"Η τέχνη, και να το θέλουμε, δεν μπορεί πια να είναι για μας μια σπουδή γυμνής ομορφιάς. Αυτό το σκέφτομαι επίμονα κάθε φορά που βλέπω μερικές κινέζικες ζωγραφιές. Θέλω να βγάλω έναν επικήδειο του ανέφελα ωραίου […] Νομίζω πως δεν μας φτάνει πια η απόλαυση του ωραίου που διαστέλλει την ψυχή σε άχρονη έκσταση. […] Δεν βρισκόμαστε σ' ένα fin de siècle. Έχουμε ήδη εισχωρήσει βαθειά μέσα σ'ένα ζέοντα και ανασχηματιζόμενο κόσμο. Κι αυτοί που μπορούν να μιλήσουν, για να είναι σύγχρονοι, πρέπει να μιλάνε τη γλώσσα του".

Σκέψεις που θα μπορούσαν να είχαν γραφεί σήμερα η Νόρα Αναγνωστάκη τις διατύπωνε ήδη από τη δεκαετία του '60 στις "Μαγικές Εκόνες. Επτά δοκίμια, 1960-1965" (εκδ. Τραμ, 1973). Κι αν οι παραπάνω μοιάζουν φράσεις κλειδιά για την κατανόηση του νέου κόσμου που ανοίγεται μπροστά μας, δεν είναι παρά ένα μικρό μόνο δείγμα ενός οξυδερκούς μυαλού, ενός σημαντικού αναστήματος στη δοκιμιογραφία και τα ελληνικά γράμματα. Η Νόρα Αναγνωστάκη η σπουδαία δοκιμιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας και μεταφράστρια, η αγαπημένη σύντροφος του Μανόλη Αναγνωστάκη πέθανε στις 10.30 το πρωί στην κλινική Γρηγοριάδη, όπου νοσηλευόταν το τελευταίο διάστημα, έχοντας διαρκώς στο πλάι της τον μοναχογιό τους Ανέστη. Η κηδεία της θα γίνει την Παρασκευή στις 2.30 το μεσημέρι από το νεκροταφεί ο του Κόκκινου Μύλου.

Η φινετσάτη γυναίκα με την αρχοντική όψη, παρ' ότι πολύτιμη σύντροφος και συνοδοιπόρος του Μανόλη Αναγνωστάκη δεν έζησε ουδόλως στη σκιά του ποιητή. Υπήρξε αυτόφωτη πνευματική παρουσία, οξυδερκής με μεγάλη κατάρτηση και ευεπίφορη σε κάθε τι καινούριο παρουσιαζόταν στην τέχνη της γραφής και τη θεωρία της λογοτεχνίας και μάλιστα σε μια εποχή που οι ιδεολογικές αντιπαραθέσεις σκίαζαν το πνευματικό και λογοτεχνικό πεδίο και δεν βοηθούσαν ιδιαίτερα την ανανέωση του κριτικού λόγου. Η δική της συνεισφορά σ' αυτή την ανανέωση του κριτικού λόγου της μεταπολεμικής περιόδου υπήρξε πολύ σημαντική. Η Νόρα Αναγνωστάκη μεταφράζει ταυτόχρονα με την έκδοσή του το 1960, εκτενή απσπάσματα του έργου "Ο Βαθμός μηδέν της γραφής" του Ρολάν Μπάρτ, φέρνοντας το όνομα του γάλλου θεωρητικού στην Ελλάδα την περίοδο που μόλις έχει εμφανιστεί στη Γαλλία. Επιπλέον ανάδειξε τα προτάγματα του "Νέου Μυθιστορήματος" ενω εξίσου σημαντική υπήρξε η συμβολή της στην ανάδειξη ελλήνων δημιουργών. Με πρωτότυπη και διεισδυτική ματιά ανάγνωσε το έργο σημαντικών ποιητών όπως ο Πρωτότυπη και διεισδυτική ήταν η ματιά της στο έργο ποιητών όπως ο Μίλτος Σαχτούρης, η Ελένη Βακαλό, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Δ.Π.Παπαδίτσας, ο Κλείτος Κύρου κ.α.

Η Νόρα Αναγνωστάκη, με καταγωγή από την Κρήτη και την Μικρά Ασία, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1930. Παρ' ότι σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας δεν άσκησε ποτέ τη δικηγορία, αντιθέτως εργάστηκε ως βιβλιοπώλης στη Θεσσαλονίκη. Είχε τη δική της σημαντική συμβολή στο περιοδικό "Κριτική" του Μανόλη Αναγνωστάκη, του οποίου υπήρξε υπεύθυνη για την παρουσίαση κειμένων λογοτεχνίας και θεωρίας της λογοτεχνίας και στο οποίο πρωτοεμφανίστηκε με το δοκίμιο "Προοίμιο στην ποίηση της Ελένης Βακαλό". Συνεργάστηκε επίσης με τα περιοδικά "Ενδοχώρα", "Νέα Πορεία" και "Χρονικό" και συμμετείχε στα αντιδικτατορικά "Δεκαοχτώ Κείμενα" που εκδόθηκαν στη διάρκεια της χούντας, το 1970. Εκτός από τις "Μαγικές Εικόνες" εκδόθηκαν επίσης τα έργα της "Διαδρομή:δοκίμια κριτικής 1960-1995" (εκδ. Νεφέλη 1995) και "Κριτικές ασκήσεις" (εκδ. Στιγμή, 1988). Όπως σημειώνει ο κριτικός της λογοτεχνίας Αλέξης Ζήρας στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", "Η Νόρα Αναγωνστάκη στα λίγα τον αριθμό αλλά εμβληματικά δοκίμιά της, συνδύασε την ελεύθερη πραγμάτευση και τον αδιάκοπο διάλογο με τη γλώσσα και το ύφος του έργου,έναν συνδυασμό που έχει αρκετά κοινά στοιχεία με τον τρόπο κριτικού διαλόγου του γάλλου Ρολάν Μπαρτ .
Η απουσία στενών θεωρητικών δεσμεύσεων και η ανοιχτή εκδήλωση της προσωπικής της συμπάθειας για τα έρα που επέλεγε είναι δύο από τους βασικούς άξονες του κριτικού της εγχειρήματός της, αν και εξίσου βασική συνισταμένη  της αξιολόγησής της υπήρξε η πηγαία ποιητική της διάθεση" .
Το 1966 τιμήθηκε με το Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου της.