........................................................
27 Iουνίου 1906, 2 μ.μ.
Σαν το ’φεραν οι Xριστιανοί να το κρεμάσουν
το δεκαεφτά χρονώ αθώο παιδί,
η μάνα του που στην κρεμάλα εκεί κοντά
σέρνονταν και χτυπιούνταν μες στα χώματα
κάτω απ’ τον μεσημεριανό, τον άγριον ήλιο,
πότε ούρλιαζε, και κραύγαζε σα λύκος, σα θηρίο
και πότε εξαντλημένη η μάρτυσσα μοιρολογούσε
«Δεκαφτά χρόνια μοναχά με τα ’ζησες, παιδί μου».
Κι όταν το ανέβασαν την σκάλα της κρεμάλας
κι επέρασάν το το σκοινί και το ’πνιξαν
το δεκαεφτά χρονώ αθώο παιδί,
κ’ ελεεινά κρεμνιούνταν στο κενόν
με τους σπασμούς της μαύρης του αγωνίας
το εφηβικόν ωραία καμωμένο σώμα,
η μάνα η μάρτυσσα κυλιούντανε στα χώματα
και δεν μοιρολογούσε πια για χρόνια τώρα·
«Δεκαφτά μέρες μοναχά», μοιρολογούσε,
«δεκαφτά μέρες μοναχά σε χάρηκα, παιδί μου».
Συνεχίζουμε το αφιέρωμα στον Καβάφη, με ένα ποίημα πολιτικό, το
μοναδικό ίσως, ένα ποίημα από τα λιγότερα διαδεδομένα του, που
ξεχειλίζει συναισθήματα κι οργή.
Του Δήμου Χλωπτσιούδη
Ο ποιητής όπως φαίνεται ενδιαφέρονταν πάρα πολύ για τα γεγονότα που
διαδραματίζονταν στην πατρίδα του, την Αίγυπτο. Ορισμένα σύγχρονά του
γεγονότα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο συναισθηματισμό του. Τα ποίημα αυτό
είναι γραμμένο ενάμιση χρόνο μετά το περιστατικό της εκτέλεσης του
νεαρού, και ακόμα φαντάζει νωπή στη μνήμη του.
Το συγκεκριμένο ποίημα δεν κυκλοφόρησε σε κάποια συγκεκριμένη συλλογή, αλλά στα λεγόμενα ανέκδοτα ποιήματά
του. Γενικά ο Καβάφης δεν ασχολούνταν με την πολιτική επικαιρότητα της
εποχής του. Κατά βάση το μεγαλύτερο μέρος από τα ιστορικά του ποιήματα
ανάγονται στην αλεξανδρινή–ελληνιστική εποχή, τόσο στην ακμή και τις
κατακτήσεις του Μεγάλου Αλέξανδρου, όσο και στην παρακμή του, αλλά
ορισμένα και στη βυζαντινή περίοδο και τη μουσουλμανική κατάκτηση.
Το περιστατικό αυτό προέρχεται από τη σύγκρουση των Άγγλων κατακτητών με ντόπιους φελάχους· από τη σύγκρουση που έγινε με ευθύνη των κατακτητών, καταδικάστηκαν από δικαστήριο -που δέχτηκε μόνο καταθέσεις Άγγλων αξιωματικών- τέσσερις Αιγύπτιοι σε θάνατο, που έγινε σχεδόν άμεσα.
Το περιστατικό αυτό προέρχεται από τη σύγκρουση των Άγγλων κατακτητών με ντόπιους φελάχους· από τη σύγκρουση που έγινε με ευθύνη των κατακτητών, καταδικάστηκαν από δικαστήριο -που δέχτηκε μόνο καταθέσεις Άγγλων αξιωματικών- τέσσερις Αιγύπτιοι σε θάνατο, που έγινε σχεδόν άμεσα.
Από την αρχή ακόμα βλέπουμε τη ίδια τη στάση του ποιητή απέναντι στο
πραγματικό περιστατικό· ο μελλοθάνατος χαρακτηρίζεται ξεκάθαρα αθώο παιδί·
είναι μία άμεση πολιτική στάση του δημιουργού απέναντι στην αγγλική
κατοχή και τις απαράδεκτες και άδικες ενέργειές τους. Μάλιστα την
αθωότητα του νεαρού εκτελεσθέντος την επαναλαμβάνει παρακάτω στον
11ο στίχο με την ίδια ακριβώς φράση.
Με τον όρο Χριστιανοί, εντείνεται το πικρό συναίσθημα που του δημιουργούσαν οι Άγγλοι. ΟιΧριστιανοί που
υποτίθεται ότι δίδασκαν την αγάπη, τώρα εκτελούν ένα αθώο παιδί που
αντέδρασε ενάντια στις κατακτητικές και προκλητικές ενέργειές τους.
Παράλληλα, όμως το υποκείμενο Χριστιανοί και η παρακάτω στάση
της μάνας μάς θυμίζουν άμεσα το βιβλικό χωρίο από τη Σταύρωση στο
Γολγοθά. Έτσι, ο Καβάφης παρομοιάζει ποιητικά τον Χριστό με το νεαρό
μουσουλμάνο που Χριστιανοί τον εκτέλεσαν και τη μουσουλμάνα μάνα του με
την Παναγία.
Αξίζει να σημειωθεί αν και ήρωας είναι νεαρός εκτελεσθέντας, ωστόσο,
κεντρικό πρόσωπο στο ποίημα είναι η μάνα. Αυτή μοιάζει με την Παναγία,
δίπλα στο σταυρό του Ιησού,σέρνεται, χτυπιούνταν, ούρλιαζε, κραύγαζε, μοιρολογούσε μες τους σπασμούς της μαύρης της αγωνίας, κυλιούτανε στα χώματα. Είναι η άλλη όψη μιας άδικης εκτέλεσης και η πίκρα σε όσους μένουν πίσω.
Η μάνα όσο πλησιάζει της εκτέλεσης κλιμακώνεται ο πόνος της και η
αγωνία της: αρχικά σέρνεται και χτυπιέται, ενώ αργότερα ουρλιάζει
μοιρολογώντας. Η αγωνία της συνεχίζεται μέχρι σχεδόν την τελευταία
στιγμή, και εξακολουθεί να κυλιέται στο χώμα, αλλά πλέον δεν μοιρολογεί
για χρόνια· μέσα στο δικό της πόνο τα δέκα οκτώ χρόνια της μοιάζουν μόνο
σαν μερικές εβδομάδες.
Είναι σημαντικό να κάνουμε και μία σύγκριση της καβαφικής μάνας και της καβαφικής με την επίσης καβαφική Θέτιδα του ποιήματος Απιστία.
Εκεί η Θέτις όταν μαθαίνει το χαμό του μονάκριβου της Αχιλλέα μέσα στον
οδυρμό της ξεσκίζει από την πίκρα τα ρούχα της και πετά μακριά τα
κοσμήματά της. Αναλόγως, στον Αριστόβουλο, η Εβραία μάνα του θρηνεί μόνη της και κρυμμένη, βογκά, φρενιάζει και καταριέται.
Η μάνα και στα τρία τούτα ποιήματα έχει διάφορους τρόπους να αντιδρά
που όμως έχουν σαν κοινό τους παρονομαστή τον πόνο. Η Θέτιδα μοιάζει πιο
πολύ στην Αιγύπτια μάνα μια και δεν ντρέπεται να αντιδρά μπροστά στον
κόσμο. Μία άλλη, ομοιότητα στα τρία καβαφικά πρόσωπα (Αιγύπτια μάνα,
Παναγία, Θέτις) είναι ότι τα παιδιά τους δεν σκοτώνονται κατά λάθος,
αλλά εξαιτίας εκείνων στους οποίους έδειχναν εμπιστοσύνη. Εδώ είναι οι
Άγγλοι, ενώ στην περίπτωση της Θέτιδας ο χρησμός του Απόλλωνος κατά το
γαμήλιο τραπέζι -που όμως πρωτοστάτησε στο θάνατο του Αχιλλέα- και στην
περίπτωση της Εβραίας μάνας ο βασιλιάς Ηρώδης -που έβαλε να σκοτώσουν,
τάχα σαν ατύχημα, το γιο της για να ξεκληρίσει την προηγούμενη
δυναστεία.
Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που ο Καβάφης περιγράφει το εν λόγω περιστατικό. Με γλώσσα λιτή μα
και τόσο παραστατική διαγράφεται σαν σε πίνακα η σκηνή της εκτέλεσης
και ο πόνος και η αγωνία της μάνας. Πάντως δεν είναι τυχαίο ότι δεν
ασχολείται -πέρα από την πολιτική θέση του- με τον ίδιο το νεαρό
εκτελεσθέντα. Εκτός από την άμεση πολιτική χροιά που έχει το ποίημά του
και την ειρωνεία απέναντι στους κατακτητές, ιδιαίτερη έμφαση δίνει στον
μητρικό πόνο και αγωνία.
Η γλώσσα του Καβάφη είναι τελείως ιδιότυπη. Και
αυτή βοηθά στο ρεαλισμό. Δε μοιάζει με την αθηναϊκή καθαρεύουσα, αλλά
ωστόσο διατηρεί ορισμένα από τα δικά της χαρακτηριστικά. Είναι η ζωντανή
δημοτική& οι λέξεις της αρχαΐζουσας είναι περισσότερο ένα θελημένο
πεζολογικό, ρεαλιστικό στοιχείο& η δημοτική του όμως γλώσσα δίνει
θερμότητα στο στίχο και κάποια γνησιότητα στο λόγο του.
Τα επίθετα και όλα εκείνα τα καλολογικά στοιχεία που
μπορούν να συναντηθούν σε ένα πεζό κείμενο υπάρχουν και στην ποίησή
του. Είναι τοποθετημένα σε θέσεις-κλειδιά, ώστε να τονίζουν το δικό του
συναισθηματισμό και να κάνουν ακόμα πιο ρεαλιστικό το λόγο του.
Ιδιαίτερη είναι η χρήση των ρηματικών τύπων που δίνουν άλλο τόνο και
κάνουν ακόμα πιο λιτή τη γραφή του και πιο παραστατική.
Ο στίχος του διατηρεί όλα τα πεζολογικά χαρακτηριστικά. Μοιάζει πιο
πολύ με ένα πεζό έργο, παρά με γνήσιο ποίημα. Έτσι όμως γίνεται πιο
ρεαλιστικό. Το μέτρο είναι το ιαμβικό (που είναι πολύ κοντά στον πεζό λόγο), αλλά και αυτό ακόμα είναι χαλαρό. Ο στίχος του είναι ελεύθερος και έχει άνισο αριθμό συλλαβών, ενώ δεν υπάρχει διάκριση σε στροφές. Ομοιοκαταληξία δεν υπάρχει.
Λόγια στοιχεία στο ποίημα αυτό είναι τα λίγα επίθετα που χρησιμοποιεί (αθώο, μεσημεριανό…άγριο ήλιο, μαύρης αγωνίας) και οι ρηματικού τύπποι (κρεμάσουν, σέρνονταν, χτυπιόνταν, ούραλιζε, κραύγαζε, εξαντλημένη μοιρολογούσε, κρεμιούνταν, κυλιούντανε…). Λέξεις της αρχαΐζουσας που χρησιμοποιεί στο ποίημα αυτό είναι λίγες (επέρασαν, εφηβικόν).
Πηγή: ΤοΒιβλίο.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου