Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Χρυσαυγίτες στο χαρτί και στο γυαλί: Η κρυφή (και ενίοτε φανερή) γοητεία του νεοναζισμού. του Στρατή Μπουρνάζου (tvxs.gr, 25/9/2013)

.........................................................

Χρυσαυγίτες στο χαρτί και στο γυαλί: Η

 κρυφή (και ενίοτε φανερή) γοητεία του

 νεοναζισμού.

 

Η όποια αξία του κειμένου, αυτή τη στιγμή, είναι ότι μας θυμίζει πώς φτάσαμε εδώ, μας θυμίζει ευθύνες για την ασυλία των νεοναζί, που τους επέτρεψε να ξεδιπλώνουν την εγκληματική τους δράση. Θα ευχόμουν, ωστόσο, πολύ γρήγορα, το κείμενο αυτό να καταστεί άχρηστο πολιτικά και να έχει αποκλειστικά ιστορική αξία.Του Στρατή Μπουρνάζου

To κείμενο που ακολουθεί εκφωνήθηκε στην ημερίδα «ΜΜΕ και το φαινόμενο του νεοναζισμού», του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ (6.3.2013) και περιλαμβάνεται, ανεπτυγμένο στον ομώνυμο τόμο που μόλις κυκλοφόρησε. Από την άνοιξη του 2013 μέχρι την προηγούμενη Τετάρτη δεν θα είχα να τροποποιήσω ούτε κεραία στο σκεπτικό του κειμένου. Λίγες μέρες μετά, το κείμενο πρέπει πολλοίς να ξαναγραφεί, καθώς η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, σηματοδότησε, και στο τοπίο των ΜΜΕ, μια τομή: κανάλια και εφημερίδες που πρόβαλλαν τους νεοναζί αποσιωπούσαν την εγκληματική τους δράση ή καλλιεργούσαν συστηματικά τη θεωρία των «δύο άκρων» καταδίκασαν διαρρήδην το «νεοναζιστικό έγκλημα», ενώ με ρεπορτάζ και έρευνες άρχισαν να ξετυλίγουν το κουβάρι της εγκληματικής χρυσαυγίτικης δράσης. Ξέρω ότι οι περισσότεροι από μας βρίσκουν εξοργιστική και υποκριτική αυτή την αλλαγή στάσης. Ενώ προφανώς συμμερίζομαι τα συναισθήματα αυτά, ταυτόχρονα θεωρώ ότι η αλλαγή αυτή στάσης διαμορφώνει μια νέα πραγματικότητα, την οποία ως Αριστερά και αντιφασιστικό κίνημα οφείλουμε να αξιοποιήσουμε. Ανέπτυξα μερικές σχετικές σκέψεις εδώ.
Εν κατακλείδι, η όποια αξία του κειμένου, αυτή τη στιγμή, είναι ότι μας θυμίζει πώς φτάσαμε εδώ, μας θυμίζει ευθύνες για την ασυλία των νεοναζί, που τους επέτρεψε να ξεδιπλώνουν την εγκληματική τους δράση. Θα ευχόμουν, ωστόσο, πολύ γρήγορα, το κείμενο αυτό να καταστεί άχρηστο πολιτικά και να έχει αποκλειστικά ιστορική αξία. Στρ. Μπ.
Χρυσαυγίτες στο χαρτί και στο γυαλί: η κρυφή (και ενίοτε φανερή) γοητεία του νεοναζισμού
Του Στρατή Μπουρνάζου
Ξεκινώντας, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δεν μπορούμε να μιλάμε συλλήβδην για μέσα ενημέρωσης· πρέπει να κάνουμε μια σειρά διακρίσεις. Είναι, πιστεύω, προφανές ότι δεν μπορούμε να βάλουμε στο ίδιο τσουβάλι, λ.χ. το Πρώτο Θέμα, την Εφημερίδα των Συντακτών, τηνΚαθημερινή και την Αυγή. Οι διαφοροποιήσεις είναι απολύτως αναγκαίες. Γιατί ευθύνες υπάρχουν, και μάλιστα πολλές και σοβαρές, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν είναι ομοιόμορφες, ίδιες ή αδιαβάθμητες.
Στάση και στάσεις των ΜΜΕ
Προσπαθώντας να περιγράψουμε τη στάση των ΜΜΕ έναντι της Χρυσής Αυγής, μπορούμε να διακρίνουμε ορισμένες βασικές κατηγορίες.
α) Προβολή και υποστήριξη της Χρυσής Αυγής, φιλοτέχνηση μιας θετικής εικόνας γι’ αυτήν. Εδώ, το πρώτο που μας έρχεται στο μυαλό είναι φύλλα όπως η Χρυσή Αυγή και ο Στόχος. Αλλά αυτό έχει μάλλον περιορισμένο ενδιαφέρον και μικρή αναλυτική αξία: πρόκειται για άμεσους εκφραστές της νεοναζιστικής συμμορίας, και θα ήταν αφελές να περιμένουμε κάτι διαφορετικό ή να θέτουμε ζητήματα δεοντολογίας. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον και σημασία έχει να σταθούμε σε περιπτώσεις όπως το Πρώτο Θέμα, το οποίο –καθ’ υπερβολήν ίσως, αλλά όχι άδικα– έχει χαρακτηριστεί «γραφείο Τύπου της Χρυσής Αυγής». Θυμίζω μόνο το διαβόητο ρεπορτάζ του Παναγιώτη Σαββίδη «Τα “προσκοπάκια” της Χρυσής Αυγής» (Πρώτο Θέμα, 1.4.2012), όπου οι αγαθοί Χρυσαυγίτες φύλακες-φρουροί συνοδεύουν ηλικιωμένες στα ΑΤΜ. Όπως αποκαλύφθηκε, το ρεπορτάζ ήταν στημένο, αφού η κυρία που εμφανιζόταν σε αυτό και έκανε δηλώσεις υπέρ των «παιδιών» με τα μαύρα ήταν η μητέρα του υποψήφιου βουλευτή της Χρυσής Αυγής Αλέξανδρου Πλωμαρίτη. [1] Σε αυτή την κατηγορία, επίσης, εντάσσεται με σαφήνεια η εκπομπή του Γιώργου Τράγκα, στην οποία, στις 7 Απριλίου 2013, 4 στους 4 προσκεκλημένους ήταν Χρυσαυγίτες, ενώ έκτοτε φιλοξενεί τακτικά εκπροσώπους της νεοναζιστικής οργάνωσης. Ακόμα, ο Άρης Σπίνος με τον «Ιστό της αράχνης» στο Extra.
β) Προβολή της Χρυσής Αυγής (της δράσης της συνήθως, και πολύ σπανιότερα των θέσεών της), υπό τον μανδύα της αντικειμενικότητας, η οποία όμως απολήγει, εμμέσως πλην σαφώς, σε μια θετική εικόνα της. Για παράδειγμα, το ρεπορτάζ του Γιάννη Παπαδόπουλου στα Νέα, με θέμα τον Άγιο Παντελεήμονα και τον τίτλο «“Ευτυχώς που ήρθε η Χρυσή Αυγή”…» (4.5.2012). Ασφαλώς, ο τίτλος είναι σε εισαγωγικά, υποδηλώνοντας ότι αναπαράγει τις απόψεις κατοίκων της περιοχής, και όχι την άποψη της εφημερίδας ή του συντάκτη. Ωστόσο, αν συνυπολογίσουμε τη βαρύτητα του τίτλου (και ξέρουμε όλοι μας ότι ο αναγνώστης δεν θα λεπτολογήσει τον τίτλο), σε συνδυασμό με το εισαγωγικό και το περιεχόμενο του δημοσιεύματος όπου οι θετικές γνώμες για τη δράση των νεοναζιστών κυριαρχούν, το συνολικό αποτέλεσμα αποβαίνει σαφέστατα υπέρ της Χρυσής Αυγής.
Εδώ θα ενέτασσα και αρκετές εμφανίσεις βουλευτών της Χρυσής Αυγής στην τηλεόραση, ιδίως το πρώτο διάστημα μετά τις εκλογές του Μαΐου. Ανεξάρτητα από τα κίνητρα των δημοσιογράφων που τους καλούσαν (αν ήθελαν να τους αβαντάρουν, αν αδιαφορούσαν γι’ αυτό στοχεύοντας στην τηλεθέαση ή αν απέτυχαν στην προσπάθειά τους να τους αποκαλύψουν) το αποτέλεσμα ήταν μια αδιαμφισβήτητη επιτυχία για τους Χρυσαυγίτες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η εκπομπή «Πρωταγωνιστές» του Σταύρου Θεοδωράκη, στο MEGA (13.5.2012). Σε αυτήν, η εκτενής συνέντευξη του Νίκου Μιχαλολιάκου, στα γραφεία μάλιστα της Χρυσής Αυγής, μέσα από την ευελιξία του νεοναζιστή ηγέτη και κυρίως την εφεκτική ή χλιαρή στάση του δημοσιογράφου, δημιουργούσε ένα συμπαθητικό πορτρέτο του νεοναζιστή ηγέτη: χαλαρός, με άνεση λόγου, μπορούσε να υπεκφεύγει άνετα, άνετος και σχεδόν μειλίχιος.
γ) Το lifestyle του νεοναζισμού. Πρόκειται για κατεξοχήν τηλεοπτικό φαινόμενο. Παράδειγμα, τα λεπτομερή ρεπορτάζ για τον γάμο του Ηλία Παναγιώταρου στο Star – μέσα από τα οποία αναδεικνύεται το «ανθρώπινο πρόσωπο», ακόμα και μια (ψευτο)γκλαμουράτη εικόνα των νεοναζιστών.
δ) Η «θεωρία των δύο άκρων». Μέσα από την εξομοίωση των «δύο άκρων», [2] η Χρυσή Αυγή κανονικοποιείται και εντάσσεται ομαλά στην πολιτική ζωή. Εμβληματικό παράδειγμα, το γνωστό άρθρο του Στέφανου Κασιμάτη στην Καθημερινή (16.9.2012): «Όσοι πιστεύουμε στην δημοκρατία οφείλουμε ένα μεγάλο “ευχαριστώ” στην Χρυσή Αυγή. Της το οφείλουμε για την ευκαιρία που μας προσφέρει […] να διορθώσουμε λάθη δεκαετιών. Είναι η ευκαιρία που δίνεται στη νομιμότητα να αναμετρηθεί, επιτέλους, με την οιονεί νομιμοποιημένη βία της Αριστεράς: αυτό το καρκίνωμα της Μεταπολίτευσης […] Η Χρυσή Αυγή, χωρίς να το καταλαβαίνει, ανοίγει τον δρόμο για την επιβολή της νομιμότητας προς κάθε πλευρά: κουκουέδες, συριζαίους, χρυσαυγίτες – όλοι τους βλάπτουν τη δημοκρατία εξίσου».
ε) Μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφοι που δίνουν συστηματικά τον αγώνα ενάντια στη Χρυσή Αυγή. Η Εφημερίδα των Συντακτών, η Αυγή, ηΕποχή, η Ελευθεροτυπία, το tvxs, το Rednotebook, ο σταθμός «Στο Κόκκινο 105,5» αποτελούν μερικά καλά παραδείγματα. Όσον αφορά τους δημοσιογράφους που τιμούν και τη δουλειά που κάνουν και την υπογραφή τους, περιορίζομαι να αναφέρω, παραδειγματικά, δύο ερευνητικές-δημοσιογραφικές ομάδες: τον «Ιό» στην Εφημερίδα των Συντακτών (Τάσος Κωστόπουλος, Άντα Ψαρρά, Δημήτρης Ψαρράς) και την ομάδα Jungle-Report: οι αντιφασίστες, αλλά και γενικότερα η δημοκρατία, τους οφείλουν πολλά, για το θάρρος, τη σοβαρότητα και την αποτελεσματικότητά τους
Τις πταίει;
To ερώτημα που ανακύπτει αναπόφευκτα είναι: Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Άραγε επειδή οι δημοσιογράφοι που τα κάνουν είναι ακροδεξιοί, φασίστες ή κρυπτοφασίστες, εγκάθετοι της Χρυσής Αυγής; Προφανώς όχι. Αν ήταν έτσι, τα πράγματα θα ήταν πολύ πιο ανησυχητικά βέβαια, αλλά και πολύ πιο εύκολα – στο επίπεδο της ανάλυσης, πάντα. Νομίζω ότι και πάλι πρέπει να διακρίνουμε κατηγορίες.
α) Για περιπτώσεις όπως ο Θέμος Αναστασιάδης ή ο Γιώργος Τράγκας, η απάντηση είναι μάλλον απλή. Ανεξάρτητα από το τι ψηφίζουν, πέρα από τις εκάστοτε πολιτικές τους μεταμορφώσεις, αν ξύσουμε λίγο το επίχρισμα, στον λόγο τους θα βρούμε ένα συμπαγές υπόστρωμα: μπόλικος σεξισμός και ρατσισμός, αντικοινοβουλευτισμός, αγοραίος εθνικισμός, δημαγωγία, χυδαίος λαϊκισμός και σκέτη χυδαιότητα – με λίγα λόγια, πολλά βασικά συστατικά του φασισμού και του φασιστικού ήθους. Από τα «γυμνά φούρνου» (όπως έγραφε για τους Εβραίους του Άουσβιτς ο Θ. Αναστασιάδης στην Ελευθεροτυπία τη δεκαετία του 1990) μέχρι το προμοτάρισμα της Χρυσής Αυγής, η απόσταση είναι μικρή.
β) Δεύτερος παράγοντας είναι, ότι, ιδίως τα κανάλια, καλλιεργούν εδώ και χρόνια ένα είδος δημοσιογραφίας το οποίο –όχι σε πολιτικό, αλλά σε νοοτροπικό, ψυχικό και συναισθηματικό επίπεδο– έχει δημιουργήσει ένα υπόβαθρο όπου βρίσκει υποδοχές και «κουμπώνει» ο χρυσαυγίτικος λόγος: το είδος της δημοσιογραφίας, που εμπεδώθηκε με την ιδιωτική τηλεόραση, στο οποίο η τερατολογία, η δημαγωγία, η ξενοφοβία, ο ρατσισμός, ο θόρυβος, η αξιοποίηση του φόβου, ο εύκολος εντυπωσιασμός, η καταπάτηση της δεοντολογίας και οι κραυγές δίνουν τον τόνο. Οι αφορμές ποικίλλουν (ένα έγκλημα, τα επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας, ένα σκάνδαλο ή η εξάρθρωση μιας «σπείρας»), αλλά σε αυτό τοπίο, ως ήθος και ύφος, οι χρυσαυγίτες μπορούν να αισθανθούν σαν το ψάρι στο νερό.
γ) Αξίζει να σκεφτούμε, ειδικότερα, ότι οι εκπρόσωποι της ακροδεξιάς, εδώ και χρόνια, είχαν κατακτήσει σημαντική παρουσία στα κανάλια, εντελώς δυσανάλογη με την εντελώς περιθωριακή, τότε, επιρροή τους. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, η παρουσία ακόμα και ακραίων ναζιστών όπως ο Κωνσταντίνος Πλεύρης, έγινε κανόνας στα τηλεοπτικά στούντιο. Όπως έχει επισημάνει ο Δημήτρης Ψαρράς, οι ακροδεξιοί αναγορεύθηκαν, κατά εντελώς οξύμωρο τρόπο, σε ειδήμονες και αναγκαίους συνομιλητές για όλα αυτά ακριβώς τα οποία εχθρεύονται καταστατικά και τσαλαπατούν συστηματικά: τα δικαιώματα, τη δημοκρατία, τους μετανάστες, τις μειονότητες…
δ) Πρέπει, επίσης, να συνυπολογίσουμε ειδικότερους παράγοντες όπως την προχειρότητα, την έλλειψη επαγγελματισμού και προετοιμασίας πολλών δημοσιογράφων, την έκλειψη ουσιαστικά της ερευνητικής δημοσιογραφίας, το κυνήγι της θεαματικότητας, την επιδίωξη, πάση θυσία, του καβγά και του θορύβου.
ε) Όσον αφορά ειδικότερα τη θεωρία των «δύο άκρων» εδώ έχουμε να κάνουμε με σαφή πολιτικό σχεδιασμό. Συγκεκριμένοι πολιτικοί και δημοσιογραφικοί κύκλοι, έχουν την αντίληψη ότι η Χρυσή Αυγή αποτελεί «χρυσή ευκαιρία» για να πλήξουν και να εξουδετερώσουν τον αντίπαλο – είτε αυτός είναι η ΣΥΡΙΖΑ είτε η Αριστερά εν γένει είτε οι απεργοί. Είμαι εντελώς βέβαιος ότι δεν αγνοούν την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής, κι ωστόσο συμπεριφέρονται σαν αυτή να ήταν ανύπαρκτη. Γιατί τη θεωρούν, όπως είπα, «χρυσή ευκαιρία» για να εξοντώσουν τον πολιτικό τους αντίπαλο. Πρόκειται, βέβαια, για ολέθριο σχεδιασμό, που έχει καταστροφικά αποτελέσματα, και όχι μόνο για τον «αντίπαλο», αλλά για το πολίτευμα και την κοινωνία μας.
_______________
Σημειώσεις
[1] Ο Αλέξανδρος Πλωμαρίτης έγινε πανελληνίως «διάσημος» κάποιους μήνες αργότερα, μέσα από το αποκαλυπτικό ντοκυμαντέρ του Κωνσταντίνου Γεωργούση για το βρετανικό Channel 4, όπου δήλωνε: «Είμαστε έτοιμοι ν’ ανοίξουμε τους φούρνους, να τους κάνουμε [τους μετανάστες] σαπούνια […] Θα τους έχουμε σαπούνια για τ’ αμάξια και για τα πεζοδρόμια, θα φτιάχνουμε κάνα λαμπατέρ με το δέρμα τους, τα δόντια τους θα τα πουλάμε στο Μοναστηράκι, θα τα κάνουμε μπεγλέρια να τα πουλάμε στους ξένους».
[2] Το ένα άκρο είναι σταθερά η Χρυσή Αυγή, το άλλο ποικίλλει: κατά κανόνα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μπορεί να είναι συλλήβδην η Αριστερά, οι βίαιοι απεργοί, οι αριστεριστές, οι αναρχικοί, εν γένει οι «ταραξίες», ακόμα και το ΚΚΕ.

RedNoteBook

Δεν υπάρχουν σχόλια: