...........................................................
ΦΕΝΤΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ (1898 - 1936)
·
Απάνθισμα
Λόρκα
-«Η
ποίηση υπάρχει σ’ όλα τα πράγματα, στο άσχημο, στο ωραίο, στο απεχθές. Το
δύσκολο είναι να ξέρεις να την ανακαλύψεις, να ταράξεις τις βαθιές λίμνες της
ψυχής…»
-
«Πρέπει να είσαι θρήσκος και ιερόσυλος. Να συγκεντρώνεις τον
μυστικισμό μιας αυστηρής γοτθικής εκκλησίας με το θαύμα της ειδωλολατρικής
Ελλάδας. Να τα βλέπεις όλα. Να τα νιώθεις όλα.»
- «Σε κάθε πράγμα υπάρχει μια νύξη θανάτου.
Η γαλήνη, η ησυχία, η ηρεμία είναι μαθητείες. Ο θάνατος βρίσκεται παντού. Είναι
ο κυρίαρχος. Υπάρχει αρχή θανάτου στις στιγμές που είμαστε ήσυχοι, ακίνητοι.
Κοιτάξτε σε μία συγκέντρωση τα παπούτσια των παρευρισκομένων. Είναι πράγματα
δίχως κίνηση, βουβά, σκοτεινά, που σ’ αυτές τις στιγμές δεν χρησιμεύουν σε
τίποτα κι έχουν μια καταπιεστική σιγή θανάτου.»
- «Η Νέα Υόρκη είναι κάτι το τερατώδες.
Βλέπω ότι η Νέα Υόρκη είναι το μέγα ψέμα του κόσμου. Οι Άγγλοι έφεραν στην
Αμερική τον πολιτισμό του δίχως ρίζες. Σήκωσαν σπίτια και σπίτι. Δεν εμβάθυναν
στη γη. Ζουν όλο κατά ύψος. Πάντα το ύψος. Αλλά έτσι καθώς εμείς αφήσαμε στην
κάτω Αμερική (του νότου), τον Θερβάντες, οι Άγγλοι στην απάνω Αμερική δεν
κατάφεραν ν’ αφήσουν τον Σαίξπηρ…»
- Κι απ’ όλον αυτόν τον αλλοπρόσαλλο
υπερπολιτισμό, το θετικό συμπέρασμα όπου καταλήγει ο ποιητής είναι η μοναξιά, ο
πόνος. Ο ήρεμος πόνος των νέγρων του Χάρλεμ. «Με τη θλίψη τους οι νέγροι του Χάρλεμ έγιναν ο πνευματικός άξονας της
Αμερικής. Αυτοί είναι ό,τι πιο πνευματικό και λεπτό υπάρχει σε εκείνον τον
κόσμο. Ο νέγρος βρίσκεται κοντά στη φύση. Έξω από την τέχνη των νέγρων δε μένει
στις Ηνωμένες Πολιτείες παρά μηχανική κι αυτοματισμός».
- «Όχι δα! Τι ιδέα!
Εγώ κάθε πρωί ξεχνώ τι έχω γράψει. Κι αυτό είναι το μυστικό μου για να μένω
ταπεινός και να δουλεύω με θάρρος. Πολλές φορές ωστόσο, σαν βλέπω τι γίνεται
στον κόσμο, αναρωτιέμαι: Γιατί γράφω; Όμως χρειάζεται, χρειάζεται η δουλειά. Να δουλεύουμε και να βοηθούμε όποιον το
αξίζει. Να δουλεύουμε, έστω κι αν σκεφτόμαστε πως η δουλειά μας είναι μάταιη.
Να δουλεύουμε εν «είδει διαμαρτυρίας». Γιατί η παρόρμησή μας θα ήταν κάθε
μέρα ξυπνώντας να φωνάζουμε στον κόσμο πως είναι γεμάτος αδικίες και κάθε
είδους κακομοιριές: Διαμαρτύρομαι. Διαμαρτύρομαι…»
- «Τώρα σκέφτομαι ένα
καινούργιο έργο. Δεν θα είναι σαν τα προηγούμενα. Είναι ένα έργο που δεν μπορώ
να γράψω γι’ αυτό ούτε μία γραμμή, γιατί ξεχαλινώθηκαν και διασταυρώνονται στον
αέρα η αλήθεια και το ψέμα, η πείνα και η ποίηση που μου ξεφεύγουν από το χαρτί.
Η αλήθεια του θεατρικού έργου είναι ένα
πρόβλημα θρησκευτικό και οικονομικό-κοινωνικό. Ο κόσμος σταματάει μπροστά
στην πείνα που απομονώνει τους λαούς. Εγώ έτσι το καταλαβαίνω: Σεργιανούν δυο
άνθρωποι στην ακροποταμιά. Ο ένας πλούσιος, ο άλλος φτωχός. Ο ένας με την
κοιλιά γεμάτη, ο άλλος να βρωμάει το χνώτο του από την αφαγιά. Κι ο πλούσιος
λέει: «Αχ, κοίταξε την όμορφη βαρκούλα στο νερό. Κοίταξε τον κρίνο που ανθίζει
στην όχθη». Κι οι φτωχός: «Πεινάω. Δε βλέπω τίποτα. Πεινάω… Την ημέρα που θα
εξαφανισθεί η πείνα θα γίνει στον κόσμο η πιο μεγάλη έκρηξη που γνώρισε η
Ανθρωπότητα».
- «Αυτή η αντίληψη της τέχνης για την τέχνη,
είναι κάτι που θα ήταν σκληρό, αν ευτυχώς δεν είχε ξεπεραστεί. Κανένας
αληθινός άνθρωπος δεν πιστεύει πια σ’ αυτή την ανοησία της αγνής τέχνης για την
τέχνη και μόνο. Στη δραματική αυτή στιγμή του κόσμου, καλλιτέχνης πρέπει να
κλαίει και να γελάει με το λαό του». Κι
όταν ο δημοσιογράφος τον ρωτάει τι σκέφτεται για τα «μετά θάνατον» αποκρίνεται:
«Όπως δεν ασχολήθηκα με τη γέννησή μου, το ίδιο δεν ασχολούμαι με το θάνατό
μου. Ούτε ο ποιητής, ούτε άλλος κανείς κατέχει το κλειδί του κόσμου. Θέλω να είμαι καλός! Ξέρω πως η ποίηση εξυψώνει.
Κι όταν είμαι καλός με το γάιδαρο και με το σοφό, πιστεύω πραγματικά ότι αν
υπάρχει κάτι μετά θάνατον θα έχω την ευχάριστη έκπληξη να βρεθώ εκεί. Αλλά ο
πόνος του ανθρώπου και η συνεχιζόμενη αδικία που υπάρχει στον κόσμο μού
απαγορεύουν σαν άνθρωπο που ζει και σκέφτεται, να μεταφέρω το σπίτι μου στ’
άστρα».
- «Σας το ‘σκασα
γιατί ήθελα να παντρευτώ ένα όμορφο παλικάρι. Οι γάμοι μας θα γίνουν στης
θάλασσας την όχθη… Γιατί έχω άσπρα
μαλλιά, θαρρείς πως δεν μπορώ να έχω παιδιά; Ναι, παιδιά… Μπορώ να έχω ένα
παιδί που κι αυτό θα έχει άσπρα μαλλιά, κι αυτό το παιδί θα κάνει άλλο παιδί,
κι όλα τα παιδιά που θα ‘ρθουν θα έχουν χιόνια στα μαλλιά, και τότες όλες θα
είμαστε σαν τ’ αφρισμένα κύματα, που ολοένα έρχονται, ολοένα έρχονται το ‘να
πίσω από τ’ άλλο, το ‘να πίσω από τ’ άλλο… Έπειτα… Έπειτα θα γίνουμε αφρός…» (Από
το «Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμα», η γιαγιά Μαρία-Χοσέφα)
Όλα τα αποσπάσματα είναι από την εισαγωγή της Ιουλίας Ιατρίδη στο δίπτυχο των έργων του Λόρκα «Τα Μάγια τηςΠεταλούδας» και «Οι Φασουλήδες του Κατσιπόρρα», εκδόσεις «Δωδώνη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου