Δευτέρα 27 Απριλίου 2020

"Το θέατρο στο σκοτεινό μέλλον" γράφει ο Γρηγόρης Ιωαννίδης ("Εφημερίδα των Συντακτών", 27.4.2020)

..............................................................


      Το θέατρο στο σκοτεινό μέλλον





"...Η πολιτεία πρέπει να βρει τρόπους να βοηθήσει με κάποιο πρόγραμμα, υποστηρικτικό και αναγκαίο στους καιρούς που θα έλθουν. Όχι σαν ελεημοσύνη, μα σαν στήριξη ενός κλάδου που θα περάσει περίοδο απελπιστικής κρίσης. Και ας σκεφτούν από τη μεριά τους και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες τι θα κάνουν. Προς το παρόν προτείνω την ιδέα του Θεάτρου Τέχνης για επί μισθώσει διαδικτυακές παραστάσεις..."

γράφει ο Γρηγόρης Ιωαννίδης ("Εφημερίδα των Συντακτών", 27.4.2020)


Είχα ζητήσει από την εφημερίδα να μου παραχωρήσει χώρο τις επόμενες εβδομάδες για να απλώσω σε συνέχειες ένα εκτενές αφιέρωμα για το ελληνικό θέατρο των τελευταίων δεκαετιών. Με το που ξεκίνησα ωστόσο να γράφω μου ήταν αδύνατον να συγκεντρωθώ. Ηταν οι κουβέντες που αντάλλαξα με αγαπητούς συνεργάτες και φίλους στο τηλέφωνο και η ανησυχία που εισέπραττα από τον χώρο∙ ήταν η περιρρέουσα ατμόσφαιρα στα δίκτυα, πιθανόν η ίδια η ψυχολογική κατάσταση ύστερα από τόσες ημέρες εγκλεισμού... Ολοι λίγο-πολύ στρέφονται σε αυτό που απασχολεί τον επαγγελματικό κλάδο του θεάματος. Πως μετά την πρώτη ψύχραιμη αντιμετώπιση της κατάστασης ο ορίζοντας για την επόμενη καλοκαιρινή σεζόν, μα και για τη χειμωνιάτικη, δείχνει ξαφνικά πολύ σκοτεινός.

Ας περιμένει για λίγο το αφιέρωμα... Οπως το καταλαβαίνω, μοιάζει να ανοίγονται δύο σενάρια για το προσεχές μέλλον (μέχρι να εμφανιστεί το αναθεματισμένο εμβόλιο) από τα οποία ειλικρινά δεν ξέρει κανείς ποιο να πρωτοεπιλέξει για εφιάλτη. Το πρώτο θέλει τα θεάματα και τους χώρους καλλιτεχνικής συνεστίασης να παραμένουν «κλειστά» μέχρι νεωτέρας, με τα καλά νέα να έρχονται του χρόνου τέτοιο καιρό ή και αργότερα, ας πούμε το επόμενο καλοκαίρι. Μια ολόκληρη σεζόν δηλαδή χαμένη, με τα περισσότερα, αν όχι με όλα τα θέατρα κλειστά. Κι όσο κι αν ακούγεται υπερβολικό ως απειλή, ποιος θα έδινε άδικο σε εκείνον που θα απαγόρευε την ανταλλαγή χνότων την ώρα της παράστασης, μα και μπροστά στο ταμείο, στο φουαγιέ, στην αναμονή του τρίτου κουδουνιού;... Το πρόβλημα με τα ευρύχωρα θέατρα είναι πως μαζεύουν πολύ κόσμο∙ και με τα άλλα, τα «πρωτοποριακά» και εκλεκτικιστικά πως είναι από μόνα τους πολύ στενάχωρα.

Το δεύτερο σενάριο που μου περιέγραψαν θέλει τα θέατρα να ανοίγουν, τηρώντας όμως «ευλαβικά» τους γνωστούς κανόνες κοινωνικής αποστασιοποίησης. Σαν να θέλεις να φας σκορδαλιά και να δηλώνεις αλλεργικός στο σκόρδο. Το θέατρο (και τα μουσικά του ξαδέλφια), θυμίζω, διαφέρει από τις άλλες τέχνες στο ότι ακριβώς είναι «κάτι» που το κάνουμε όλοι μαζί, ταυτόχρονα ο ένας κοντά στον άλλο. Αν αλλάξεις αυτή τη συνθήκη πιθανόν θα καταλήξεις σε μια άλλη ενδιαφέρουσα πρόταση - που τέλος πάντων θα ξέρει πώς να σερβίρει κατεψυγμένα ως κυρίως πιάτο. Πάντως «θέατρο» δεν θα είναι.


Προσπαθώ να βάλω με τα μυαλό μου μια τέτοια συνθήκη… Επισκεπτόμαστε ένα θέατρο από χωριστούς δρόμους. Συναντούμε φίλους που χαιρετούμε από απόσταση, σχολιάζουμε έξω, στο κρύο, την παράσταση κρατώντας αποστάσεις δύο μέτρων ο ένας από τον άλλο. Και μετά μπαίνουμε σε ομάδες των τριών, όπου μασκοφορεμένοι ταξιθέτες μάς οδηγούν στη θέση μας. Τότε μόνο αντιλαμβανόμαστε πως θα καθίσουμε όλοι (και τα ζευγάρια;) σε απόσταση μιας-δυο θέσεων ο ένας από τον άλλο, όμοια με τις εξεταστικές πανεπιστημιακών αμφιθεάτρων. Σε αυτή την όμορφη και χαλαρή ατμόσφαιρα τα φώτα χαμηλώνουν και μπορούμε πια να βυθιστούμε στην παράσταση… Μα ένα λεπτό! Αυτοί εκεί, απέναντι, πώς έκαναν πρόβα; Και ακόμα χειρότερα, τι έργο είναι αυτό που επιτρέπει μια τόσο πρόστυχη γειτνίαση σωμάτων; Είναι να αναρωτιέται κανείς αν οι κανόνες που ισχύουν για τους ηθοποιούς, οφείλουν να τηρούνται και από τους ρόλους των κλασικών έργων...

Ωραία πράγματα… Και σκεφτείτε για λίγο και τους καλλιτέχνες, τους ηθοποιούς και μουσικούς, που θα πρέπει να παίζουν μπροστά σε μια ξεδοντιασμένη πλατεία, ενώπιον του ενός τρίτου του κανονικού κοινού, που θα φορά από πάνω και χειρουργικές μάσκες και κάθε φορά που θα ακούει το όποιο βηχαλάκι εντός αιθούσης θα ξεχνά αστραπιαία έργο, παράσταση και καλούς τρόπους. Αν συμβούν έτσι τα πράγματα, τότε πράγματι θα μιλούμε για θέατρο ντουμπλ-φας. Θα κοιτιέται κι από τις δυο μεριές: από την πλατεία στη σκηνή, και τούμπαλιν.

Να όμως που κάνω κι εγώ πάλι το ίδιο λάθος. Επιμένω να βλέπω τα πράγματα από την καλλιτεχνική τους πλευρά, την αισθητική όψη, λησμονώντας πως το προκείμενο αυτή τη φορά δεν βρίσκεται σε μια μεταμοντέρνα αντίληψη των επιπτώσεων του παγκόσμιου μπαμπούλα. Οχι, για μια φορά ας προσγειωθούμε λίγο στη γη, για να δούμε τι σημαίνει όλο αυτό όχι για την «τέχνη», αλλά για τους ανθρώπους της.

Γιατί καθόλου ή λίγο θέατρο σημαίνει για τους περισσότερους από αυτούς ακέραιη οικονομική απελπισία. Ας το θυμηθούμε πρώτα οι ίδιοι για να το θυμίσουμε μετά στους άλλους. Το θέαμα είναι πιθανόν επάγγελμα με τις δικές του ιδιαιτερότητες, διατηρεί ωστόσο μια αδήριτη ομοιότητα με τα υπόλοιπα: Και σε αυτό, αν δουλέψεις θα φας. Μετά τις τόσες αναρτήσεις καλλιτεχνών και μια νοοτροπία στον χώρο που σε κάνει να ντρέπεσαι να παραδεχθείς πως κάνεις θέατρο και για κάτι άλλο εκτός από «την ψυχή σου», ξεχνάμε πως πρόκειται για επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται σε συνθήκες καπιταλισμού, πως για τον έναν, τον «πετυχημένο», τον «ακριβό» και «περιζήτητο», αναλογούν εκατοντάδες αφανείς, με πενιχρά εισοδήματα και τρομερή ανασφάλεια. Είναι ωστόσο ίδιοι με εμάς στις ανάγκες, οι οποίες δεν περιορίζονται ασφαλώς σε ένα πιάτο φαΐ. Θέλω να πω πως οι περισσότεροι τοποθετούμε τον καλλιτέχνη σε στάτους διαρκούς νεότητας. Κι όμως όλοι γνωρίζουμε ότι από μια ηλικία και μετά το (κάθε) επάγγελμα γίνεται πεπρωμένο. Με αυτό μεγαλώνεις, με αυτό κάνεις οικογένεια και παιδιά, πληρώνεις τα ρούχα και το μπαλέτο της μικρής, το ενοίκιο και το στεγαστικό, το playstation του λεβέντη. Ναι, με τον Αμλετ, τον Ψαθά και το βιολί σου τα πληρώνεις. Είναι και αυτά «θέατρο».

Ευτυχώς που διατηρείται μέσα σου η μυστική πεποίθηση ότι δεν διάλεξες εσύ το θέατρο, αλλά μάλλον αυτό εσένα... Οταν δεν έκανες τους γονείς σου και πολύ χαρούμενους με την επιλογή σου. Οταν και για όσο δεν παίζεις σε κάποιο γνωστό σίριαλ, τα οικογενειακά τραπέζια παραμένουν βάσανο. Και όταν, όσο μεγαλώνεις και βλέπεις τη μετριότητα να γίνεται η ρουτίνα σου, αντιμετωπίζεις τα πράγματα αλλιώς.

Κοντά σε αυτά έρχεται και το άλλο σήμερα. Νιώθεις πως στα δύσκολα κανείς δεν σε θυμάται ούτε κατά βάθος σε χρειάζεται. Μια καραντίνα έδειξε ποιους χρειαζόμαστε περισσότερο από τους ηθοποιούς – μέχρι και οι κομμωτές δικαιούνται να αισθάνονται δικαιωμένοι. Αν δεν ανεβάζαμε τις παραστάσεις μας στο διαδίκτυο –έστω «για τη διασκέδαση των φίλων»–, σε ποιον αλήθεια θα λείπαμε εκεί έξω;…

Θέλω λοιπόν να πω ότι υπάρχει αληθινή ανάγκη για αυτούς τους επαγγελματίες. Ας μην επαναλάβω το γιατί. Είναι καιρός για έργα. Η πολιτεία πρέπει να βρει τρόπους να βοηθήσει –με τι άλλο;– με κάποιο πρόγραμμα, υποστηρικτικό και αναγκαίο στους καιρούς που θα έλθουν. Οχι σαν ελεημοσύνη, μα σαν στήριξη ενός κλάδου που θα περάσει περίοδο απελπιστικής κρίσης. Και ας σκεφτούν από τη μεριά τους και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες τι θα κάνουν. Το μόνο που μπορώ προς το παρόν να προτείνω είναι την ιδέα του Θεάτρου Τέχνης για επί μισθώσει διαδικτυακές παραστάσεις. Φαντάζομαι τι σκέφτεστε πολλοί γι’ αυτό… Μα εκεί που κινδυνεύουμε να βρεθούμε, μοιάζει με μια κάποια λύση.

Και μακάρι να μη βρεθούμε ποτέ εκεί. Μακάρι να τα σκεφτόμαστε αυτά κάποτε, σαν κακό εφιάλτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: