεγαλύτερη του ίδιου του συμπαντος, μιας και ολόκληρο το αχανές σύμπαν δεν μπορεί να χωρέσει τον Δημιουργό του.
Βλάπουε λοιπόν εικαστικά ένσαρκη την ελευθερία του Θεού να παραιτηθεί εκούσια (χωρίς κανέναν απολύτως εξαναγκασμό, πέραν της αγάπης) από τη Δύναμή Του, προκειμένου να μοιραστεί από μέσα πια την ανθρώπινη περιπέτεια και να αυτοκαταστεί έτσι, από απρόσβλητος Θεός, ένα ευπαθές κι ευάλωτο όπως όλοι μας γέννημα. Σ’ έναν κόσμο που λατρεύει τη δύναμη και μάχεται για τη μεγιστοποίηση και απόκτησή της, ο ίδιος ο Θεός μας παραδίδει μιαν άκρως αντίθετη στάση ζωής, όχι με λόγια αλλά μέσα από τη σάρκα που φορά για χάρη μας: ότι αυτό που οδηγεί στην όντως ζωή, στην κοινωνία με τον ζώντα Θεό που δεν γνωρίζει τον θάνατο, δεν είναι η απόκτηση και η επίδειξη ισχύος (την οποία όλοι προσκυνούν, ως νέα θεότητα), αλλά η αγαπητική παραίτηση από αυτή: εκεί ακριβώς, στην άκρα ταπείνωση, κρύβεται το πραγματικό μεγαλείο του αληθινού Θεού, που διαψεύδει τα στερεότυπα των ειδώλων που οι άνθρωποι υψώσαμε με ζήλο στ’ όνομά Του, σύμφωνα με τα οποία ο Θεός είναι απόκοσμος, αυτοαναφορικός και επιδίδεται σε χυδαία επίδειξη δύναμης που συνθλίβει τον άνθρωπο.
Για την αρχαία ελληνική μεταφυσική σκέψη, υπήρχε ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στη θεότητα ή τις θεότητες και τους «βρωτούς» (= αναλώσιμους, θνητούς) ανθρώπους, που κανείς δεν μπορούσε να το γεφυρώσει – ούτε καν ο ίδιος ο Θεός. Για τους ελληνικά σκεπτόμενους συγγραφείς, προ και μετά Χριστού, εκτός από απολύτως αδύνατη, κάθε προσπάθεια προσωπικής ανάληψης της ανθρώπινης μοίρας από τον Θεό θα συνιστούσε ύβρη, βλασφημία, μιαρότητα, ακαθαρσία, αφού πάνω από τον Θεό ή τους θεούς, υπήρχε η Ειμαρμένη, που όριζε με αυστηρότητα τη θέση του θείου και του ανθρωπίνου στοιχείου, απαγορεύοντας τη μεταξύ τους ανάμειξη (Θεός ανθρώπω ου μείγνυται, γράφει ο Πλάτων στο Συμπόσιο). Ωστόσο, κι εδώ κρύβεται όλο το ζητούμενο, ένας Θεός που αδυνατεί να κατέβει από το ουράνιο βάθρο Του και να παραιτηθεί από τη δύναμή Του δεν είναι στην πραγματικότητα παντοδύναμος, αλλά δέσμιος της μοίρας και της φύσης του. Σε μια τέτοια περίπτωση, η θεϊκή δύναμη θα ήταν εξίσου τραγική για τον Θεό, όσο τραγική είναι και για εμάς η θνητότητά μας. Ένας Θεός ανήμπορος να γίνει άνθρωπος, είναι Θεός ανελεύθερος, εγκλωβίζοντας στην ανελευθερία και τον άνθρωπο – αυτά τα δύο πάνε μαζί. Η Σάρκωση του Θεού, όπως συνοψίζεται στη φράση "Η Χώρα του Αχωρήτου" πιστοποιεί ότι η ουράνια σφαίρα, ως αποκλειστικά αρμόζουσα κατοικία Του θα ήταν για τον Θεό μια φυλακή: χρυσή φυλακή, οπωσδήποτε, παρά ταύτα όμως φυλακή. Έτσι δέσμιο της μακαριότητάς του μπόρεσε να συλλάβει τον Θεό η ανθρώπινη φαντασία, που αποδεικνύεται για άλλη μια φορά φτωχή και ανίκανη να υποψιαστεί τα άκρα στα οποία ο ζων Θεός είναι ικανός να φτάσει, για να ανυψώσει το πλάσμα Του, τον άνθρωπο σε δυσθεώρητα ύψη. «Θεός γαρ ενηνθρώπησε, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν», έγραψε ο Μέγας Αθανάσιος.
Εξίσου ανίκανη είναι η ανθρώπινη φαντασία να υποπτευθεί και το ποσοστό της ελευθερίας που αναλογεί στον άνθρωπο κατά την προσωπική του ανταπόκριση στην κλήση που του απευθύνει ο Θεός, εντός της Ιστορίας. Ο Χριστός είναι ο Θεός που καταδέχτηκε να γεννηθεί από την μήτρα μια γυναίκας ζητώντας μας την άδεια! Αυτό συνεχίζει να κάνει μέχρι σήμερα, ασταμάτητα: ζητά την άδειά μας και δεν μας κάθεται στο σβέρκο, για να γίνουν Σώμα και Αίμα Του το ψωμί και το κρασί στην Ευχαριστία. Γίνονται επειδή εμείς όλοι βάζουμε την υπογραφή μας. Δεν είναι άραγε εκπληκτικό, ότι, ως πιστοί, βιώνουμε ο καθένας μας προσωπικά αλλά και σαν ενιαίο σώμα, την εμπειρία της Θεοτόκου, οποτεδήποτε συναζόμαστε οικειοθελώς για να τελέσουμε τη Θεία Ευχαριστία (το Μυστήριο-προέκταση της Ενανθρώπισης στον χρόνο, σύμφωνα με τον Νικόλαο Μεθώνης), όπου και επιτρέπουμε εξίσου ελεύθερα με την Παναγία κάθε φορά την είσοδο του Θεού στον κόσμο; Το "αμήν" (πρβ. Α’ Κορ. 14:16), που προ(σ)φέρουμε ως λαϊκοί, αντιστοιχεί κυριολεκτικά στο «γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» της Θεομήτορος και αποτελεί, στη μονολεκτικότητά του, μια βαρυσήμαντη δήλωση: σημαίνει ότι το όντως υπαρκτό στην Ιστορία, αν ως τέτοιο δεχθούμε το Ευχαριστιακό Σώμα του Κυρίου, δεν είναι αυθύπαρκτο, ούτε και καρπός εξαναγκασμού (δεν μας επιβάλλεται δηλαδή άνωθεν), εφόσον εξαρτάται για την εκ νέου ενύλωσή του, εκτός από την επίκληση του Αγίου Πνεύματος, και από την ενεργό συναίνεση του λαού του Θεού, για τον οποίο λόγο άλλωστε, ως γνωστόν, δεν νοείται τέλεση της Λειτουργίας άνευ της παρουσίας ενός, έστω, λαϊκού.
Κάθε Θεία Ευχαριστία μας φέρνει στη θέση της Μαρίας, όπου ελεύθερα λέμε "ναι" και καταφάσκουμε την ελεύθερη σάρκινη είσοδο του Θεού στον κόσμο, επαναλαμβάνοντας τα λόγια της αλλά και βιώνοντας την εμπειρία της, όταν κοινωνούμε μέσα μας τον ίδιο τον Χριστό, όπου γινόμαστε κι εμείς "Χώρα του Αχωρήτου" δημιουργώντας έτσι μια νέα συγγένεια μαζί Του και μαζί μας, που δεν βασίζεται στον βιολογικό καταναγκασμό του βιολογικού αίματος, αλλά στην ελευθερία του αίματος του Χριστού, που υπερβαίνει ελεύθερα φυλές, έθνη, κοινωνικές τάξεις και κάστες.
Χρόνια πολλά σε όλους, πιστούς και μη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου