..............................................................
Επετειακό αφιέρωμα στην γενοκτονία
των Ποντίων
(Πολιτιστική Εταιρεία Πανόραμα, facebook, 19.5.2019)
Το αυτονόητο λοιπόν για έναν Πόντιο θα παραμένει πάντα αξεδιάλυτο
μυστήριο για όλους όσοι θελήσουν να κατανοήσουν τις κινητήριες δυνάμεις
της ιστορίας του Πόντου. Με αμηχανία και συγκίνηση στέκει ο μελετητής
μπροστά στο αυτονόητο.
Η επιλογή ανάμεσα στα τόσα καθημερινά θαύματα, που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως παράδειγμα, είναι δύσκολη. Για να μετριάσουμε όμως την απόσταση ανάμεσα στο ακατανόητο και το αυτονόητο, θα διηγηθούμε το πάθημα του δράκου που θέλησε να φάει τον Γιάννες, όπως το ανιστορεί ένα ποντιακό τραγούδι με βυζαντινές καταβολές.
Ξύπνησε, λέει, ο δράκος του πηγαδιού, καθώς ο Γιάννες έβγαζε νερό, και θέλησε να φάει το νεαρό παλικάρι. Ζήτησε πέντε μέρες διορία ο Γιάννες να πάει να δει τον κύρη του και να ξαναγυρίσει. Ύστερα ζήτησε κι άλλες πέντε να πάει να δει τη μάνα του, κι ύστερα άλλες πέντε να πάει να αποχαιρετήσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Αλλά σαν γύρισε την τρίτη φορά τον ακολουθούσε, καβάλα σε άλογο χρυσό, η καλή του. Χάρηκε ο δράκος που είδε κι άλλο θύμα. Μα η κόρη, καθώς του δήλωσε, είχε πάει ως εκεί για να τον σκοτώσει.
«Κόρη», της λέει ο δράκος, «εμένα δε με ντρέπεσαι, σταλιά δεν με φοβάσαι;». Κι όταν αυτή απάντησε αρνητικά, ρώτησε ξανά το θηρίο να μάθει από πούθε βαστούν τα γονικά της.
«Η μάννα μ' απ' τους ουρανούς, ο κύρης μου απ' τα νέφη, στράφτουν, βροντούν τ' αδέλφια μου, κι εγώ θερίζω δράκους. Στου πεθερού μου την αυλή σαράντα δράκων δέρμα, παίρνω και το τομάρι σου κι είναι σαρανταένα».
Το θηρίο μαζεύτηκε. «Πάρε τον Γιάννες χάρισμα, κορασιά, κι άμε απόπου ήρτες. Ας είναι ο Γιάννες αδέλφι μου, νύφη μου η καλή του, κι ας είναι τα αδελφάκια του, τα γυναικάδελφά μ'.»
19 Μαΐου 2019
[Από το βιβλίο: Μαριάννα Κορομηλά, «Οι έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα από την εποχή του Χαλκού ως τις αρχές του 20ού αιώνα» (έκδοση της Πολ. Εταιρείας Πανόραμα α΄ 1991, β΄έκδοση ανανεωμένη και επαυξημένη 2001) σσ. 245-246 και εικόνες 200α, 200β σ. 250 και 201 σ. 252. Το βιβλίο είναι εξαντλημένο προ καιρού, αλλά ευτυχώς το έχουμε ολόκληρο σε ψηφιακή μορφή]
Επετειακό αφιέρωμα στην γενοκτονία
των Ποντίων
(Πολιτιστική Εταιρεία Πανόραμα, facebook, 19.5.2019)
«…
Οι Πόντιοι, στη νότια πλευρά της θάλασσας, ήταν γεωγραφικά εντελώς
απομονωμένοι. Πάλευαν με τα βουνά, με τη θάλασσα, με τους δράκους και τα
θεριά. Τα στηρίγματά τους ήταν ανέκαθεν οι εσωτερικές δυνάμεις, τις
οποίες καλλιεργούν η μοναξιά και η ανάγκη της επιβίωσης. Όποιος κόψει
τον ομφάλιο λώρο χάνεται. Αυτό το μυστικό συνέδεσε την απομακρυσμένη
ελληνική κοινωνία με τον χώρο και τον χρόνο που παραμένει ενιαίος και
μοναδικός. Κι όσο οι συνθήκες γίνονταν πιο αντίξοες τόσο το μυστικό
ενδυνάμωνε τη θέληση και την πίστη. Όποιος κόψει τον λώρο χάνεται. Το
μνήμα του Άργου, που έφερε την Αργώ ως τα παράλια της Παφλαγονίας, το
αίμα των συντρόφων του Ηρακλή, που πάλεψαν με τις Αμαζόνες στην πεδιάδα
της Αμισού, το μαρτύριο του Αγίου Φωκά, προστάτη της Σινώπης, και το
όσιο λείψανο του Αγίου Ευγενίου, προστάτη της Τραπεζούντας, φωτίζουν την
άλλη διάσταση των πραγμάτων.
Η πολιτισμική συνέχεια δεν θα μπορέσει ποτέ να αποτελέσει θέμα της ιστορικής και μόνον επιστήμης, γιατί εκεί που η έρευνα εξαντλεί τα όριά της αρχίζει αυτή η «άλλη διάσταση» των ψυχικών και πνευματικών δυνατοτήτων του ανθρώπου. Οι εκατό γενιές των Ελλήνων του Πόντου, που αναλογούν στα 2.500 χρόνια της ελληνικής ύπαρξης στον χώρο, δεν έχουν προσφέρει μόνον πολύτιμο επιστημονικό υλικό, το οποίο έχει μελετηθεί ως ένα βαθμό, αλλά έπλασαν παράλληλα μιαν ολόκληρη ιστορία θαυμάτων. Και ποια θα ήταν η επιστήμη που μπορεί να εντάξει τα θαύματα στο υλικό της έρευνας;
Η καταγραφή φαινομένων, όπως η κρυφή ιστορία των χιλιάδων Ποντίων που εξαναγκάστηκαν στη διάρκεια των βίαιων εξισλαμισμών να αποδεχτούν στα φανερά την ισλαμική πίστη, ενώ διατήρησαν στα τρίσβαθα της ψυχής τους τη θρησκεία των πατέρων τους και έφτιαξαν υπόγεια προσκυνήματα μέσα στα βουνά κι έχωσαν τις οικογενειακές εικόνες σε κρύπτες, στα αμπάρια των σπιτιών τους, δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί στη μελέτη των καταλόγων των οθωμανικών απογραφών, που έγιναν μετά την παραχώρηση της νομικής ισοτιμίας του 1856. Τότε δήλωσαν Χριστιανοί Ορθόδοξοι 5.000 Πόντιοι, που λογίζονταν ως τότε ελληνόφωνοι Μωαμεθανοί. Μα όταν τον Απρίλιο του 1916 κατέλαβε ο τσαρικός στρατός την Τραπεζούντα κι έκανε αρκετές εφόδους σε σπίτια πλουσίων Τούρκων, οι Ρώσοι ανακάλυπταν ολόκληρα παρεκκλήσια κάτω από τις γεμάτες αποθήκες. «Έκλαιγαν σαν τα μωρά παιδιά, άντρες δυο μέτρα και, κατά το ρώσικο έθιμο, άρπαζαν τους ιδιοκτήτες του νοικοκυριού και τους φιλούσαν στο στόμα. Ορτοντόξ! Ορτοντόξ! φώναζαν και έπεφταν στα γόνατα να προσκυνήσουν εικόνες, καντήλια και γερόντισσες.»
Κι ένα από τα πολλά ποντιακά τραγούδια που αφορούν τους «κλωστούς», δηλαδή τους Κρυπτοχριστιανούς του Πόντου, λέει:
Η πολιτισμική συνέχεια δεν θα μπορέσει ποτέ να αποτελέσει θέμα της ιστορικής και μόνον επιστήμης, γιατί εκεί που η έρευνα εξαντλεί τα όριά της αρχίζει αυτή η «άλλη διάσταση» των ψυχικών και πνευματικών δυνατοτήτων του ανθρώπου. Οι εκατό γενιές των Ελλήνων του Πόντου, που αναλογούν στα 2.500 χρόνια της ελληνικής ύπαρξης στον χώρο, δεν έχουν προσφέρει μόνον πολύτιμο επιστημονικό υλικό, το οποίο έχει μελετηθεί ως ένα βαθμό, αλλά έπλασαν παράλληλα μιαν ολόκληρη ιστορία θαυμάτων. Και ποια θα ήταν η επιστήμη που μπορεί να εντάξει τα θαύματα στο υλικό της έρευνας;
Η καταγραφή φαινομένων, όπως η κρυφή ιστορία των χιλιάδων Ποντίων που εξαναγκάστηκαν στη διάρκεια των βίαιων εξισλαμισμών να αποδεχτούν στα φανερά την ισλαμική πίστη, ενώ διατήρησαν στα τρίσβαθα της ψυχής τους τη θρησκεία των πατέρων τους και έφτιαξαν υπόγεια προσκυνήματα μέσα στα βουνά κι έχωσαν τις οικογενειακές εικόνες σε κρύπτες, στα αμπάρια των σπιτιών τους, δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί στη μελέτη των καταλόγων των οθωμανικών απογραφών, που έγιναν μετά την παραχώρηση της νομικής ισοτιμίας του 1856. Τότε δήλωσαν Χριστιανοί Ορθόδοξοι 5.000 Πόντιοι, που λογίζονταν ως τότε ελληνόφωνοι Μωαμεθανοί. Μα όταν τον Απρίλιο του 1916 κατέλαβε ο τσαρικός στρατός την Τραπεζούντα κι έκανε αρκετές εφόδους σε σπίτια πλουσίων Τούρκων, οι Ρώσοι ανακάλυπταν ολόκληρα παρεκκλήσια κάτω από τις γεμάτες αποθήκες. «Έκλαιγαν σαν τα μωρά παιδιά, άντρες δυο μέτρα και, κατά το ρώσικο έθιμο, άρπαζαν τους ιδιοκτήτες του νοικοκυριού και τους φιλούσαν στο στόμα. Ορτοντόξ! Ορτοντόξ! φώναζαν και έπεφταν στα γόνατα να προσκυνήσουν εικόνες, καντήλια και γερόντισσες.»
Κι ένα από τα πολλά ποντιακά τραγούδια που αφορούν τους «κλωστούς», δηλαδή τους Κρυπτοχριστιανούς του Πόντου, λέει:
«Μή τυραγνιέσαι, Σώνια μου, και μη βαρειοκαρδίζεις,
θ' αλλάξεις το χρυσόνομα και Τούρκικο θα βάλεις,
άντρα παίρνεις ολόχρυσο, είναι χριστιανοπαίδι,
στα φανερά Μαχμούτ αγάς και στα κρυφά Νικόλας,
και στη μονή μεσονυχτίς θα πάτε για στεφάνι».
θ' αλλάξεις το χρυσόνομα και Τούρκικο θα βάλεις,
άντρα παίρνεις ολόχρυσο, είναι χριστιανοπαίδι,
στα φανερά Μαχμούτ αγάς και στα κρυφά Νικόλας,
και στη μονή μεσονυχτίς θα πάτε για στεφάνι».
Η επιλογή ανάμεσα στα τόσα καθημερινά θαύματα, που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως παράδειγμα, είναι δύσκολη. Για να μετριάσουμε όμως την απόσταση ανάμεσα στο ακατανόητο και το αυτονόητο, θα διηγηθούμε το πάθημα του δράκου που θέλησε να φάει τον Γιάννες, όπως το ανιστορεί ένα ποντιακό τραγούδι με βυζαντινές καταβολές.
Ξύπνησε, λέει, ο δράκος του πηγαδιού, καθώς ο Γιάννες έβγαζε νερό, και θέλησε να φάει το νεαρό παλικάρι. Ζήτησε πέντε μέρες διορία ο Γιάννες να πάει να δει τον κύρη του και να ξαναγυρίσει. Ύστερα ζήτησε κι άλλες πέντε να πάει να δει τη μάνα του, κι ύστερα άλλες πέντε να πάει να αποχαιρετήσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Αλλά σαν γύρισε την τρίτη φορά τον ακολουθούσε, καβάλα σε άλογο χρυσό, η καλή του. Χάρηκε ο δράκος που είδε κι άλλο θύμα. Μα η κόρη, καθώς του δήλωσε, είχε πάει ως εκεί για να τον σκοτώσει.
«Κόρη», της λέει ο δράκος, «εμένα δε με ντρέπεσαι, σταλιά δεν με φοβάσαι;». Κι όταν αυτή απάντησε αρνητικά, ρώτησε ξανά το θηρίο να μάθει από πούθε βαστούν τα γονικά της.
«Η μάννα μ' απ' τους ουρανούς, ο κύρης μου απ' τα νέφη, στράφτουν, βροντούν τ' αδέλφια μου, κι εγώ θερίζω δράκους. Στου πεθερού μου την αυλή σαράντα δράκων δέρμα, παίρνω και το τομάρι σου κι είναι σαρανταένα».
Το θηρίο μαζεύτηκε. «Πάρε τον Γιάννες χάρισμα, κορασιά, κι άμε απόπου ήρτες. Ας είναι ο Γιάννες αδέλφι μου, νύφη μου η καλή του, κι ας είναι τα αδελφάκια του, τα γυναικάδελφά μ'.»
19 Μαΐου 2019
[Από το βιβλίο: Μαριάννα Κορομηλά, «Οι έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα από την εποχή του Χαλκού ως τις αρχές του 20ού αιώνα» (έκδοση της Πολ. Εταιρείας Πανόραμα α΄ 1991, β΄έκδοση ανανεωμένη και επαυξημένη 2001) σσ. 245-246 και εικόνες 200α, 200β σ. 250 και 201 σ. 252. Το βιβλίο είναι εξαντλημένο προ καιρού, αλλά ευτυχώς το έχουμε ολόκληρο σε ψηφιακή μορφή]
Πρόσωπα του βυζαντινού Πόντου από την Αγία Σοφία Τραπεζούντας, τοιχογραφίες του 13ου αι. 1919-2019 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου