.................................................................
Ο στόχος και το στόχαστρο
έγραψε ο Κώστας Γεωργουσόπουλος ("ΤΑ ΝΕΑ", 2-3/7/2005)
ΞΑΝΑΚΟΙΤΩ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ, ΟΣΟ ΑΚΟΜΗ ΕΙΝΑΙ ΝΩΠΟ ΤΟ ΧΩΜΑ ΠΟΥ ΔΕΧΘΗΚΕ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΗΜΗ ΕΚΕΙΝΗ ΜΑΖΙΚΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ 69 ΕΠΟΝΙΤΕΣ, ΣΕ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΣΕΙΡΕΣ, ΠΟΥ ΔΗΜΟΣΙΕΥΑΝ ΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ ΤΗΣ 24ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1948.
Ο στόχος και το στόχαστρο
έγραψε ο Κώστας Γεωργουσόπουλος ("ΤΑ ΝΕΑ", 2-3/7/2005)
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης είναι ο δεύτερος από τ' αριστερά στην τρίτη σειρά |
ΞΑΝΑΚΟΙΤΩ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ, ΟΣΟ ΑΚΟΜΗ ΕΙΝΑΙ ΝΩΠΟ ΤΟ ΧΩΜΑ ΠΟΥ ΔΕΧΘΗΚΕ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΗΜΗ ΕΚΕΙΝΗ ΜΑΖΙΚΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ 69 ΕΠΟΝΙΤΕΣ, ΣΕ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΣΕΙΡΕΣ, ΠΟΥ ΔΗΜΟΣΙΕΥΑΝ ΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ ΤΗΣ 24ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1948.
Στην τρίτη σειρά, τρίτος (σημ. δική μου: εδώ δεύτερος, καθώς η φωτογραφία είναι περικομμένη - δανεισμένη γαρ από μπλογκ ) πέμπτος ο φίλος του και φίλος μου Γιώργος Αποστολίδης, δικηγόρος, και έβδομος ο φίλος, συνάδελφος φιλόλογος, ο μεταφραστής της "Ηλέκτρας" του "Θεσσαλικού" και μυθιστοριογράφος Χρήστος Σαμουηλίδης. Για 13 απ' αυτούς ο διορισμένος Βασιλικός Επίτροπος ζήτησε τη θανατική καταδίκη. Κάποια αγαθή συγκυρία γλίτωσε αυτά τα νέα παιδιά από το εκτελεστικό απόσπασμα. Ήταν η εποχή που οι "Νικητές" εκδικούνταν όσους είχαν αντισταθεί στον εχθρό! Εξάλλου η δημοσίευση των ονομάτων των δικαζομένων νεαρών, κυρίως φοιτητών (ο Αναγνωστάκης, ο Αποστολίδης, ο Σαμουηλίδης τότε ήταν 22 χρόνων), συνοδευόταν με τον εξής σχολιασμό "εξηρθρώθη και εξουδετερώθη η συνωμοτική οργάνωση Ε.Π.Ο.Ν.")
Ειπώθηκαν αυτές τις ημέρες και κυρίως γράφτηκαν σημαντικά και ουσιαστικά σχόλια για την ποίηση, την κριτική σκέψη και το δημόσιο ήθος του Αναγνωστάκη. Στα χρόνια που έρχονται και με τη νηφαλιότητα που επιβάλλουν η απόσταση, η συναισθηματική αποφόρτιση και τα ψυχρότερα επιστημονικά κριτήρια, αλλά και οι κανόνες της κριτικής θεωρίας, θα τοποθετηθεί, θα αξιολογηθεί και θα πάρει τη θέση του στην Ιστορία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας η ποίηση και ο κριτικός του λόγος. Είχα συχνά και όσο ζούσε την ευκαιρία να αναφερθώ στο έργο του, είτε πρόσφατα που τιμήθηκε από τον Συνασπισμό είτε παλιότερα μιλώντας για τον "Πολίτη-Ποιητή" στην εναρκτήρια συνεδρίαση του Συνεδρίου του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου.
Ειπώθηκαν αυτές τις ημέρες και κυρίως γράφτηκαν σημαντικά και ουσιαστικά σχόλια για την ποίηση, την κριτική σκέψη και το δημόσιο ήθος του Αναγνωστάκη. Στα χρόνια που έρχονται και με τη νηφαλιότητα που επιβάλλουν η απόσταση, η συναισθηματική αποφόρτιση και τα ψυχρότερα επιστημονικά κριτήρια, αλλά και οι κανόνες της κριτικής θεωρίας, θα τοποθετηθεί, θα αξιολογηθεί και θα πάρει τη θέση του στην Ιστορία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας η ποίηση και ο κριτικός του λόγος. Είχα συχνά και όσο ζούσε την ευκαιρία να αναφερθώ στο έργο του, είτε πρόσφατα που τιμήθηκε από τον Συνασπισμό είτε παλιότερα μιλώντας για τον "Πολίτη-Ποιητή" στην εναρκτήρια συνεδρίαση του Συνεδρίου του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου.
Σήμερα θέλω να σταματήσω και να στοχαστώ μαζί σας πάνω σ' αυτήν τη φοβερή φωτογραφία των 69 και να αποπειραθώ να ερμηνεύσω την ποιητική στάση και αργότερα την εκρηκτική σιωπή του Αναγνωστάκη. Στο περίφημο δοκίμιό του για τη "Σκοτεινή αίθουσα" της φωτογραφικής εκτύπωσης, ο Ρολάν Μπάρτ (και έχω σχολιάσει παλιότερα σ' αυτή τη θέση το φιλοσοφικό του πόρισμα) διατυπώνει την άποψη (που για μένα τουλάχιστον όταν το διάβασα λειτούργησε με τρόπο καταλυτικό) πως η φωτογραφία είναι προοικονομία θανάτου. Έτσι όπως έχει παγιδευτεί η στιγμή, όπως έχει φυλακιστεί και εγκλωβιστεί ο χρόνος, μοιάζει ο εικονιζόμενος να προβάλλεται στον μέλλοντα χρόνο και μάλιστα στη στιγμή της εξόδου από τη ζωή. Έτσι όπως βλέπω αυτά τα 69 νεαρά άτομα που έχουν στηθεί για να φωτογραφηθούν από τον φωτογράφο της Ασφάλειας, νιώθω να απεικονίζεται μια στιγμή πριν από το "πυρ" που απευθύνεται στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Έχω την εντύπωση πως η ποίηση και η όλη στάση ζωής του Μανόλη Αναγνωστάκη είναι αυτή η στιγμή. Από τη μια ο φακός του φωτογράφου που σε καθιστά μια για πάντα δημόσιο πρόσωπο. Ποιος έως εκείνη τη στιγμή της 24ης Οκτωβρίου 1948, πέραν των φίλων και των οικείων, γνώριζε τον νεαρό φοιτητή Ιατρικής και φέρελπι ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη; Αιφνιδίως εισέρχεται στην Αγορά λαού, ξεκορμίζει από την ανωνυμία του πλήθους και γίνεται επώνυμος υπεύθυνος πολίτης με συγκεκριμένες ιδέες και αξίες που υπερασπίζεται. Τι συμβολισμό κουβαλάει αυτή η δημοσίευση! Από τη μια 69 άτομα, ξεχωριστές οντότητες, με το όνομά τους, αυτόνομα και ανεξάρτητα, αλλά συνάμα ομάδα με κοινά ιδεώδη, κοινούς αγώνες και κοινή μοίρα, όχι μάζα, όχι πλήθος, όχι όχλος, ομάδα που ο καθένας κρατάει την αυτόνομη προσωπικότητά του αλλά ως πρόσωπο συμμετέχει στην επιδίωξη σκοπών εν ελευθερία. Από την άλλη, το εκτελεστικό απόσπασμα δίκην φακού, σκοπεύει και δημιουργεί τετελεσμένα.
Δεν έχει σημασία αν εν τέλει στην περίπτωση των 69 η συγκυρία και οι πολιτικές επιλογές (η αμνηστία του 1951) ανέστειλαν ποινές και εκτελέσεις. Μια και ένας άνθρωπος βρέθηκε για μια και μόνη φορά ενώπιον του φάσματος του θανάτου δεν μπορεί να απαλλαγεί από αυτήν την τρομερή εμπειρία. Θυμάμαι που ο Γιώργος Αποστολίδης, ακριβός φίλος του Μανόλη Αναγνωστάκη, μας αφηγόταν πως όταν αργότερα επρόκειτο να ορκιστεί ως δικηγόρος, και άνοιξε κάποιος υπάλληλος τον φάκελο και διαπίστωσε πως είχε τότε καταδικαστεί "δις εις θάνατον" απέμεινε να τον κοιτάει ενεός σαν να έβλεπε μπροστά του ένα είδωλο, φάσμα, φάντασμα.
Όποιος όπως ο Μανόλης Αναγνωστάκης έζησε αυτήν την εμπειρία μιλάει πάντα από την άλλη όχθη. Το έχει διατυπώσει έξοχα, συνταρακτικά ο Κάλβος στας "ευχάς" του: "Δε με θαμβώνει πάθος / κανένα - εγώ την λύραν / κτυπάω κι ολόρθος στέκομαι / σιμά εις του μνήματός μου /τ' ανοικτόν στόμα..."
Όπως στη φωτογραφία που δημοσιοποίησε στην Αγορά την άρνησή του να αφομοιωθεί, να συμμορφωθεί και να ενδώσει, που τον κατέστησε πολίτη που κοιτώντας κατάματα τους συμπολίτες του αναλαμβάνει με το κεφάλι ακουμπισμένο στο κούτσουρο του χασάπη, όπως ο αριστοφανικός Δικαιόπολις, την ευθύνη του για τις ιδέες του, έτσι και ενώπιον της ενδεχόμενης και πιθανής εκτέλεσής του "Μιλάει" για τη συντροφικότητα, τις μικρές πυρκαγιές που άναβε στις ψυχές ο σύντροφος Χάρης για τους μελλούμενους καιρούς. Λένε πως ο ετοιμοθάνατος, όταν έχει συνείδηση πως αποδημεί, αναπόφευκτα και μάλιστα λίγο πριν το τέλος ανακεφαλαιώνει τον βίο, ταξινομεί με τρομακτικά νηφάλια μεθοδικότητα τα ουσιώδη συμβάντα του, κρατά ό,τι τον καθιστά περήφανο που τα έπραξε ή ό,τι συγκροτεί την ένοχη συνείδησή του. Βγαίνουν στην επιφάνεια όσα καταχωνιασμένα φυλάσσονταν στα υπόγεια, απωθημένα και ανομολόγητα, αποκαλύπτονται και διαδηλώνονται πράξεις μυστικές, ηρωικές ή ένοχες.
Η ποίηση του Αναγνωστάκη ήταν μια δημόσια εξομολόγηση μιας γενιάς που βρισκόταν εν κινδύνω, απέναντι από το στημένο απόσπασμα της αντίπαλης ιδεολογίας. Και ο Αναγνωστάκης βρέθηκε τρεις φορές απέναντι από τα σκοπεύοντα τυφέκια του αντιπάλου - στην Κατοχή, στον Εμφύλιο, στη δικτατορία. Τυφέκια πραγματικά ή συμβολικά. Και ήταν προσωπική πράξη αξιοπρέπειας να κοιτάζει κατάματα τον αντίπαλο και να του "μιλήσει". Γιατί η ποίηση του Αναγνωστάκη αποτυπώνει πάνω απ' όλα και πέρα απ' όλα την αξιοπρέπεια μιας γενιάς, φοβάμαι της τελευταίας που "έκανε οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου", όπως το ένιωσε να γίνεται ο Εμπειρίκος στην "οδό των Φιλελλήνων".
Όταν αυτός ο κίνδυνος, αυτός ο συγκεκριμένος πέρασε ( ; ) όταν αυτό το απόσπασμα έβαλε το όπλο παρα πόδα, στην ημιανάπαυση, όταν το αντίπαλον δέος ξεθώριασε, ο Αναγνωστάκης επέλεξε τη σιωπή, γιατί δεν είχε σε ποιους να μιλήσει, οι μελλοντικοί ποιητές (οι εκάστοτε μελλοθάνατοι) είχαν πεθάνει και το απόσπασμα των αντιπάλων, κι όταν σκόπευε, χρησιμοποιούσε άσφαιρα πυρά, όταν η αξιοπρέπεια έγινε άνεση, βολή, καβούκι, βόλεμα, αδιαφορία, ιδεολόγημα, εξαγορά, ο ποιητής δεν είχε λόγο, έχασε, θα έλεγα, το λογαριασμό. Με ποιον να λογαριαστεί άλλωστε; Όταν ο φόρος των αιμάτων έγινε μπροσούρα, όταν οι αξίες δεν δοκιμάζονταν στην κόψη του ξυραφιού αλλά στις αφίσες της πολιτικής διαφήμισης, όταν το πάθος για την αλήθεια και την ελευθερία έγινε κομματική ταυτότητα και στις δύο όχθες, ο ποιητής επέλεξε να μιλήσει ως πολίτης στην Αγορά αλλά και στον συνήθη τόπο των εκτελέσεων δεν έχει λόγο υπάρξεως, αφού οι λέξεις του δεν έχουν πέραση πια ως πρόκες αλλά στην καλύτερη περίπτωση έγιναν δοκιμές "νάρκης του άλγους" - δηλαδή παυσίπονα, αναλγητικά, αναβολικά, οιστρογόνα και όχι σπάνια υπόθετα.
ΔΥΟ ΕΥΓΛΩΤΤΕΣ ΣΙΩΠΕΣ
Χαρακτήρισα κάποτε τη σιωπή του Αναγνωστάκη εκκωφαντική και σαν την άηχη κραυγή της Μάνας Κουράγιο που θρηνεί χωρίς ήχο το νεκρό παιδί της για να μη γίνει αντιληπτή από τον φονιά του. Όταν ο Αναγνωστάκης επέλεξε τη Σιωπή, επέλεξε απλώς όχθη. Ήταν αυτός τώρα που κεραυνοβολεί, ήταν αυτός τώρα που κοιτώντας κατάματα τον αφοπλισμένο, υπνώττοντα αντίπαλο, τον προκαλεί να μιλήσει, να ξυπνήσει.
Όπως ο Προμηθέας ενώ καθηλώνεται στον Καύκασο σιωπά όταν το Κράτος επιτάσσει τον τεχνοκράτη Ήφαιστο να τον τιμωρήσει για την τόλμη του και η Βία σιωπά κι αυτή, δύο εύγλωττες σιωπές, ο Αναγνωστάκης φεύγοντας από τη ζωή έλυσε τη Σιωπή του, αφού το έργο του, όπως η ματιά του στη φωτογραφία εκείνη, μας κοιτά και μας δικάζει. Ένα έργο "Στόχος" και Στόχαστρο.
Σαν λεζάντα: Αριστερά, ο ποιητής ανάμεσα στους συντρόφους στην ΕΠΟΝ, Γιώργο Αποστολίδη, Δ. Βούρδα και Β. Ζέρβα. Στο κέντρο, με το γιο του Ανέστη και δεξιά εν μέσω της Νόρας Αναγνωστάκη και του Δημήτρη Μαρωνίτη σε εκδήλωση το 1994 προς τιμήν του ποιητή με τον Μίκη Θεοφωράκη.
Όπως ο Προμηθέας ενώ καθηλώνεται στον Καύκασο σιωπά όταν το Κράτος επιτάσσει τον τεχνοκράτη Ήφαιστο να τον τιμωρήσει για την τόλμη του και η Βία σιωπά κι αυτή, δύο εύγλωττες σιωπές, ο Αναγνωστάκης φεύγοντας από τη ζωή έλυσε τη Σιωπή του, αφού το έργο του, όπως η ματιά του στη φωτογραφία εκείνη, μας κοιτά και μας δικάζει. Ένα έργο "Στόχος" και Στόχαστρο.
Σαν λεζάντα: Αριστερά, ο ποιητής ανάμεσα στους συντρόφους στην ΕΠΟΝ, Γιώργο Αποστολίδη, Δ. Βούρδα και Β. Ζέρβα. Στο κέντρο, με το γιο του Ανέστη και δεξιά εν μέσω της Νόρας Αναγνωστάκη και του Δημήτρη Μαρωνίτη σε εκδήλωση το 1994 προς τιμήν του ποιητή με τον Μίκη Θεοφωράκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου