Δευτέρα 13 Μαρτίου 2017

Απόσπασμα από τη μεσαιωνική γαλλική ερωτική ιστορία "ΟΚΑΣΕΝ ΚΑΙ ΝΙΚΟΛΕΤ" (εκδόσεις Καστανιώτη, 1989)

......................................................
 




Απόσπασμα από τη μεσαιωνική γαλλική ερωτική ιστορία 

"ΟΚΑΣΕΝ ΚΑΙ ΝΙΚΟΛΕΤ"
(μτφ.Σπυριδούλα Ράνιο - Σωκράτης Λ. Σκαρτσής)









 5 Τραγουδιστό


 
Η Νικόλ είναι κλεισμένη φυλακή
σε μια κάμαρη μέσα θολωτή,
που επιδέξια είναι σχεδιασμένη
και θαυμαστά ζωγραφισμένη.
Στο παράθυρο το μαρμαρένιο
είναι το κορίτσι ακουμπισμένο.
Είχε τα μαλλιά ξανθά
και τα φρύδια της ζωγραφιστά,
το πρόσωπο λεπτό και φωτεινό·
πιο όμορφη κανείς δεν έχει δει.
Κοίταξε στο πάρκο το μικρό
κι είδε το ρόδο ανοιχτό
και να λαλούνε τα πουλιά·
κι είπε πως είναι ορφανή:
«Α, εγώ η δύστυχη, η αιχμαλωτισμένη!
Γιατί είμαι εδώ στη φυλακή κλεισμένη;
Οκασέν, νέε μου αφέντη,
η φίλη σας είμαι, ναι,
κι εσείς ποτέ δε με μισείτε.
για σας είμαι κλεισμένη φυλακή
στην κάμαρα τη θολωτή
και ζω κακή ζωή·
αλλά, μα το Θεό, της Μαρίας το γιο,
πολύ εδώ μέσα δε θα ζήσω,
αν το σχέδιό μου πραγματοποιήσω»


          6   Αφήγηση

   Όπως ακούσατε, η Νικολέτ ήταν φυλακισμένη μέσα στο δωμάτιο. Σ’ όλους τους τόπους και σ’ όλη τη χώρα απλωνόταν το νέο ότι η Νικολέτ είχε εξαφανιστεί· μερικοί έλεγαν ότι είχε ξεφύγει από κείνο το μέρος και άλλοι ότι ο κόμης την είχε σκοτώσει. Αν άλλους τους χαροποιούσε η φήμη, ο Οκασέν δεν ήταν ευτυχισμένος, αλλά πήγε στον υποκόμη και του είπε:
   -Κύριε υποκόμη, τι κάνατε τη Νικολέτ, τη γλυκιά μου φίλη, το πλάσμα που αγαπώ περισσότερο στον κόσμο; Μού την κλέψατε; Να είστε σίγουρος ότι, αν πεθάνω, θα σας ζητηθούν ευθύνες, κι αυτό θα είναι δίκαιο, αφού θα μ’ έχετε σκοτώσει με τα δυο σας χέρια, στερώντας μου το πλάσμα που αγαπώ πιο πολύ σ’ αυτό τον κόσμο.
   -Αγαπητέ κύριε, απάντησε ο υποκόμης, παρατήστε τα πια. Η Νικολέτ είναι μια αιχμάλωτη που την έφερα από μια ξένη γη· την αγόρασα με τα χρήματά μου απ’ τους Σαρακηνούς· την κράτησα στην κολυμπήθρα και τη βάφτισα: έγινε βαφτιστικιά μου· την ανάθρεψα και λογάριαζα μια απ’ αυτές τις μέρες να της δώσω για σύζυγο ένα νεαρό άντρα που θα μπορούσε τίμια να κερδίζει το ψωμί του: αυτό δε σας αφορά. Αλλά παντρευτείτε καλύτερα την κόρη ενός ή κάποιου κόμη. Προπαντός τι κέρδος φαντάζεστε ότι θα είχατε, αν την είχατε κάνει ερωμένη σας και παλλακίδα σας; Θα ήταν για σας ένα επιζήμιο κέρδος, αφού αιώνια η ψυχή σας θα κατοικούσε στην Κόλαση χωρίς ποτέ να μπει στον Παράδεισο.
   -Στον Παράδεισο τι να κάνω; Δε ζητώ να πάω εκεί παρά με τον όρο ότι θα έχω μαζί μου τη Νικολέτ, τη γλυκιά μου φίλη που τόσο αγαπώ, γιατί στον Παράδεισο δεν πάνε παρά μόνο οι άνθρωποι που θα σας πω. Αυτοί που πάνε εκεί είναι αυτοί οι γέροι ιερείς, αυτοί οι γέροι σακάτηδες, αυτοί οι κουλοί που όλη τη μέρα κι όλη τη νύχτα μένουν κολλημένοι μπροστά στους βωμούς και μέσα στις παλιές κρύπτες και αυτοί που φοράνε παλιές ξεφτισμένες κάπες και παλιά ρούχα, αυτοί που είναι γυμνοί, ξυπόλυτοι χωρίς κάλτσες, αυτοί που πεθαίνουν απ’ την πείνα, απ’ τη δίψα, απ’ το κρύο και τη μιζέρια.
   Τέτοιοι είναι οι άνθρωποι που πάνε στον Παράδεισο: δεν έχω καμιά δουλειά μ’ αυτούς. Αλλά θέλω να πάω στην Κόλαση, γιατί στην Κόλαση πάνε οι ωραίοι λόγιοι, οι όμορφοι ιππότες, που πεθαίνουν στα πεδία των μαχών ή στους λαμπρούς πολέμους, οι άξιοι άντρες, στρατιωτικοί κι ευγενείς: μαζί μ’ αυτούς θέλω να πάω. Εκεί πάνε επίσης οι ωραίες κυρίες οι αρκετά περιποιητικές, ώστε να έχουν δύο ή τρεις φίλους εκτός απ’ το σύζυγό τους· εκεί πάνε επίσης ο χρυσός και το χρήμα, τα λευκόφαια γουναρικά· εκεί πάνε ακόμα οι αρπιστές, οι ζονγκλέρ, οι βασιλιάδες αυτού του κόσμου: μ’ αυτούς θέλω να πάω, με τον όρο να έχω μαζί μου τη Νικολέτ, τη πολύ γλυκιά μου φίλη.
   -Πώς πονώ! Λέει ο Οκασέν.
    Άφησε τον υποκόμη με βαθύ πόνο.

7 Τραγουδιστό

Έχει ο Οκασέν ξαναγυρίσει
στον πόνο βυθισμένος τον πικρό
και για τη φίλη με το πρόσωπο το φωτεινό
κανένας δεν μπορεί να τον παρηγορήσει,
κανένας να του δώσει συμβουλή καλή.
Γύρισε, πήγε στο παλάτι,
ανέβηκε ένα-ένα σκαλοπάτι.
Σ’ ένα δωμάτιο έχει κλειστεί
κι αρχίζει να θρηνεί
στον πόνο του παραδομένος
και τη φίλη του να νοσταλγεί:
-Νικολέτ, ωραία όρθια όταν μένετε,
ωραία όταν έρχεστε, ωραία όταν πηγαίνετε,
ωραία όταν παίζετε και ωραία όταν μιλάτε
ωραία όταν με φιλάτε, ωραία όταν με κρατάτε
για σας είμαι εδώ θλιμμένος,
τόσο σκληρά τιμωρημένος,
που δε θα ζήσω άλλο πια,
αδελφή μου, φίλη μου γλυκιά.  


 

Δεν υπάρχουν σχόλια: