Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

Τέχνη και Πολιτική στην Ελλάδα της κρίσης : Σχέση πάθους ή άλλη μία πελατειακή σχέση;

..............................................................



Τέχνη και Πολιτική στην Ελλάδα της κρίσης : Σχέση πάθους ή άλλη μία πελατειακή σχέση;






...Σε απόσταση δηλαδή από τη σημερινή Αριστερά;

 «Από τους δήθεν επαναστάτες που υποστηρίζουν το πελατειακό κράτος, τους δεκάδες χιλιάδες που πλημμύρισαν τις δημόσιες υπηρεσίες, που εμποδίζουν να εκφραστούν τα υγιή κομμάτια της κοινωνίας, που μένουν μπλοκαρισμένα, στομωμένα από εκείνη την Αριστερά που αναπαράγει βλακώδη πρότυπα εκατό ετών. Πες μου ποια είναι η πρόταση της Αριστεράς για τον πολιτισμό ή την ουσιαστική κοινωνική αλληλεγγύη; Οι άνθρωποι αυτοί είναι ανίκανοι να πιάσουν τον παλμό της εποχής..." (Ο Ακύλλας Καραζήσης στην "Εφημερίδα των Συντακτών",  - συνέντευξη στην Έφη Μαρίνου 27/6/2013)



  • ...Τονίσατε και τα στοιχεία επικαιρότητας που έχει ήδη;

Ένας μεγάλος ποιητής πάντα είναι επίκαιρος. Αλλά επειδή πρόκειται για σάτιρα του νεοπλουτισμού και του λάιφ στάιλ - πράγματα που τα ζήσαμε τα τελευταία χρόνια -, αποκτά μια πιο άμεση σημασία. Αυτά συνήργησαν σε μεγάλο βαθμό στην καταστροφή. Η κρίση έξω ήταν αλλού των ακινήτων αλλού των τραπεζών. Σ' εμάς η φούσκα ήταν τούτο το κράτος, το οποίο συνεχίζει απτόητο, ως φούσκα, μέσα στην καταστροφή που το ίδιο προκάλεσε. Από το 2009 όλοι έχουμε λιώσει, φτωχύνει, αλλάξει, αλαλάξει - κι αυτό μένει ίδιο. Θέλω ένα καινούργιο κράτος! Μερικές φορές με πιάνει απόγνωση.  (Ο Διονύσης Σαββόπουλος στο "Αθηνόραμα", τ.687, 11-17/7/2013, συνέντευξη στον Γιώργο Χαρωνίτη εν όψει της παράστασης του "Πλούτου" του Αριστοφάνη στην Επίδαυρο 12 και 13/7/2013)






  • Δεν φωτογραφίζομαι με πολιτικούς... Εκτός αν τους παντρεύομαι!... (http://www.inews.gr, 8/7/2013, Ο Γιώργος Κιμούλης αρνείται να φωτογραφηθεί με τον υπουργό Πολιτισμού Π.Παναγιωτόπουλο / ρεπορτάζ από την πρεμιέρα της "Μήδειας" στο φεστιβάλ Επιδαύρου)

  • ...Η εποχή που φαταλιστικά αντιμετωπίζαμε τους εκπροσώπους της εκάστοτε κυβέρνησης και χαμογελούσαμε, λόγω αστικής ευγένειας, μπροστά στα αναμμένα φλας, έχει παρέλθει. (Ο Γιώργος Κιμούλης στον Σπύρο Κακουριώτη στην "ΑΥΓΗ", 14/7/2013)






..............................................................................



Είναι πολλές οι στιγμές και πολλοί οι άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης, τα τελευταία χρόνια της κρίσης, που σπεύδουν να καταθέσουν τη γνώμη τους για τα δημόσια πράγματα και πολύ καλά κάνουν. Αν δεν το έκαναν τώρα, που ο κόσμος βιώνει ίσως την πιο ζοφερή περίοδο ειρηνικής ζωής στην ιστορία της χώρας μας, πότε θα το έκαναν; Από την πνευματική του ηγεσία περιμένει ο κόσμος μια κουβέντα φωτεινού λόγου, κι ας είναι διάρκειας και ισχύος πεφταστεριού, που θα διαγράψει μια στιγμιαία, έστω, φωτεινή τροχιά στον κατασκότεινο ουρανό που έχει πέσει στα κεφάλια μας. Θα είναι σαν έκφραση μιας  ά λ λ η ς  δυνατότητας, να πάρουμε τη ζωή μας  α λ λ ι ώ ς . Ξέρω, θα μου πείτε ότι δεν είναι δουλειά των καλλιτεχνών να αποκαλύπτουν εναλλακτικές δυνατότητες και προοπτικές. Αυτή είναι δουλειά των πολιτικών. Όμως κάθε λόγος που διατυπώνεται  δ η μ ό σ ι α  (που απευθύνεται δηλαδή σε ακροατήριο) είναι λόγος  κ ο ι ν ω ν ι κ ό ς  και  π ο λ ι τ ι κ ό ς. Πολύ περισσότερο όταν ισχυρίζεσαι ότι και η  δουλειά σου, από μόνη της, είναι "απόλυτη κοινωνική δράση" (Ο Ακύλλας Καραζήσης στην ίδια συνέντευξη).

Συμβαίνει και οι τρείς, των οποίων οι δηλώσεις είναι η αφορμή για τις παρακάτω σκέψεις μου,  να εκπροσωπούν την παραστατική τέχνη του θεάτρου. Ανοίγω παρένθεση: ο Σαββόπουλος, εκτός από τραγουδοποιός και ερμηνευτής των τραγουδιών του, σ' αυτήν την συγκυρία είναι και ηθοποιός και σκηνοθέτης και μεταφραστής του Αριστοφάνη, οπότε πληροί σε βαθμό ολοκληρωτικό τον ορισμό του θεατρανθρώπου. Κλείνω εδώ την παρένθεση. Τρεις λοιπόν ερμηνευτές, τρεις άνθρωποι του θεάτρου μιλούν  δ η μ ό σ ι α  για  δ η μ ό σ ι ε ς υποθέσεις. Την εξής μία: μιλούν για την  κ ρ ί σ η.

Ανοίγω δεύτερη παρένθεση: Και οι τρεις άνθρωποι του θεάτρου την ώρα της δουλειάς τους «επαληθεύουν» την αποτελεσματικότητά τους, αν το "ταξίδεψαν" και το συγκίνησαν το κοινό, με την ανάσα του, τις αντιδράσεις του (ή την απουσία των αντιδράσεων), με την ένταση που τους παρακολουθεί και τέλος με το χειροκρότημα. Κι από την άλλη πλευρά, το κοινό, κι αυτό "επαληθεύει" τη δική του στάση, αναγνωρίζοντας την αλήθεια, τη γνησιότητα της ερμηνείας του καλλιτέχνη,  με τη συγκίνηση, με το αίσθημα, με τη μνήμη, με τη σκέψη, που τα φέρει μέσα του ακόμα και αρκετό χρόνο μετά την παράσταση. Κλείνω και τη δεύτερη παρένθεση.

Ο  δ η μ ό σ ι 0 ς  λόγος των καλλιτεχνών για  δ η μ ό σ ι ε ς  υποθέσεις πώς επαληθεύεται; Η αλήθεια του, πώς αναγνωρίζεται; Ανάλογα με τη δοσολογία ερμηνευτικού πάθους και ύφους του δηλούντος; Η αναγνώριση της καλλιτεχνικής αξίας πρέπει να συνεπάγεται και αναγνώριση της πολιτικής σημασίας των κάθε φορά λεγομένων δημοσίως; Ο καλλιτέχνης που εκφράζεται  π ο λ ι τ ι κ ά  πώς δικαιώνει το λόγο του; Πώς και ο ίδιος δικαιώνεται; Δεν ξέρω άλλο τρόπο, δεν έχω άλλο κριτήριο από τη  σ υ ν έ π ε ι α   λ ό γ ω ν  και      έ ρ γ ω ν. Ή με τον όρο όπως τον είχε εκφράσει εξαιρετικά κάποτε ο Σαββόπουλος: "οι δημόσιες διαμαρτυρίες μας να μη στηρίζονται στην αφαίρεση της ιδιωτικής μας ευθύνης" (περιοδικό "Μουσική", τ.47, Οκτώβρης 1981).





Βάλλουν Καραζήσης και Σαββόπουλος κατά του κράτους. Μάλιστα, αμφότεροι βάλλουν και εναντίον εκείνων που το "υποστηρίζουν" - επιπλέον ο Καραζήσης τους κατονομάζει (σε "κείνη την Αριστερά", χρεώνει το πελατειακό κράτος) ευθυγραμμιζόμενος με τον κύριο πρωθυπουργό μας και τον βουλευτή του Βορίδη. Ο Σαββόπουλος εκφράζεται πιο αόριστα ("Δεν είναι αθώοι όσοι εκμεταλλεύονται τη λαχτάρα του κόσμου για δικαιοσύνη", "Εφημερίδα των Συντακτών", 12/7/2013). Μου φαίνεται ακατανόητη και ταυτόχρονα προκλητική αυτή η επίθεση που γίνεται εδώ και τρία χρόνια στην Αριστερά, λες και η Αριστερά κυβερνούσε από τη Μεταπολίτευση και δώθε. Λες και η Αριστερά ρουσφετολογούσε διορίζοντας, λες και η Αριστερά οργίαζε με κλαδικές, λες και η Αριστερά έπαιρνε κι έδινε μίζες για φανερές και κρυφές αναθέσεις έργων και υπηρεσιών. Αλλά και εκτός αυτού, είναι ακόμα πιο προκλητικό να ακούς ανθρώπους, που και παλιότερα επανειλημμένα έβρισκαν ή έπαιρναν δουλειές από το κράτος, να επιτίθενται σε όσους υπερασπίζονται το δημόσιο χαρακτήρα (γιατί περί αυτού πρόκειται) κοινωφελών τομέων της οικονομίας και της κοινωνίας, όπως είναι η Παιδεία και ο Πολιτισμός. Για ποιο απ' όλα να μιλήσει κανείς; Για τα Φεστιβάλ, για τις Πολιτιστικές Ολυμπιάδες, για τα Μέγαρα Μουσικής, για τις περιοδείες στα στρατόπεδα στην τριετία 1990-93, για τα Ηρώδεια και τις Καλομοίρες που πετάγονταν μέσα από τούρτες γενεθλίων, για το "μόνιμο" αγκαζάρισμα (σε εισαγωγικά, γιατί η μονιμότητα δια νόμου έχει σωστά καταργηθεί, αλλά με σχέσεις διαπλοκής εξασφαλιζόταν και εξασφαλίζεται «δι’ ημετέρους» ) θέσης σε διανομές στα κρατικά θέατρα; Και είναι ακόμα πιο προκλητικό, στα όρια του θράσους, να προβαίνουν σ' αυτές τις δηλώσεις έχοντας αναλάβει ΤΩΡΑ (ΝΑΙ, ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΜΙΛΑΜΕ!) δουλειές με κρατικούς θεσμούς και οργανισμούς. Ο Καραζήσης στο Φεστιβάλ Αθηνών και ο Σαββόπουλος στο Φεστιβάλ Επιδαύρου. Αλήθεια, πώς πρέπει να αισθάνεται ο άνεργος καλλιτέχνης;  Πώς πρέπει να αισθάνεται ο κάθε τολμηρός συνάδελφός του που αναλαμβάνει αβοήθητος ο ίδιος τα ρίσκα της ιδιωτικής του επένδυσης στην τέχνη και αγωνιά για την καλλιτεχνική του (και όχι μόνο) επιβίωση; Πώς πρέπει να αισθάνονται όσοι έμειναν και επιμένουν να είναι έξω απ' αυτές τις συναλλαγές; Άχρηστοι; Κορόιδα; Απροσάρμοστοι; Εκτός αν μιλάμε για τρεις άξιους και ασκητές καλλιτέχνες, που όλα αυτά τα χρόνια αρνήθηκαν και το λάιφ στάιλ και τα νεοπλουτισμό κι έτσι «δικαιούνται δια να ομιλούν». Αλλά είμαστε λίγοι, σχεδόν γνωριζόμαστε όλοι μεταξύ μας, κι ό,τι καλό και στραβό έγινε – κι από ποιους - σ’ αυτόν τον τόπο δεν χρειάζεται να έχουμε ιδιαίτερα εξασκημένη μνήμη για να το θυμηθούμε. «Κρείττον σιγάν» λοιπόν από σεβασμό σ’  α υ τ ο ύ ς που «…όταν Αυτός δοξάστηκε  α υ τ ο ί  στρέψαν τα μάτια…» («Μιλώ», Μ.Αναγνωστάκης, η αραιή υπογράμμιση δική μου).

Είναι αλήθεια, ότι η μόνη πολιτική δύναμη στην Ελλάδα των μεταπολεμικών χρόνων που είχε μια προνομιακή σχέση με την Τέχνη και με τον Πολιτισμό ήταν και είναι η Αριστερά. Ίσως ήταν τότε, στο καθεστώς «κολοβής δημοκρατίας» που επικράτησε μετά τον πόλεμο, η ειρηνική της αντίδραση στη βία των νικητών του εμφυλίου ή, και για να το πούμε διαφορετικά, μέσω της Τέχνης και του Πολιτισμού γινόταν νικήτρια δύναμη όταν στην Πολιτική ήταν ηττημένη. Έσπευσαν, λοιπόν, σ’ εκείνα τα μεταπολεμικά χρόνια, πολλοί - οι περισσότεροι και οι αξιότεροι - καλλιτέχνες και διανοούμενοι να στρατευθούν στις γραμμές της Αριστεράς με γνώση και με φόβο ότι αυτή τους η επιλογή θα είχε συνέπειες στην καλλιτεχνική, αλλά και στην ατομική τους, επιβίωση. Ωστόσο στρατεύθηκαν και υπηρέτησαν την Αριστερά και της ιδέες της. Στα χρόνια της χούντας οι προβλέψεις και οι φόβοι τους «επαληθεύτηκαν». Και αποκλεισμούς υπέστησαν, και λογοκρισίες και απαγορεύσεις, και εξορίες και φυλακίσεις.

Στη δημοκρατία της Μεταπολίτευσης τα πράγματα άλλαξαν. Άνεμος ελευθερίας έπνευσε στην καλλιτεχνική δημιουργία και έκφραση. Όμως η χώρα μας και η δημοκρατία υπολειπόταν σε εκσυγχρονισμό. Δίαυλοι επικοινωνίας των καλλιτεχνών με το κοινό που είχε εν τω μεταξύ αστικοποιηθεί, όπως και όλη η ελληνική κοινωνία άλλωστε,  χωρίς βάρη δεν υπήρχαν. Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας (τηλεόραση, κυρίως, δημόσια και μετά το 1989 και ιδιωτική), συγκροτήματα Τύπου, εταιρείες δισκογραφικές (που στις μέρες μας έχουν καταρρεύσει λόγω της κυριαρχίας του διαδικτύου, αλλά ικανοποιούν ακόμα τεχνικής φύσεως ανάγκες – στούντιο, τυπογραφεία, κλπ.) αλλά και τα   κ ό μ μ α τ α  ανέλαβαν αυτήν την αποστολή της διαμεσολάβησης, για να μην πω πρακτόρευσης (με την έννοια του αγγλικού όρου agency).   Πώς; Με την πρόσκληση των καλλιτεχνών στις κομματικές τους γιορτές, με την πρόσκληση για τη συμμετοχή τους στα κατά τόπους δημοτικά, περιφερειακά και κρατικά φεστιβάλ (όπου και όταν τα κόμματα είχαν την ανάλογη εξουσία, δημοτική, περιφερειακή, κυβερνητική). Έτσι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, στις πλείονες των περιπτώσεων η σχέση τέχνης (των καλλιτεχνών και πνευματικών δημιουργών, πιο συγκεκριμένα) και πολιτικής νοθεύτηκε με στοιχεία  ι δ ι ο τ έ λ ε ι α ς . Δε λέω, υπήρχαν και εξαιρέσεις προσφοράς, αλλά νομίζω ότι δεν αλλάζουν την γενική εικόνα, που περιέγραψα πιο πάνω.

Αυτή η «συζητήσιμη» (πιο επιεική χαρακτηρισμό, δεν βρίσκω) σχέση τέχνης και πολιτικής (με αριστερό ή και γενικότερα προοδευτικό και δημοκρατικό πρόσημο) αποτυπώθηκε και σε ντοκουμέντα. Βίντεο και φωτογραφίσεις. Με περισσή ευκολία καλλιτέχνες στις πρεμιέρες τους, σε εκπομπές διατεταγμένου κεφιού και χαράς, σε πάνελ προεκλογικά ή εκλογικά ή μετεκλογικά, αποθανατίστηκαν σε τρυφερά ενσταντανέ και ταμπλό-βιβάντ με πολιτικούς προσφέροντας το δικό τους υλικό στη γλοιώδη και κολλητική βλέννα που κόλλησε πάνω μας εδώ και 30-40 χρόνια και δε λέει να ξεκολλήσει.




 
Τα ίδια προτίθενται να κάνουν και σε όποια πολιτική αλλαγή κυοφορείται. Και όχι επειδή έχουν καλούς τρόπους, («αστική ευγένεια», τους λέει συνοπτικά ο Γ. Κιμούλης), αλλά για να δηλώσουν ξανά «παρών». Και για να «παντρευτούν» και δεύτερη και τρίτη φορά.  


Ποιος ο γαμπρός και ποια η νύφη; Tι θα τους φέρει "είς γάμου κοινωνίαν"; Ένα βαθύ αίσθημα χρόνων ή ένας κεραυνοβόλος έρωτας; Με πλήρη έγγαμη συμβίωση; Με όλα τα συζυγικά καθήκοντα; Ή μήπως θα πρόκειται για έναν από τους λεγόμενους "λευκούς" γάμους που γίνονταν μέχρι τώρα για να αυγατίσει η περιουσία του καθενός από τα νιογάμπρια; Και τα συμπεθέρια, λαός και εκλογείς του ενός από τη μια και θαυμαστές των καλλιτεχνών από την άλλη, (όσο ξεχωρίζουν τα σύνολα, γιατί μπορεί και να τέμνονται) τι θα λένε άραγε; Θα εύχονται «βίον ανθόσπαρτον» χάσκοντας συγκινημένα; Θα κουνάνε με νόημα και καρτερία το κεφάλι λέγοντας «άντε πάλι μία από τα ίδια…»; Θα πούνε «φτάνει πια! Σταματήστε το δούλεμα!»;

Οι φορείς της νέας πολιτικής που ευαγγελίζονται το  ν έ ο   στην κοινωνία θα πρέπει να αποφασίσουν: ή θα συνεχίσουν να προσφέρονται για γάμους συμφέροντος ή θα αναζητήσουν έρωτα αληθινό και ανιδιοτελή για τις συναρπαστικές ιδέες τους!... 






Δεν υπάρχουν σχόλια: