..........................................................
Η αόρατη ιδεολογία
Τον παλιό καλό καιρό, η πιο
αξιόπιστη και ίσως η μοναδική καταγραφή των πολιτικών μας πεποιθήσεων
ήταν οι εκλογές. Εκτοτε πολλά άλλαξαν χάρη στην τεχνολογία. Σήμερα οι
εταιρείες δημοσκοπήσεων στήνουν συνεχώς κάλπες για να προβλέψουν, κάθε
βδομάδα σχεδόν, τις κυμαινόμενες τύχες των κομμάτων.
Και όχι μόνο. Γιατί δεν περιορίζονται στο απλό ερώτημα «Ποιο κόμμα θα
ψηφίζατε αν γίνονταν τώρα εκλογές;», αλλά ανιχνεύουν και καταγράφουν τη
στάση μας σε πολλά και διάφορα συναφή ζητήματα, όπως «Ποια είναι
δεύτερη επιλογή σας;», «Τι ψηφίσατε την τελευταία φορά;», «Πόσο θα
βαρύνει στην απόφασή σας ένα συγκεκριμένο πρόβλημα;» κ.ο.κ. Ετσι, οι
δημοσκόποι παρουσιάζουν μια πληρέστερη εικόνα των απόψεων και των
επιθυμιών μας.
Αν όμως δεχθούμε, και νομίζω ότι οφείλουμε να δεχθούμε, ότι η
ιδεολογία αρχίζει από το σημείο όπου σταματούν οι ερωτήσεις, θα
οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι οι δημοσκοπήσεις δεν μπορούν να
εντοπίσουν, πόσο μάλλον να μετρήσουν, τις αρχικές και συχνά ανεπίγνωστες
προδιαθέσεις που έμμεσα προκαθορίζουν τη γενικότερη στάση μας.
Κι αυτό μεταθέτει το πρόβλημα από το πεδίο των ενσυνείδητων πολιτικών
προτιμήσεων στον ομιχλώδη χώρο όπου κυριαρχούν διάφορες αυτονόητες
παραδοχές ή πρότυπα συμπεριφοράς, τα οποία επηρεάζουν τις τελικές
πολιτικές επιλογές μας, ακριβώς επειδή δεν φαίνεται να έχουν καμία σχέση
με την πολιτική.
Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με αριθμούς και ποσοστά, αλλά με κάτι άυλο
και ταυτόχρονα καθοριστικό: την περιρρέουσα ιδεολογική ατμόσφαιρα, στην
οποία καλούμαστε να προσαρμοστούμε.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, για να μιλήσουμε συγκεκριμένα, τα διάφορα
τηλεοπτικά παιχνίδια που έχουν τόσο μεγάλη πέραση. Σε μια πρώτη ματιά,
τα παιχνίδια αυτά ανήκουν στην κατηγορία της απλής διασκέδασης που έχει
αναλάβει να μας παρέχει η τηλεόραση.
Ομως ο ανταγωνισμός και η ανάδειξη του νικητή μπορεί μεν να είναι ένα
φαινόμενο διαχρονικό, από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην αρχαιότητα μέχρι
σήμερα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να θεωρηθεί «φυσιολογικό» και
συνεπώς εκτός συζήτησης. Γιατί σημασία έχει ο τρόπος του παιχνιδιού.
Στην αρχή, για να γυρίσουμε μερικές δεκαετίες πίσω, οι διαγωνιζόμενοι
έπρεπε να απαντήσουν σε μια σειρά ερωτήματα αυξανόμενης δυσκολίας.
Δηλαδή ήταν παιχνίδια γνώσεων. Οποιος είχε περισσότερες γνώσεις κέρδιζε.
Στην επόμενη εκδοχή οι διαγωνιζόμενοι υποβάλλονταν σε διάφορες
δοκιμασίες ή, πιο συχνά, επιδείκνυαν το ταλέντο τους σε τραγούδι, χορό,
μαγειρική ή οτιδήποτε άλλο, η δε ανάδειξη των νικητών καθοριζόταν με
βάση μια γνωστή εκ των προτέρων βαθμολογία ή με απόφαση επωνύμων και
καταξιωμένων που λειτουργούσαν ως κριτές.
Εως εδώ τα πράγματα ήταν μάλλον απλά, όπως και στην αρχαία Ολυμπία.
Οι παίκτες, με κριτήρια σαφή και αδιάβλητα, προσπαθούν «να δώσουν τον
καλύτερο εαυτό τους» (όπως λένε οι ποδοσφαιριστές), για να νικήσουν.
Τελευταία όμως έχει αρχίσει να διαδίδεται η εξής νέα παραλλαγή του
τηλεοπτικού παιχνιδιού: νικητής στέφεται όποιος παραμείνει στο παιχνίδι
μέχρι το τέλος αφού οι υπόλοιποι έχουν αποβληθεί ένας ένας, όχι για
παράβαση των κανόνων ή για χαμηλή βαθμολογία, αλλά επειδή οι συμπαίκτες
τους –κι εδώ ταιριάζει ο όρος ανταγωνιστές– αποφασίζουν με ψηφοφορία την
αποπομπή τους.
Το σκηνικό έχει αλλάξει. Σημασία δεν έχει πλέον η μετρήσιμη αξιοσύνη,
αλλά οι ελιγμοί, οι τακτικισμοί, η υπονόμευση του αντιπάλου –έτσι
εξηγούνται οι κατ’ ιδίαν μπηχτές κατά των άλλων αλλά μπροστά στην
κάμερα–, οι ευκαιριακές συμμαχίες για να αποβληθεί ο πιο ικανός και
συνεπώς πιο επικίνδυνος αντίπαλος. (Σε παιχνίδι που παρακολούθησα, ένας
από τους διαγωνιζόμενους δήλωσε απερίφραστα ότι βαθμολόγησε με μηδέν την
απόδοση του ανταγωνιστή του με μόνο κριτήριο να τον σταματήσει.)
Μια γενική σύρραξη χωρίς αρχές, όλοι εναντίον όλων, εφόσον ο
σημερινός σύμμαχος θα γίνει ο αυριανός εχθρός. Στο τέλος φυσικά θα
αναδειχθεί ο νικητής, όπως και στα παλιότερα παιχνίδια, αλλά δεν θα
είναι ο καλύτερος· θα είναι ο πιo πονηρός και αδίστακτος.
Οσο για εμάς τους θεατές, αριστερούς τε και δεξιούς, περνάμε καλά
γιατί το παιχνίδι μάς κάνει να ζούμε πιο έντονα. Eχοντας διαλέξει ποιους
συμπαθούμε και ποιους δεν χωνεύουμε, αγωνιούμε για το αποτέλεσμα της
ψηφοφορίας, πανηγυρίζουμε όταν οι δικοί μας κερδίζουν κι όταν χάνουν
στιγματίζουμε την αδικία.
Και δεν μας περνάει καν από το μυαλό ότι αυτό που βλέπουμε δεν
συνιστά απλή ψυχαγωγία που τη χρειαζόμαστε τις δύσκολες τούτες μέρες,
αλλά λειτουργεί ως έμμεση και γι’ αυτό αποτελεσματική υποβολή ενός
πρότυπου κοινωνικής συμπεριφοράς περιβεβλημένου με τον μανδύα του
αναπόφευκτου. Οι άλλοι είναι εκείνοι που πρέπει με κάθε μέσο να χάσουν
για να βγούμε εμείς κερδισμένοι.
Κι αν νομίζετε ότι προσπαθώ να βγάλω ιδεολογικό ξίγκι από τη μύγα
ενός αθώου παιχνιδιού, σας υπενθυμίζω ότι αρχικά η λέξη «ψυχαγωγία»
σήμαινε την αγωγή της ψυχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου