.........................................................
Εφυγε για το τελευταίο «Νυχτερινό»
ΑΝΤΟΝΙΟ ΤΑΜΠΟΥΚΙ
Του Δημήτρη Ν. Μανιάτη
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στα "ΝΕΑ", Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012
Συγγραφέας με μεγάλο έργο και δεινός μελετητής του Πεσόα. Ο ιταλός στοχαστής, που πέθανε χθες στα 68 του, ήταν ένας παρεμβατικός διανοούμενος, ταγμένος στην ανησυχία
«To νήμα της ανησυχίας» ήταν ο τίτλος της ομιλίας του το 2010, όταν ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Μια ομιλία-διαδρομή στη λογοτεχνία.
Το νήμα της δικής του ανησυχίας για τις ιδέες, το μέλλον της Ευρώπης, τη δημοκρατία κόπηκε χθες από καλπάζοντα επιθετικό καρκίνο. Ο ιταλός συγγραφέας Αντόνιο Ταμπούκι έφυγε σε ηλικία 68 ετών στην αγαπημένη του Λισαβώνα.
Ο Αντόνιο Ταμπούκι όμως δεν ήταν απλώς ένας ακόμη συγγραφέας (και μάλιστα με δύο διεθνή μπεστ σέλερ, τα «Ετσι ισχυρίζεται ο Περέιρα» και «Ο Τριστάνο πεθαίνει»). Ηταν ένας παρεμβατικός διανοούμενος με μάχιμη αρθρογραφία σε «Corriere della Sera» και «El Pais», ένας ταξιδευτής.
Είχε μεταφραστεί σε σαράντα γλώσσες και πολλά από τα μυθιστορήματά του είχαν γίνει ταινίες, όπως το «Νυχτερινό στην Ινδία» και το «Ετσι ισχυρίζεται ο Περέιρα» (με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι).
Παιδί ενός εμπόρου αλόγων, γεννήθηκε το 1943 στην Πίζα της Τοσκάνης. Σπούδασε ιταλική φιλολογία και από το 1962 λογοτεχνία στο Παρίσι όπου ανακάλυψε τον Φερνάντο Πεσόα διαβάζοντας τη γαλλική μετάφραση του ποιήματος «Το καπνοπωλείο». Ο ενθουσιασμός του τον έκανε να ανακαλύψει τη γλώσσα και τον πολιτισμό της Πορτογαλίας. Στο Πανεπιστήμιο της Σιένας σπούδασε πορτογαλική λογοτεχνία, παθιάστηκε με το έργο του Πεσόα και το μετέφρασε στα ιταλικά μαζί με τη σύζυγό του (την οποία γνώρισε στην Πορτογαλία).
«Η πατρίδα μου είναι η ιταλική γλώσσα, αλλά αυτό δεν με εμποδίζει να έχω και άλλες πατρίδες», σημείωνε ο ίδιος, ο οποίος επίσης υπήρξε λάτρης της Ελλάδας (και ειδικά της Κρήτης, αφού κάθε καλοκαίρι φιλοξενούνταν στα Χανιά στο ξενοδοχείο των αδελφών Κουτσουδάκη).
«Αρπαξα την Ελλάδα όπως αρπάζεις μια αρρώστια», έλεγε χαρακτηριστικά. Και μέχρι τέλους είχε τον νου του στην Ελλάδα· όπως έλεγε στα «ΝΕΑ» (στη Βίκυ Χαρισοπούλου), «οι Ευρωπαίοι που μπορούν να ξοδέψουν λίγα χρήματα για διακοπές θα έπρεπε εφέτος να τα ξοδέψουν στην Ελλάδα».
Στο σχολείο έκανε αρχαία και στο πανεπιστήμιο μια μελέτη του ισπανικού εμφυλίου πολέμου τον οδήγησε να προσεγγίσει την πρόσφατη ελληνική ιστορία και τον Εμφύλιο, που τον θεωρούσε μία από τις πιο μεγάλες πληγές της ευρωπαϊκής ιστορίας. Πίστευε ότι η μελέτη των εμφυλίων πολέμων είναι αγώνας ενάντια στη λήθη. Ο ίδιος δεν φοβήθηκε την Ιστορία παρά μόνον τις ιδεολογικές χρήσεις της. «Μου αρέσει να ανήκω στην Ιστορία της χώρας μου, αλλά τόσο στις καλές όσο και στις κακές στιγμές της. Δεν είμαι σαν εκείνους που βάζουν τη χώρα τους στο πλυντήριο. Κατά τα άλλα, πατρίδα είναι οι φίλοι μου», παρατηρούσε.
Δοκιμάστηκε πετυχημένα σε όλα τα είδη γραπτού λόγου. Το ελληνικό κοινό βέβαια μυήθηκε στα έργα του από τις εκδόσεις Αγρα και το βιβλίο «Ενα πουκάμισο γεμάτο λεκέδες» (συζητήσεις με τον μεταφραστή και στενό του φίλο Ανταίο Χρυσοστομίδη), αλλά και «Η γυναίκα του Πόρτο Πιμ», «Η γραμμή του ορίζοντα», «Η γαστρίτιδα του Πλάτωνα», «Ονειρα ονείρων», «Οι τρεις τελευταίες μέρες του Φερνάντο Πεσόα», «Δύο ελληνικά διηγήματα», «Είναι αργά, όλο και πιο αργά».
Και κάτι ακόμη: Εκανε τον γύρο της γης με τα πόδια, με μοτοσικλέτα, με αυτοκίνητο, αλλά πάνω απ' όλα με τον στοχασμό του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου