............................................................
από τον συγγραφέα και φίλο στο fb Nicolas Sevastakis (facebook, 9/4/2018)
ΜΙΑ ΛΙΣΤΑ και κάποιες Σκέψεις
[1. ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ΄70]
από τον συγγραφέα και φίλο στο fb Nicolas Sevastakis (facebook, 9/4/2018)
Θα μπορούσα να ξεκινήσω από τη δεκαετία του ΄60 και να συμπεριλάβω
πλήθος άλλων ακουσμάτων που πύκνωσαν όλα στο διάστημα 1978/1980, στο
γύρισμα της δεκαετίας, όταν άρχισα να αγοράζω για πρώτη φορά μουσική- με
παραγγελίες.
Να πω, επίσης, ότι ''είδη'' που τα άκουσα πολύ δημοσίως, συνήθως δεν έτρεχα να τα βρω στο βινύλιο (και αργότερα στο CD). Αφού τα έπαιζαν γύρω-γύρω, ποιος ο λόγος; Κάποια δείγματα χωρούσαν και σε κασέτα μαζί με πιο ποπ αισθηματολογία. Η δισκοθήκη όμως φτιαχνόταν από αυτά που τα θεωρούσα κάτι σαν μουσική δωματίου. Πολλά, άλλα ακούσματα (που δεν τα έβαλα στη λίστα) αφορούσαν, κατά κύριο λόγο, την soul και funk σκηνή του ΄70 (Sly and the family stone, kc and the sunshine band κλπ. χορευτικά και ''γκιράπικα'') αλλά και το πρώιμο κι ακατέργαστο πανκ.
Από την άλλη, περιττό να πω ότι σαν μαθητές ακούγαμε όλη τη γκάμα του κλασικού ροκ και μπλουζ ροκ, το πλέγμα Doors, Zeppelin κλπ. αλλά και τα πρώτα ηλεκτρονικά όπως το supernature του Γάλλου παραγωγού Cerrone.
Έρχομαι όμως τώρα στην παρακάτω λίστα που την καταθέτω ως ενδεικτική μιας απότομης μετάβασης. Στην αρχή είναι η ανακάλυψη της μεγάλης, πολύπλευρης, χορταστικής βρετανικής σκηνής του art rock, του «προοδευτικού ροκ» (έκφραση που ποτέ δεν την αποδέχτηκα γιατί το προοδευτικό τότε ήταν τα Αγροτικά του Θωμά Μπακαλάκου). Από τις πιο διάσημες και καθολικά επιδραστικές εκδοχές (Pink Floyd) μέχρι τις πιο ιδιαίτερες και κατά τη γνώμη μου αδικημένες καλλιτεχνικές επιτεύξεις. Ακούγοντας, για παράδειγμα, το άλμπουμ Octopus των Gentle Giant ή το αριστοτεχνικό free hand ένιωθες τι σημαίνει έμπρακτη κατάργηση των στεγανών μέσα σε κάτι που συμβατικά αποκαλούσε κανείς ροκ (από αναγεννησιακή μουσική μέχρι κελτική μπαλάντα και φυσικά τζαζ αυτοσχεδιασμός). Μια άλλη περιοχή κάλυπτε την φολκ και τζαζ ροκ ευαισθησία με κομψοτεχνήματα σύνθεσης (Traffic).
Όμως προς τα τέλη της δεκαετίας αιωρούνταν μια αίσθηση αδημονίας και εκνευρισμού από το μεγαλείο και κάποιους φλύαρους, μεσοαστικούς καθεδρικούς της συνθετικής ροκ. Καλοί οι Eloy αλλά κάτι συνέβη και ακουγόταν σαν κάτι ενδιαφέρον αλλά δίχως πνοή. Το πανκ, μουσικά, ήταν πριμιτιβισμός, κακοτεχνία, σκέτο φτύσιμο στην καλαισθησία. Ήταν κοινωνικά ακοινώνητη και εναντιωματική μουσική- όχι για ταξίδι και ρέμβη αλλά ένα είδος άμεσης απόκρισης στην αλήθεια των νευρικών κοινωνικών σχέσεων στις μητροπόλεις. Αν και κοινωνικά το αντιλαμβανόσουν καλά, χρειαζόταν κάτι παραπάνω στη στροφή της δεκαετίας για να το αναγνωρίσεις στη συγκίνηση της μουσικής. Κάτι δηλαδή που θα μπορούσες να το ακροαστείς κατά μόνας. Το λεγόμενο Post-punk ήταν η πιο λυρική, εσωτερική και μελαγχολική συνέχεια του πανκ. Μια προδοσία της πρωτογενούς λαϊκότητας χάριν ενός κώδικα όπου η αγωνία, το angst, είχε την πρωτοκαθεδρία έναντι της οργής. Αν το πανκ ήταν ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός, το Post-punk έμοιαζε με την ''ποίηση της ήττας'' και βέβαια αυτήν διαβάσαμε περισσότερο. Δυο άλμπουμ από το μεταιχμιακό 1979 (και το σίνγλ των Tuxedomoon “no tears” της ίδιας περιόδου, πριν το Desire) έρχονται να πάρουν τη θέση των προηγούμενων. Παρόλα αυτά, υπήρχε μια περίοδος όπου ο στοχαστικός τζέντλεμαν και παλαιό μέλος σε χορωδία Ιησουιτών Peter Hammill μπορούσε να συνυπάρξει με τον βασανισμένο Ian Curtis- να συνομιλήσουν στην ίδια μελωδική κλίνη και εντέλει στο ίδιο βιωματικό πλάνο.
Διότι, να προσθέσω, η μουσική μπορούσε να είναι μια πλήρης πανοπλία ή ένα κανονικό ρούχο. Όχι αξεσουάρ, μήτε νοστιμάδα ή κοινωνική εκδήλωση αλλά ο τρόπος με τον οποίον κάποιος/ α μπορούσε και ίσως και τώρα μπορεί ακόμα να φανταστεί το φάσμα της καθημερινότητας. Για να προχωρήσει λίγο πιο πέρα από εκεί που τον καρφώνει η κοινωνική, μορφωτική, γεωγραφική του καταγωγή.
Αυτή την πανοπλία που τελικά ήταν το ίδιο μας το δέρμα (αφού με πολλά τραγούδια πληγώνεται κανείς), δεν μπορείς να την εξηγήσεις. Μόνο να μοιράσεις κάποια από τα εξαρτήματά της. Εδώ από τη δεκαετία του ΄70 και αργότερα από άλλες δεκαετίες.
Να πω, επίσης, ότι ''είδη'' που τα άκουσα πολύ δημοσίως, συνήθως δεν έτρεχα να τα βρω στο βινύλιο (και αργότερα στο CD). Αφού τα έπαιζαν γύρω-γύρω, ποιος ο λόγος; Κάποια δείγματα χωρούσαν και σε κασέτα μαζί με πιο ποπ αισθηματολογία. Η δισκοθήκη όμως φτιαχνόταν από αυτά που τα θεωρούσα κάτι σαν μουσική δωματίου. Πολλά, άλλα ακούσματα (που δεν τα έβαλα στη λίστα) αφορούσαν, κατά κύριο λόγο, την soul και funk σκηνή του ΄70 (Sly and the family stone, kc and the sunshine band κλπ. χορευτικά και ''γκιράπικα'') αλλά και το πρώιμο κι ακατέργαστο πανκ.
Από την άλλη, περιττό να πω ότι σαν μαθητές ακούγαμε όλη τη γκάμα του κλασικού ροκ και μπλουζ ροκ, το πλέγμα Doors, Zeppelin κλπ. αλλά και τα πρώτα ηλεκτρονικά όπως το supernature του Γάλλου παραγωγού Cerrone.
Έρχομαι όμως τώρα στην παρακάτω λίστα που την καταθέτω ως ενδεικτική μιας απότομης μετάβασης. Στην αρχή είναι η ανακάλυψη της μεγάλης, πολύπλευρης, χορταστικής βρετανικής σκηνής του art rock, του «προοδευτικού ροκ» (έκφραση που ποτέ δεν την αποδέχτηκα γιατί το προοδευτικό τότε ήταν τα Αγροτικά του Θωμά Μπακαλάκου). Από τις πιο διάσημες και καθολικά επιδραστικές εκδοχές (Pink Floyd) μέχρι τις πιο ιδιαίτερες και κατά τη γνώμη μου αδικημένες καλλιτεχνικές επιτεύξεις. Ακούγοντας, για παράδειγμα, το άλμπουμ Octopus των Gentle Giant ή το αριστοτεχνικό free hand ένιωθες τι σημαίνει έμπρακτη κατάργηση των στεγανών μέσα σε κάτι που συμβατικά αποκαλούσε κανείς ροκ (από αναγεννησιακή μουσική μέχρι κελτική μπαλάντα και φυσικά τζαζ αυτοσχεδιασμός). Μια άλλη περιοχή κάλυπτε την φολκ και τζαζ ροκ ευαισθησία με κομψοτεχνήματα σύνθεσης (Traffic).
Όμως προς τα τέλη της δεκαετίας αιωρούνταν μια αίσθηση αδημονίας και εκνευρισμού από το μεγαλείο και κάποιους φλύαρους, μεσοαστικούς καθεδρικούς της συνθετικής ροκ. Καλοί οι Eloy αλλά κάτι συνέβη και ακουγόταν σαν κάτι ενδιαφέρον αλλά δίχως πνοή. Το πανκ, μουσικά, ήταν πριμιτιβισμός, κακοτεχνία, σκέτο φτύσιμο στην καλαισθησία. Ήταν κοινωνικά ακοινώνητη και εναντιωματική μουσική- όχι για ταξίδι και ρέμβη αλλά ένα είδος άμεσης απόκρισης στην αλήθεια των νευρικών κοινωνικών σχέσεων στις μητροπόλεις. Αν και κοινωνικά το αντιλαμβανόσουν καλά, χρειαζόταν κάτι παραπάνω στη στροφή της δεκαετίας για να το αναγνωρίσεις στη συγκίνηση της μουσικής. Κάτι δηλαδή που θα μπορούσες να το ακροαστείς κατά μόνας. Το λεγόμενο Post-punk ήταν η πιο λυρική, εσωτερική και μελαγχολική συνέχεια του πανκ. Μια προδοσία της πρωτογενούς λαϊκότητας χάριν ενός κώδικα όπου η αγωνία, το angst, είχε την πρωτοκαθεδρία έναντι της οργής. Αν το πανκ ήταν ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός, το Post-punk έμοιαζε με την ''ποίηση της ήττας'' και βέβαια αυτήν διαβάσαμε περισσότερο. Δυο άλμπουμ από το μεταιχμιακό 1979 (και το σίνγλ των Tuxedomoon “no tears” της ίδιας περιόδου, πριν το Desire) έρχονται να πάρουν τη θέση των προηγούμενων. Παρόλα αυτά, υπήρχε μια περίοδος όπου ο στοχαστικός τζέντλεμαν και παλαιό μέλος σε χορωδία Ιησουιτών Peter Hammill μπορούσε να συνυπάρξει με τον βασανισμένο Ian Curtis- να συνομιλήσουν στην ίδια μελωδική κλίνη και εντέλει στο ίδιο βιωματικό πλάνο.
Διότι, να προσθέσω, η μουσική μπορούσε να είναι μια πλήρης πανοπλία ή ένα κανονικό ρούχο. Όχι αξεσουάρ, μήτε νοστιμάδα ή κοινωνική εκδήλωση αλλά ο τρόπος με τον οποίον κάποιος/ α μπορούσε και ίσως και τώρα μπορεί ακόμα να φανταστεί το φάσμα της καθημερινότητας. Για να προχωρήσει λίγο πιο πέρα από εκεί που τον καρφώνει η κοινωνική, μορφωτική, γεωγραφική του καταγωγή.
Αυτή την πανοπλία που τελικά ήταν το ίδιο μας το δέρμα (αφού με πολλά τραγούδια πληγώνεται κανείς), δεν μπορείς να την εξηγήσεις. Μόνο να μοιράσεις κάποια από τα εξαρτήματά της. Εδώ από τη δεκαετία του ΄70 και αργότερα από άλλες δεκαετίες.
Van Der Graaf Generator H to He who am the only one, Charisma, 1970.
Caravan, In the Land of Grey and Pink, Deram, 1971
Traffic, John Barleycorn must die, Island Records, 1970
Ralph Towner, Solstice, ECM, 1975
Pink Floyd, Wish you were here, 1975, Harvest Records.
Gentle Giant, free hand, Chrysalis/ Capitol, 1975.
Joy Division, Unknown Pleasures, Factory records, 1979
Wire, 154, Harvest Records, 1979.
Caravan, In the Land of Grey and Pink, Deram, 1971
Traffic, John Barleycorn must die, Island Records, 1970
Ralph Towner, Solstice, ECM, 1975
Pink Floyd, Wish you were here, 1975, Harvest Records.
Gentle Giant, free hand, Chrysalis/ Capitol, 1975.
Joy Division, Unknown Pleasures, Factory records, 1979
Wire, 154, Harvest Records, 1979.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου