Διαχωριστικές γραμμές
Οσο σύνθετα και αν είναι τα δεδομένα της συγκυρίας, όσο αδιασάφητοι και αν φαίνονται οι ορίζοντες του παρόντος, επείγουν, πιστεύω, κάποιες διαχωριστικές γραμμές.
Μόνο και μόνο για να μη νομιμοποιήσουμε τη νέα πλαδαρή δοκησίσοφη ηθικολογία, για να αποφύγουμε τις υποκριτικές ασκήσεις «συλλογικής» αυτοκριτικής και για να σώσουμε, όσοι ακόμα το θέλουμε, κάτι από την ελεύθερη κριτική σκέψη.
Πρώτη διαχωριστική γραμμή: από τον επανακάμψαντα ρηχό και απίστευτα μονότονο «αντι-λαϊκισμό» των ταγών, όσων επιδιώκουν μια νέα μεταπολίτευση στην οποία τα εξόχως ανορθολογικά κριτήρια των καπιταλιστικών μηχανισμών και των χρηματοπιστωτικών οίκων θα αποφασίζουν και για τον ορθολογισμό στην πολιτική, στην εκπαίδευση και στην έρευνα, παντού εντέλει. Είναι πια προφανές ότι ο προσχηματικός αντι-λαϊκισμός των καθοδηγητών γνώμης προσβλέπει κυρίως σε μια «φωτισμένη» απολυταρχία με την πλήρη μετατροπή του λαού σε ένα μωσαϊκό εξατομικευμένων κοινών με ενισχυμένο τον ηγεμονικό ρόλο των ειδικών σωμάτων της νέας τεχνοκρατίας (ολιγαρχίες της «κοινωνίας της γνώσης», της καινοτομίας, της e-governance κ.λπ.).
Δεύτερη διαχωριστική γραμμή: από τη δημοκρατία της συγκίνησης και της ψηφιακής αγανάκτησης, από την ερεβώδη κατάσταση στην οποία η απαίτηση για κοινωνική δικαιοσύνη διαστρέφεται σε διασπορά μνησικακίας και χαιρέκακες τελετουργίες εξοστρακισμού. Το φαινόμενο είναι ήδη εν εξελίξει με την εδραίωση ενός κλίματος ισοπεδωτικής επίθεσης κατά των δημόσιων υπηρεσιών και των δημόσιων υπαλλήλων, με την ανάφλεξη των φορολογικών εγωισμών, με την καλλιέργεια του φθόνου για τα προνόμια ή τις απολαύσεις του άλλου. Η διοχέτευση των κοινωνικών θυμών στη σφαίρα της ποινικής δικαιοσύνης και στο όνειρο μιας τιμωρητικής υπερ-κάθαρσης είναι ο δρόμος για τη μεγαλύτερη αποπολιτικοποίηση της δημοκρατίας.
Τρίτη διαχωριστική γραμμή: από τις βεβιασμένες ερμηνείες στις οποίες εφησυχάζουν τόσο οι αριστερές-ταξικές αναγνώσεις της κρίσης όσο και η δημοσιολογία του κατεστημένου που εμμένει στα ανομήματα των «ελληνικών ηθών». Οι πρώτες, αν και επισημαίνουν σωστά την ευρωπαϊκή και παγκόσμια διάσταση των επιχειρούμενων πειραματισμών, υποτιμούν τους ιδιαίτερους πολιτισμικούς εκφυλισμούς του εγχώριου μοντέλου ευμάρειας και οικονομικής μεγέθυνσης. Μοιάζουν, ενίοτε, να προασπίζονται μια μυθική κοινωνική αθωότητα στο όνομα της αντίστασης στα μεγαλύτερα δεινά του μέλλοντος. Οι δεύτερες, όσες δηλαδή επιμένουν σε μια ιδιαίτερη ελληνική παθογένεια, αποσιωπούν το πλαίσιο των αποφάσεων μέσα στο οποίο επωάστηκαν πολλές από τις ηθικές και πολιτισμικές παθολογίες: παρουσιάζουν το ελληνικό πρόβλημα ως αποτέλεσμα πολλαπλών αθροιστικών συμπεριφορών και όχι ως τη συνισταμένη του κυρίαρχου τρόπου παραγωγής της ελληνικής «ανάπτυξης» και των διαδικασιών με τις οποίες δοκιμάστηκαν οι κοινωνικοί εκσυγχρονισμοί.
Τέταρτη διαχωριστική γραμμή: από την αφελή αντίληψη ενός πατριωτισμού της έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με τον οποίο ιδεολογικές διαφορές και κοινωνικές συγκρούσεις πρέπει να ανασταλούν μέχρι να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της χώρας. Η αξιοπιστία, η αυτοπεποίθηση, το γενικό συμφέρον δεν μπορεί να έχουν μία και μοναδική ερμηνεία, μία και μόνη νοηματική περίμετρο. Η ιδέα αυτή είναι δυνητικά επικίνδυνη, καθώς πολύ συγκεκριμένες κοινωνικο-οικονομικές πολιτικές (όπως αυτή του τωρινού προγράμματος σταθερότητας) εμφανίζονται ως μορφές εθνικού φρονήματος. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να διολισθήσουμε σε μια αυταρχική λογική εθνικής υπευθυνότητας με περιστολή του δημόσιου χώρου της κριτικής και της πολιτικής διαφωνίας.
Πέμπτη διαχωριστική γραμμή: από το διανοητικό τέλμα της τηλεοπτικής αντι-πολιτικής που συρρικνώνει τα δημόσια δεινά στα αμαρτήματα του πολιτικού προσωπικού ή στις λαθραίες συμπεριφορές μεμονωμένων προσώπων, κατά τεκμήριο «επωνύμων». Καμιά σχέση δεν έχει η σοβαρή κριτική στην «ολιγαρχική εκτροπή της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας» (Θανάσης Γιαλκέτσης) με την ανοησία του γενικευμένου αντι-κομματισμού. Και βεβαίως καμιά σχέση δεν μπορεί να έχει η σοβαρή κριτική στα πολιτισμικά πρότυπα του νεοπλουτισμού με την προσωποποίηση του εχθρού στον έναν ή άλλον «επώνυμο» και «διάσημο».
Εκτη διαχωριστική γραμμή: από τις δύο εκδοχές με τις οποίες υπονομεύονται οι προοπτικές της συλλογικής δράσης και της ειλικρινούς αυτοκριτικής. Τόσο τα πυροτεχνήματα της εξέγερσης του θυμικού όσο και η πατέντα των δήθεν συνετών ατομικιστικών «στρατηγικών επιβίωσης» συνιστούν όψεις του ίδιου αδιεξόδου. Αν χρειαζόμαστε ένα κοινωνικό κίνημα επαναδιαπραγμάτευσης των συλλογικών στόχων και της κοινής αξιοπρέπειας, αυτό δεν χτίζεται μόνο με την οργή ούτε, φυσικά, με την αποδοχή τετελεσμένων στο όνομα του ρεαλισμού. Υπάρχουν, ως γνωστόν, μορφές σύνεσης που αποκρύπτουν απλώς έμφοβους υπολογισμούς και θυμοί που διαλύονται στην πρώτη στροφή της μοίρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου