.............................................................
Στο Φεστιβάλ υπάρχει ένα λάθος που κρατάει χρόνια
Έχουμε ένα αδιαμφισβήτητο ταλέντο σ’ αυτή τη χώρα: Χωριζόμαστε σε
«στρατόπεδα» με την παραμικρή ευκαιρία και εκφυλίζουμε εύκολα κάθε
αντιπαράθεση στο επίπεδο των ελληνικών γηπέδων. Δεν θα χαλούσαμε αυτή
την παράδοση για το χατίρι κανενός κυρίου Φαμπρ.
Στο μικρό διάστημα που μπήκε στη ζωή μας, αν υπήρξε χρήσιμος σε κάτι,
αυτό ήταν πως επιβεβαίωσε ότι οι πάντες έχουμε άποψη για όλα –συνήθως
δε την άποψη που κάθε φορά μας βολεύει.
Δεν γνωρίζω τον άνθρωπο και το έργο του, όμως από τη στιγμή που τον επέλεξε το Υπουργείο Πολιτισμού, υπέθεσα ότι κάποιοι ήξεραν, ή νόμιζαν τέλος πάντων ότι ήξεραν, τι κάνουν.
Αλλά πολύ γρήγορα φάνηκε ότι κάτι δεν πάει καλά.
Δεν γνωρίζω τον άνθρωπο και το έργο του, όμως από τη στιγμή που τον επέλεξε το Υπουργείο Πολιτισμού, υπέθεσα ότι κάποιοι ήξεραν, ή νόμιζαν τέλος πάντων ότι ήξεραν, τι κάνουν.
Αλλά πολύ γρήγορα φάνηκε ότι κάτι δεν πάει καλά.
Το να δηλώνει ο επικεφαλής του Φεστιβάλ, «δεν ξέρω πρόσωπα και
πράγματα, δεν έχω άποψη για τους έλληνες δημιουργούς –και αποφάσισα να
κάνω ένα έτος Βελγίου γιατί αγαπώ αυτή τη μικρή χώρα που είναι ο τόπος
μου», είναι κομματάκι άκομψο, δεν είναι;
Νομίζω είναι. Άκομψο –και όχι μόνο. Διότι δυστυχώς, σημαίνει επίσης
ότι ο άνθρωπος, όσο αξιόλογος κι αν είναι, μάλλον δεν κάνει για τη
δουλειά. Όταν σε καλούν να διευθύνεις το μεγαλύτερο Φεστιβάλ μιας χώρας
ενώ δεν έχεις, όπως λες, γνώση γι’ αυτήν και παρ’ όλ’ αυτά δέχεσαι τη
δουλειά, χωρίς καν να πεις, «θα δουλέψω σκληρά και θα ενημερωθώ, θα
μάθω», λυπάμαι, αλλά δεν νομίζω πως αξίζει να σ’ εμπιστευτεί κανείς.
Οι πρώτες αντιδράσεις ήρθαν από «επώνυμους έλληνες καλλιτέχνες» (δεν
ξέρω τι σημαίνει επώνυμος καλλιτέχνης, γι’ αυτό τα εισαγωγικά).
«Μας προσβάλει ο κύριος Φαμπρ!» -απεφάνθησαν, δια συλλογής υπογραφών, κάποιοι εξ αυτών.
Μας προσβάλει γιατί; Ο ίδιος είπε ότι δεν ξέρει –κι αυτό δεν
προσβάλλει κανέναν άλλον εκτός από τον εαυτό του. Έχω την βάσιμη υποψία
ότι εννοούσαν «φέρνει δικούς του αυτός, εμείς δεν θα αρτυθούμε τίποτε
φέτος κατά τα φαινόμενα». Γιατί, να μη κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό
μας, τα λεφτά δεν είναι βέβαια πολλά, όπως στις «καλές» εποχές, αλλά
πάντως είναι λεφτά.
Άλλωστε, η ανακοίνωση που καθαρά υπονοώ, που υπέγραψαν διάφοροι εκ
των επωνύμων, σταθερά παρόντες στα παρόντες πάντοτε στα Φεστιβάλ, σαφώς
αναφέρει ότι «…με τις 3.000 ευρώ που θα έπαιρναν κάποιοι, θα περνούσαν
κάποιους μήνες…»
Στο θεό που πιστεύουμε, είναι αυτό επιχείρημα; Τα Φεστιβάλ γίνονται
«για να περάσουμε κάποιους μήνες;» Κάνουμε Τέχνη, «για να περάσουμε
κάποιους μήνες;»
Αν το πίστευα, δεν θα διαβάζατε αυτές τις γραμμές.
Αν το πίστευα, δεν θα διαβάζατε αυτές τις γραμμές.
Διότι «από πίτα που δεν τρως (ούτε έφαγες, ούτε θα φας ποτέ) μη σε νοιάζει κι αν καεί».
Από πολλούς, άσχετους με τον καλλιτεχνικό χώρο, η περίπτωση θεωρήθηκε
ιδανική ευκαιρία να χτυπηθεί η κυβέρνηση και κάθε ιδέα που ενοχλεί τον
συντηρητισμό τους.
«Γιατί Βέλγος; Χάθηκαν οι Έλληνες; Από πού κι ως πού Έτος Βελγίου; Αφελληνιζόμαστε!»
«Γιατί Βέλγος; Χάθηκαν οι Έλληνες; Από πού κι ως πού Έτος Βελγίου; Αφελληνιζόμαστε!»
Η ιδέα ενός «έτους Βελγίου», ή οποιασδήποτε άλλης χώρας, είναι μια
καλή ιδέα. Δεν είμαστε εμείς αποκλειστικοί προμηθευτές πολιτισμού της
υφηλίου όπως νομίζουν κάποιοι υπερπατριώτες.
Μόνο πού, αν αποφασιζόταν κάτι τέτοιο, δεν έπρεπε να γίνει επειδή ο Διευθυντής του Φεστιβάλ αυτό είχε πρόχειρο. Αλλά επειδή θα υπήρχε συγκροτημένη άποψη της οργανωτικής επιτροπής, που θα απευθυνόταν σε δημιουργούς απ’ όλο τον κόσμο ζητώντας τις προτάσεις τους, που θα της αξιολογούσε και μετά θα κατέληγε στην επιλογή του προσώπου που θα τις υλοποιούσε.
Μόνο πού, αν αποφασιζόταν κάτι τέτοιο, δεν έπρεπε να γίνει επειδή ο Διευθυντής του Φεστιβάλ αυτό είχε πρόχειρο. Αλλά επειδή θα υπήρχε συγκροτημένη άποψη της οργανωτικής επιτροπής, που θα απευθυνόταν σε δημιουργούς απ’ όλο τον κόσμο ζητώντας τις προτάσεις τους, που θα της αξιολογούσε και μετά θα κατέληγε στην επιλογή του προσώπου που θα τις υλοποιούσε.
Το οποίο πρόσωπο, προφανώς και θα μπορούσε να είναι οποιασδήποτε εθνικότητας.
Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου μαζί με τον –διευθυντή της Συμφωνικής Κρατικής
Ορχήστρας του Μπακού – Θόδωρο Κουρετζή, ανέλαβαν τις τελετές έναρξης
και λήξης των Ευρωπαϊκών αγώνων του Μπακού το 2015 και, εξ αυτών,
προέκυψαν έξι υποψηφιότητες για τα βραβεία ΕΜΜΥ.
Λοιπόν, δύο Έλληνες στο Αζερμπαϊτζάν… ένας Βέλγος στην Ελλάδα… Τι διαφορά έχει;
Έχει τη διαφορά, ότι οι εν λόγω τελετές ήταν ταυτόχρονα υπερεθνικές και… Αζερμπαϊτζάν.
Σεβασμός και ανάδειξη της παράδοσης της χώρας πριν από όλα.
Σεβασμός και ανάδειξη της παράδοσης της χώρας πριν από όλα.
Μιας πολύ πλούσιας και σύνθετης παράδοσης που αναδείχθηκε εξαιρετικά και συνδέθηκε με παγκόσμιους συμβολισμούς.
Τις γελοιότητες των πάσης φύσεως ακροδεξιών και όχι μόνο αντιπολιτευομένων, οι οποίοι με αφορμή μια –ενδιαφέρουσα αν μη τι άλλο –εγκατάσταση του Γιαν Φαμπρ που περιελάμβανε γυμνούς άντρες, ωρύονταν για «παλλόμενα πέη», «ανώμαλους ευρωπαίους φίλους του ΣΥΡΙΖΑ» και άλλα ευτράπελα, δεν αξίζει να τις σχολιάσει κανείς.
Τις γελοιότητες των πάσης φύσεως ακροδεξιών και όχι μόνο αντιπολιτευομένων, οι οποίοι με αφορμή μια –ενδιαφέρουσα αν μη τι άλλο –εγκατάσταση του Γιαν Φαμπρ που περιελάμβανε γυμνούς άντρες, ωρύονταν για «παλλόμενα πέη», «ανώμαλους ευρωπαίους φίλους του ΣΥΡΙΖΑ» και άλλα ευτράπελα, δεν αξίζει να τις σχολιάσει κανείς.
Υποθέτω άλλωστε ότι όλοι αυτοί, δεν έχουν δει ποτέ αρχαιοελληνικά ερυθρόμορφα αγγεία.
Ο Υπουργός Πολιτισμού, εκ των υστέρων μίλησε για παρεξήγηση. Δεν πρόκειται για παρεξήγηση, πρόκειται για λάθος. Ένα λάθος που κρατάει χρόνια:
Ο Υπουργός Πολιτισμού, εκ των υστέρων μίλησε για παρεξήγηση. Δεν πρόκειται για παρεξήγηση, πρόκειται για λάθος. Ένα λάθος που κρατάει χρόνια:
Βρίσκουμε έναν καταξιωμένο καλλιτέχνη (ότι κι αν αυτό σημαίνει, ποτέ
δεν κατάλαβα ποιος και πώς το ορίζει αυτό), του αναθέτουμε τη δουλειά
και, καταξιωμένος είναι, θα ξέρει αυτός.
(Την διάχυτη αντίληψη ότι ο καταξιωμένος πρέπει να είναι είτε «δικός μας», είτε ξένος –για να μη μας πουν ότι είναι «δικός μας» – επειδή δεν έχω ιδέα αν ευσταθεί ή όχι, την αφήνω ασχολίαστη).
Ας αρχίσουμε να κάνουμε επιτέλους το σωστό:
(Την διάχυτη αντίληψη ότι ο καταξιωμένος πρέπει να είναι είτε «δικός μας», είτε ξένος –για να μη μας πουν ότι είναι «δικός μας» – επειδή δεν έχω ιδέα αν ευσταθεί ή όχι, την αφήνω ασχολίαστη).
Ας αρχίσουμε να κάνουμε επιτέλους το σωστό:
Πρώτα αποφασίζουμε τι θέλουμε να κάνουμε –και μετά επιλέγουμε.
Αν λειτουργούσαμε έτσι, δεν θα υπήρχε καμιά «παρεξήγηση».
Και θα καταλήγαμε σε κάποιον, ανεξαρτήτως εθνικότητας, σαν τον Παπαϊωάννου ή τον Κουρετζή.
Υπάρχουν σε όλο τον κόσμο δημιουργοί, που θα μπορούσαν να κάνουν
σπουδαία πράγματα με την Ιστορία, την παράδοση και «πρόσωπα και
πράγματα» του Αζερμπαϊτζάν.
Τι στο καλό… Δεν θα έβρισκαν άκρη με το Βέλγιο;
* O κ. Κώστας Αποστόλου είναι ηθοποιός, μέλος του Συντονιστικού της Κίνησης «Κοινωνία Πρώτα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου