Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

"«Ειρήνη» ΚΘΒΕ – Φεστιβάλ Επιδαύρου Φτηνή, χυδαία, εμπορική αρπαχτή" του Γρηγόρη Ιωαννίδη ("Εφημερίδα των Συντακτών", 29/7/2013)

...........................................................

«Ειρήνη» ΚΘΒΕ – Φεστιβάλ Επιδαύρου

Φτηνή, χυδαία, εμπορική αρπαχτή

     
Με την παράσταση του Σωτήρη Χατζάκη λούστηκα ένα αισθητικό σύνολο από κακοηχογραφημένη μουσική, κακόγουστα σκηνικά, χορογραφίες και κοστούμια αφημένα στον εθνολογικό αχταρμά, επιθεωρησιακό στήσιμο, κυρίως ένταση και τάνυσμα φωνής και σώματος, που δίνουν την πιο χαμηλή απόδοση Αριστοφάνη από κρατικό θέατρο τα τελευταία χρόνια

Του Γρηγόρη Ιωαννίδη





Φαίνεται πως είναι γραφτό να διατηρώ μια κάποια πρωτοτυπία στις απόψεις μου, όταν αναφέρομαι στον Σωτήρη Χατζάκη και τον Αριστοφάνη. Θυμάμαι, πριν από τρία χρόνια ήμουν από τους λίγους που είχαν υποστηρίξει με θέρμη την περίεργη συνεύρεση του αρχαίου κωμικού με τον διονυσιακό χαρακτήρα του Σταμάτη Κραουνάκη στους «Αχαρνής», υπό τις οδηγίες του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΚΘΒΕ. Η παράσταση είχε τότε κατηγορηθεί για λαϊκισμό και χειραγώγηση. Από τη μεριά μου, είχα αντίθετα θεωρήσει πιο σημαντική τη ζωογόνα μετακίνηση του άξονα από το τυπικό ανέβασμα του Αριστοφάνη στις εορταστικές, ανυπόκριτες μεθέξεις του μουσικού θεάτρου.

Κι όσο για τον πολιτικό λόγο; Είχα τότε αντισταθεί στην κοινή εκτίμηση, υποστηρίζοντας πως στους «Αχαρνής» κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει την αυθεντικά ανατρεπτική άποψη πως η πολιτειακή κρίση συνδέεται με την έλλειψη όχι μόνο πολιτικού, αλλά και ποιητικού οράματος. Η ουτοπία δεν δίνει μόνο την παραβολή της κρίσης – προτείνεται κατά τρόπον και για φάρμακό της.

Γιατί τα θυμάμαι τώρα όλα αυτά; Επειδή πάλι θα κινηθώ αντίθετα στη φορά των πολλών. Τώρα, στην «Ειρήνη», έχω να αντιμετωπίσω μια ολόκληρη Επίδαυρο -φαντάζομαι τι θα γίνει στις περιοδείες!- που διασκεδάζει, χαριεντίζεται, ψυχαγωγείται και αναψύχεται στο αναψυκτήριο του Αριστοφάνη. Και μάλιστα με μια συνταγή δοκιμασμένη και αμετάβλητη στις τελευταίες δεκαετίες. Δώσε στον λαό διαπόμπευση, κράξιμο, πολιτική καφενείου, εύκολες ατάκες και ακόμα ευκολότερες μπηχτές, δικαίωσέ το στα μάτια του, αθώωσέ το, ξέχασέ το με μουσικές παρλάτες και φανταχτερά φορέματα, λίγο γυμνό, αθώα σκατολογία, μπουρδολογία και αερολογία. Κάν’ το να νιώσει πως πέρασε δύο ώρες δροσερές και ανέφελες. Και -κυρίως- πάρ’ το με το μέρος σου, μην το χάσεις από κοντά σου.

Αυτός ο αθάνατος Αριστοφάνης που, αντί αντλώντας από το λαϊκό να σηκωθεί κατακόρυφα, αποτέλεσε κατά καιρούς την πονηρή δικαίωση κάθε φτηνής, χυδαίας και εμπορικής αρπαχτής, ήλθε και εδραιώθηκε καταμεσής της ορχήστρας, βρέθηκε στο κούτελο του κρατικού θεάτρου της Θεσσαλονίκης. Του θεάτρου που εκπροσωπεί την πλέον αστική παράδοση πλην πρωτευούσης.

Παρά το θερμό χειροκρότημα και τον ενθουσιασμό του κόσμου -που διέκρινα και εκτός του κοίλου, καθώς χυνόταν στα μονοπάτια της επιστροφής-, το θέαμα της «Ειρήνης» μού προκάλεσε οξύτατη ανία, αισθητικό θυμό και ένα είδος προσληπτικής αγανάκτησης. Δεν είναι που κάποια μέρη του όχι κρατικό, ούτε δημοτικό θέατρο δευτέρας διαλογής δεν θα τα υπόγραφε. Είναι που με αναγκάζει να επαναλαμβάνομαι ενώπιον σας, Δευτέρα τη Δευτέρα, λέγοντας ξανά και πάλι τα ίδια και τα ίδια: πως με έναν τέτοιο Αριστοφάνη το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να πλήττουμε ομαδικά, διασκεδάζοντας στις πλατείες.

Να το πω, λοιπόν, όσο μπορώ πιο σύντομα: Αυτό που είδαμε στην Επίδαυρο είναι μια καλοφτιαγμένη στο είδος της, αλλά χαμηλού γούστου παράσταση, πασπαλισμένη με χρυσόσκονη «Δελφιναρίου», άχνη λαϊκισμού, δήθεν ποιητική ανάταση για ντεκόρ, μπόλικη σοβαροφάνεια στο περίβλημα, άγρια εμπορική διάθεση στο κέντρο. Πώς γίνεται όλα αυτά να συνεργάζονται στο αποτέλεσμα; Αδυνατώ να περιγράψω πλήρως. Αυτό που είδα, πάντως, ήταν ένα μπουρλέσκ διόλου πρωτότυπο, που θα ανήκε στην παρακαταθήκη των αριστοφανικών αποδόσεων της προ- και προ-προπερασμένης δεκαετίας, αν δεν εντυπωσίαζε με τον τόσο πια εξαμβλωματικό του χαρακτήρα.

Συνάντησα μια τυπική λαϊκίζουσα εκδοχή του αρχαίου κωμικού, με όλα τα αγανακτισμένα ήθη στην αριστοφανική τους αντιστοίχιση. Ακουσα όλο το υβρεολόγιο, τη σκατολογία, την πρωκτολογία, που βρίσκονται δίχως άλλο στο αριστοφανικό έργο, αλλά εδώ -πώς να το πω;- είναι φανερό πως αποτελούν το μόνο στήριγμα και σκοπό της κωμωδίας, ένα φτηνό και χοντρό εργαλείο ερεθισμού του κοινού. Λούστηκα, τέλος, ένα αισθητικό σύνολο από κακοηχογραφημένη μουσική, κακόγουστα σκηνικά, χορογραφίες και κοστούμια αφημένα στον εθνολογικό αχταρμά, επιθεωρησιακό στήσιμο (ακόμα και στην τελική έξοδο των ηθοποιών), κυρίως ένταση και τάνυσμα φωνής και σώματος, που δίνουν την πιο χαμηλή απόδοση Αριστοφάνη από κρατικό θέατρο τα τελευταία χρόνια.

Δεν είναι μόνο αυτό που με θυμώνει. Είναι που, καθώς περνούν τα χρόνια, η τέχνη μας αδυνατεί να απαντήσει σε νέες ερωτήσεις. Ας σταθώ λίγο στο ανέβασμα του Ερμή από τον Φάνη Μουρατίδη -αυτό δεν ήταν άλλωστε η ατραξιόν της βραδιάς;- σαν κραγμένη «τρελή αδελφή», παρενδυσίας που ξεσηκώνει τα πλήθη με τα τακούνια και τα καλιαρντά του. Γελάει ο κόσμος, και με ποιον γελάει; Με τον Ερμή; Οχι βέβαια! Γελάει με τους ομοφυλόφιλους, τους τοιούτους και τους «τικιτάνγκες». Και ερωτώ: Επιτρέπεται παράσταση κρατικού θεάτρου να φανερώνεται σήμερα τόσο ομοφοβική, αντιδραστική, να διαπομπεύει το διαφορετικό και να ρίχνει στην πυρά της λαϊκής σάτιρας την ετερότητα, λες και είμαστε στα χρόνια του ‘50; Οι ίδιοι οι καλλιτέχνες, -ο Μουρατίδης που καταδέχτηκε να παίξει έτσι τον Ερμή-, αντιμετωπίζουν άραγε έτσι σήμερα τους ομοφυλόφιλους φίλους τους; Βιάζομαι να απαντήσω εκ μέρους τους. Ασφαλώς και όχι! Αυτό μας οδηγεί στο δεύτερο ερώτημα, της αυθεντικότητας. Δεν επιτρέπεται παράσταση –όχι μόνο Αριστοφάνη- να στηρίζεται σε κίβδηλη θεατρικότητα. Δεν είναι ζήτημα ηθικής. Οι ξένοι σκηνοθέτες που καλούμε στο φεστιβάλ (θυμηθείτε τον Ολιβιέ Πι) έχουν βγάλει ντουντούκες και το διαλαλούν πως το θέατρο του ψέματος έχει πια εκπνεύσει. Κανείς δεν θα μπορούσε να κατηγορήσει τον Κραουνάκη ότι δεν πίστευε όσα έλεγε στους «Αχαρνής». Εδώ, στην «Ειρήνη»;

Είναι φανερό πως ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος -κωμικός άλλης ευαισθησίας και ίσως άλλου περιβάλλοντος-, δεν μπορεί να ακολουθήσει αυτό το ύφος. Παίζει αυτοματικά, μιμούμενος το είδωλό του. Παραδόξως, ο Γιώργος Κωνσταντίνου -που θα δικαιωνόταν στα επιθεωρησιακά κλισέ- είναι ο μόνος που διαφεύγει από την έξοδο μιας περσόνας ποιητικής και ελεύθερης, αλεξανδρινής.

Ο ίδιος ο Χατζάκης μίλησε για τον Αριστοφάνη της εσωτερικής ουτοπίας και της ποίησης. Στην Επίδαυρο υπήρχε, αντίθετα, ο Αριστοφάνης που αρέσει να ξεσηκώνει, πρόσχημα μπαλαφάρας και χοντράδας, χωρίς πραγματικό χιούμορ και βάθος, χωρίς αγωνία. Το δύσκολο είναι να τον ανακαλύψουμε στην Παράβαση της «Ειρήνης» του. Αυτό τον Αριστοφάνη από τον δήμο των Κυδαθηναίων, από παππού αγρότη και τώρα αστό και ποιητή, συντηρητικό στα φρονήματα και προοδευτικό στα όνειρα, θέλει η Πολιτεία να καλέσει στην κρίση της. Αυτόν να ρωτήσει.

…………………………………………………………………………………………………

Διαπόμπευση των ομοφυλόφιλων

Ας σταθώ λίγο στο ανέβασμα του Ερμή από τον Φάνη Μουρατίδη -αυτό δεν ήταν, άλλωστε, η ατραξιόν της βραδιάς;- σαν κραγμένη «τρελή αδελφή», παρενδυσίας που ξεσηκώνει τα πλήθη με τα τακούνια και τα καλιαρντά του. Γελάει ο κόσμος, και με ποιον γελάει; Με τον Ερμή; Οχι βέβαια! Γελάει με τους ομοφυλόφιλους, τους τοιούτους και τους «τικιτάνγκες». Και ερωτώ: Επιτρέπεται παράσταση κρατικού θεάτρου να φανερώνεται σήμερα τόσο ομοφοβική, αντιδραστική, να διαπομπεύει το διαφορετικό και να ρίχνει στην πυρά της λαϊκής σάτιρας την ετερότητα, λες και είμαστε στα χρόνια του ‘50; Οι ίδιοι οι καλλιτέχνες, -ο Μουρατίδης, που καταδέχτηκε να παίξει έτσι τον Ερμή-, αντιμετωπίζουν άραγε έτσι σήμερα τους ομοφυλόφιλους φίλους τους;

Δεν υπάρχουν σχόλια: